Στο καφενείο του Βρυώνη (Συνοικία Βρυώνη)





του Στέφανου Μίλεση

Ο Ιωάννης Βρυώνης έμπορος προερχόμενος κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, αρχές 20ου, από τη Μαντζουρία, στην οποία ανθούσε τότε η Ελληνική κοινότητα εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα. Άσκησε το επάγγελμα του τροφοδότη του Ρωσικού (τσαρικού) στόλου, που τότε ναυλοχούσε έξω από τον Πειραιά. Ο εύπορος αυτός άνδρας, δώριζε αντικείμενα αξίας σε διάφορες εκκλησίες και ευαγή ιδρύματα του Πειραιά, με κυριότερο τον χρυσό πολυέλαιο του Αγίου Νικόλαου. Ο Ιωάννης Βρυώνης έζησε από κοντά όλα τα γεγονότα του πολέμου των Ρώσων εναντίον των Ιαπώνων, τα γεγονότα της Μαντζουρίας και τον αποκλεισμό του Πορτ Άρθουρ. 

Ορίστηκε επίσημος τροφοδότης του Ρώσου Ναυάρχου Αλέξιεφ και εξαιτίας αυτού παρίστατο σε κάθε επιχείρηση του μετώπου. Αποτέλεσμα της εκεί παρουσίας του ήταν να αποτελέσει κέντρο ενδιαφέροντος των δημοσιογράφων πανελλήνιων εφημερίδων που κάλυπταν τα γεγονότα της πολιορκίας του Πορτ Άρθουρ, που έσπευδαν να του λάβουν συνέντευξη. 


Ο Ιωάννης Βρυώνης το 1905

Το 1900 στην ιδιοκτησία της οικογενείας Βρυώνη, περιήλθε ένα λαμπρό μέγαρο, που ξεχώριζε από τα περισσότερα της περιοχής, γιατί έφερε συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Στην κορυφή του το μέγαρο του Βρυώνη είχε τοποθετηθεί ένα ρολόι, που ήταν το μοναδικό στην περιοχή. Όμως χαρακτηριστικό αυτού του ρολογιού, δεν ήταν η μοναδικότητά του, αλλά το γεγονός πως ο τρόπος κατασκευής του θύμιζε τη μακρινή Μαντζουρία! 

Αποτελείτο από δύο σκεπές σε διαφορετικά επίπεδα, τύπου παγόδας ενώ κατέληγε σε ένα τρίτο μικρότερο επίπεδο όπου ήταν αναρτημένη μια καμπάνα. Στην κορυφή δε όλων, υπήρχε τοποθετημένος ένας ανεμοδείκτης που κατέληγε σε αλεξικέραυνο!  Ο Βρυώνης έλεγε διαρκώς για το ρολόι πως «Αυτό είναι που θα κάνει το όνομά μου για πάντα γνωστό στην περιοχή». Άλλο χαρακτηριστικό του μεγάρου Βρυώνη ήταν τα τρία γλυπτά του δευτέρου ορόφου, που ήταν τοποθετημένα σε ισάριθμες ειδικές διαμορφωμένες κοιλότητες του κτηρίου. 

Τέλος στο ισόγειο το μέγαρο του Βρυώνη, φιλοξενούσε ένα εντευκτήριο, το πιο πολυτελές που υπήρχε τότε στον Πειραιά. Τον Φεβρουάριο του 1900 η πειραϊκή εφημερίδα «ΣΦΑΙΡΑ» αναφερόμενη στο εντευκτήριο του Βρυώνη καταγράφει τις εντυπώσεις όσων το επισκέφθηκαν: «τα περίχρυσα φατνώματα, τα βαρύτιμα ιαπωνικά αγγεία, όλη εκείνη η πολυτελής επίπλωση, ο θαυμάσιος των εικόνων διάκοσμος και εν γένει ο ιαπωνικός ρυθμός, προσδίδουν εις το μεγαλοπρεπές αυτό εντευκτήριον κάτι το μαγεύον και συναρπάζον τη ψυχή σου, κάτι το πρωτοφανές όχι μόνο δια τον Πειραιά αλλά και δι’ όλην την Ελλάδα, ένα ζυθοκαφείον από εκείνα δια τα οποία μόνο η Βιέννη καυχάται».


Παρόλο τον πλούσιο διάκοσμο των Μεγάρων του Βρυώνη, με τα αγάλματα των αρχαίων θεών, τα αετώματα και τα άλλα διακοσμητικά του μέρη, το κτήριο έμεινε στη μνήμη ως εκείνο που στην κορυφή του έφερε ένα ρολόι. 

Λεωφόρος Σωκράτους Στο βάθος η τροχιοδρομική γραμμή Νέο Φάληρο - Άγιος Βασίλειος με ενδιάμεση στάση στη συνοικία Βρυώνη. Ήταν η γνωστή γραμμή 17 που μετέφερε όλους τους κατοίκους της υδραίικής συνοικίας στο Νέο Φάληρο για μπάνια όταν είχαν κουραστεί να πηγαίνουν στα λουτρά του Κράκαρη στην Φρεαττύδα.





Δημοτικές εκλογές στον Πειραιά 1932. Ουρές έξω από το εκλογικό κέντρο στη Συνοικία Βρυώνη. Μονομάχοι των εκλογών ο βενιζελικός Αθανάσιος Μιαούλης και ο αντιβενιζελικός Στέφανος Στρατήγης.


Ο γιος του Ιωάννη Βρυώνη, ο Εμμανουήλ, παρά το γεγονός ότι έγινε ιατρός, λειτούργησε το εντευκτήριο συγκεντρώνοντας εντός αυτού, ενθυμήματα από τα μακρινά ταξίδια του πατέρα του και κύρια από την Ιαπωνία. 

Το εντευκτήριο που θύμιζε Βιέννη, αποτέλεσε πόλο έλξης για την αστική τάξη του Πειραιά από τότε που συστάθηκε (1900), έως την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου το 1940. Διέθετε μεταξύ άλλων μαρμάρινα τραπεζάκια, ακριβά χάλια, τραπέζια μπιλιάρδου, ακριβά φωτιστικά. 

Το «καλλιτεχνικόν ζυθοκαφείον» του Εμμανουήλ Βρυώνη πραγματικό κόσμημα στην Υδραϊκή συνοικία (έτσι ακόμα αποκαλούσαν την περιοχή), διέθετε λαμπρά ορχήστρα αποτελούμενη από πέντε όργανα. Η μουσική άρχιζε στις πέντε το απόγευμα και συνέχιζε μέχρι το μεσονύχτιο. Ωστόσο και αργότερα το ζυθοκαφείον του Βρυώνη, λειτουργούσε ικανοποιώντας τους ξενύχτηδες λογοτέχνες! Διότι στη συνοικία Βρυώνη, άρχισαν να εγκαθίστανται λογοτέχνες και δημοσιογράφοι, που επιζητούσαν τέτοιου χώρους μεταμεσονύχτιας συγκέντρωσης. 

Ο πνευματικός κόσμος του Πειραιά συναντιόταν στου Βρυώνη αργά τα βράδια, καθώς τα πρωινά εργάζονταν σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά. Κατά την δεκαετία του 1920 στο καφενείο του Βρυώνη συναντούσε κάποιος εξέχουσες προσωπικότητες της εποχής, όπως ο δημοσιογράφος Χάρης Σταματίου, εκδότης του εβδομαδιαίου περιοδικού «Μπουκέτο». Ο Σταματίου όπως μας πληροφορεί ο Χρήστος Λεβάντας έμενε στου Βρυώνη στην οδό Φραγκιαδών, κι αυτός μέχρι το 1940, που εξαιτίας των βομβαρδισμών έφυγε. Η κόρη του παντρεύτηκε μετά την κατοχή τον ποιητή Κλ. Μιμίκο. Άλλος θαμώνας του καφενείου «Βρυώνης», ήταν και ο Χάρης Σταματίου, που επίσης εργαζόταν στο «Μπουκέτο».  Συχνά, στο καφενείο του Βρυώνη, σύχναζαν ο Νίκος Χαντζάρας, ο Ναπολέων Λαπαθιώτης, ο Κ. Βελμύρας ενώ σπάνια εμφανίζονταν σε αυτό οι Λάμπρος Πορφύρας, Σπ. Παναγιωτόπουλος και ο Μ. Βαϊάνος, που μαζί με άλλους αποτελούσαν την παρέα του κρασιού της Φρεαττύδας.  Εκτός των ανθρώπων του πνεύματος, στου Βρυώνη σύχναζαν ο Γ. Σακκαλής, Γιάννης Βουλόδημος, Ντεντιδάκης, Ιμπριάλος κ.α. 

Στη συνοικία του Βρυώνη (η ύπαρξη αυτού του μοναδικού μεγάρου, στάθηκε ικανή να ονοματίσει όλη την γύρω περιοχή)εγκαταστάθηκε αρχικά και η οικογένεια του ζωγράφου Παναγιώτη Τέτση. Μεταπολεμικά ο Τέτσης θα εγκατασταθεί στην Πλατεία Σερφιώτη στην Καλλίπολη. Θα γράψει για το Δεύτερο γυμνάσιο Αρρένων όπου πήγαινε παιδί ο Τέτσης «Η συνοικία Βρυώνη από τις ωραιότερες. Κύρια είσοδος του κτιρίου από την οδό Αφεντούλη. Τότε το κτίριο (το γυμνάσιο) ήταν από τα ονομαζόμενα νεοκλασικά. Μεγαλόπρεπα μαρμάρινα σκαλοπάτια που εκτείνονταν στο μεγαλύτερο μέρος της πρόσοψης. Επιστάτης - κωδωνοκρούστης ο μπάρμπα-Θανάσης…».

Ορχήστρα στο Ζυθοκαφείο Εμμανουήλ Βρυώνη (1900)


Την δεκαετία του 1920 έναντι του Μεγάρου Βρυώνη εγκαταστάθηκε και το Α’ αστυνομικό τμήμα, με τους πλανόδιους φωτογράφους να πιάνουν καθημερινά από νωρίς θέση για φωτογραφίσεις που απαιτούσαν τα δελτία ταυτότητας. Το 1926 ο κατασκευαστής επίπλων Ιωάννης Ζώρζος διερχόμενος με την άμαξά του απαθανάτισε έναν εξ αυτών των φωτογράφων. Οι θυγατέρες της οικογενείας Βρυώνη όλη την προπολεμική εποχή θα μονοπωλήσουν τις κοσμικές στήλες των εφημερίδων άλλοτε μετέχοντας σε καλλιστεία εποχής, σε κοσμικούς χώρους και δεξιώσεις ή δίνοντας συναυλίες παίζοντας πιάνο ή βιολί, καταδεικνύοντας φυσικά τον αστικό χαρακτήρα της οικογενείας.

Στη συνοικία Βρυώνη το 1926. Επιβάτης της άμαξας ο Ιωάννης Ζώρζος, που μεταπολεμικά θα ενοικιάσει το χώρο που κάποτε λειτουργούσε το καφενείο του Βρυώνη και θα το μετατρέψει σε έκθεση επίπλων. Πίσω φωτογράφος που έχει τοποθετήσει καρέκλα στο πεζοδρόμιο για λήψη φωτογραφιών. Τέτοιοι φωτογράφοι σύχναζαν στου Βρυώνη από την εποχή που εγκαταστάθηκε το Α' αστυνομικό τμήμα Πειραιά και μετά, για να τραβάνε φωτογραφίες για έκδοση δελτίων ταυτότητας. 

Η παρακμή του ονομαστού καφενείου επήλθε κατά την διάρκεια της κατοχής, όπου ο Πειραιάς βομβαρδίστηκε ανηλεώς. Εξαιτίας των βομβαρδισμών ο πληθυσμός υπέστη μεταλλαγές ριζικές. Τα νεοκλασικά και τα μέγαρα του Βρυώνη, εντός των οποίων διέμεναν προπολεμικά φημισμένες πειραϊκές οικογένειες, επιστήμονες, λογοτέχνες, έμποροι, εγκατέλειψαν την πόλη και μεταπολεμικά δεν επέστρεψαν. Τα κτήρια εγκαταλείφθηκαν τα περισσότερα λόγω εκτεταμένων φθορών. 

Ο κόσμος που έφυγε από τον Πειραιά, ήταν εκείνος που αποτελούσε την εκλεκτή πελατεία του καφενείου του Βρυώνη. Ήδη τον Σεπτέμβριο του 1940, λίγο πριν την έναρξη του πολέμου, είχε πεθάνει και ο Εμμανουήλ Βρυώνης. Όποιος κι αν επιχείρησε να τον ενοικιάσει μετά τον θάνατο του ιδιοκτήτη του, δεν τόλμησε να το ανακαινίσει στο βαθμό και στην πολυτέλεια που διέθετε τα πρώτα χρόνια. Έτσι κι αλλιώς ο κόσμος είχε αραιώσει, λογοτέχνες του Βρυώνη δεν υπήρχαν πια. 

Το καφενείο εγκαταλείφθηκε και ο χώρος ενοικιάστηκε στον επιπλοποιό Ιωάννη Ζώρζο (που προαναφέραμε) που διαρρύθμισε τη μεγάλη κεντρική αίθουσά του σε έκθεση επίπλων. Ο Ιωάννης Ζώρζος ήταν ο πατέρας του ζωγράφου Σταύρου Τζώρτζου, σημερινού αντιπροέδρου της Φιλολογικής Στέγης και στενός συνεργάτης του συντάκτη του άρθρου. Όταν έκλεισε και αυτή η έκθεση επίπλων, το ισόγειο έμεινε κενό για μεγάλο χρονικό διάστημα. 

Η πρόσοψη του επιπλοποιείου Ζώρζου στο Μέγαρο του Βρυώνη 

Ο Ιάκωβος Βαγιάκης είχε διασώσει την πληροφορία ότι στο Μέγαρο Βρυώνη είχε εγκατασταθεί το 13ο Σύστημα Ναυτοπροσκόπων Πειραιώς που είχε ιδρυθεί το 1945. Χρόνια αργότερα, το 1973 δημοσιογράφος της πειραϊκής εφημερίδας «Η Φωνή του Πειραιώς», προσπάθησε να ανοίξει τη σφραγισμένη θύρα για να ρίξει μια ματιά στο παρελθόν που κτηρίου. «Όλα φθαρμένα από τον χρόνο, όλα αγνώριστα, νεκρωμένα, έρημα και καταθλιπτικά» έγραψε. «Τίποτα πια δεν θυμίζει την παλιά λαμπρότητά του, την αρχοντιά του σε επίπλωση, στον διάκοσμο, στα μαρμάρινα τραπεζάκια, σε μπιλιάρδα και προ παντός οι θαμώνες….». 

Ακόμα και το ρολόι με τις παγόδες του μεγάρου Βρυώνη είχε σταματήσει δείχνοντας για πάντα την ίδια ώρα, που είχε δεχθεί ωστικό κύμα από τον μεγάλο βομβαρδισμό του Πειραιά της 11ης Ιανουαρίου του 1944. Έδειχνε πάντοτε 10.20’ θυμίζοντας το τρίτο κύμα αεροπορικής επίθεσης (το βρετανικό της RAF) που είχε πραγματοποιηθεί από τις 21.57' έως 23.15' ώρα.* 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 το μέγαρο Βρυώνη κατεδαφίστηκε, όπως και τα περισσότερα αρχοντικά νεοκλασικά που συνέθεταν την εικόνα ενός διαφορετικού Πειραιά. Στη θέση του υψώθηκε μια ακόμα άχαρη πολυκατοικία και ελάχιστα θυμίζουν πλέον την παλαιά αίγλη που κυριαρχούσε στην αρχοντική συνοικία του Βρυώνη. 

* Κατ' άλλους έδειχνε 01.20' ώρα, από τον γερμανικό βομβαρδισμό της 6ης Απριλίου 1941 και την έκρηξη του Κλαν Φρέιζερ. 

1 σχόλιο:

Unknown είπε...

TO ΣΠΙΤΙ ΜΕ ΤΟ ΡΟΛΟΊ΄ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΤΗΚΕ ΤΟ 1970 ΠΕΡΙΠΟΥ ΑΠΟ ΟΤΙ ΘΥΜΑΜΑΙ

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"