Στην Στοά του Αχιλλέα Κούβελου (οδό Ναυάρχου Μπήττυ 5)


Στοά Κούβελου

του Στέφανου Μίλεση

Η σημερινή οδός Καραολή και Δημητρίου στον Πειραιά, παλαιότερα έφερε το όνομα Ναυάρχου Μπήττυ και ακόμα πιο παλιά λέγονταν οδός Άρεως.

Ο Ναύαρχος Μπήττυ κατέπλευσε στον Φαληρικό όρμο στις 7 Μαΐου 1919  με θαλαμηγό φέροντας το αξίωμα του πρώτου Λόρδου του Αγγλικού Ναυαρχείου. 
Τον υποδέχθηκαν οι Δήμαρχοι Πειραιώς και Αθηναίων, ενώ το Δημοτικό Συμβούλιο Αθηναίων σε έκτακτη συνεδρίασή του, τον ανακήρυξε παμψηφεί, επίτιμο δημότη.  
Προς τιμή του λοιπόν η μέχρι τότε οδός Άρεως μετονομάσθηκε σε Ναυάρχου Μπήττυ, σε μια περίοδο που οι Άγγλοι εθεωρούντο παραδοσιακοί μας σύμμαχοι. 

 Όταν αργότερα έγιναν τα επεισόδια με τους Άγγλους στην Κύπρο, με αποκορύφωμα τις καταδίκες σε θάνατο των αγωνιστών Μιχαλάκη Καραολή και Ανδρέα Δημητρίου στις 10 Μαΐου 1956, αυτός ο δρόμος, αλλά και πολλοί άλλοι στον Πειραιά, άλλαξαν τις αγγλικές τους ονομασίες ως ένα σημάδι αποδοκιμασίας της αγγλικής πρακτικής στην Κύπρο.

Επί της οδού Ναυάρχου Μπήττυ 5 (σημερινή Καραολή -Δημητρίου 5), υπάρχει η γνωστή στους περισσότερους Πειραιώτες "Στοά Κούβελου"


Αν και η στοά αυτή είναι περισσότερο γνωστή από το Μεζεδοπωλείο Ρακάδικο, ωστόσο οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι διατηρεί το χρώμα και την ατμόσφαιρα που κυριαρχούσε κάποτε σε όλη την Κεντρική αγορά του Πειραιά. 


Η στοά Κούβελου δημιουργήθηκε το 1897 από τον Αχιλλέα Κούβελο με τη λογική που είχαν τότε τα χάνια. Διάφορα οικήματα και προσθήκες τους με την πάροδο του χρόνου πύκνωναν, δημιούργησαν τελικώς μια στοά κάθετα στην οδό Άρεως.  Στο ισόγειο υπήρχε το μαγειρείο - καπηλειό ενώ εντός της στοάς ασφάλιζαν τα υποζύγια και τις χειράμαξές τους. Στην έννοια "χάνι" νοείται διανυκτέρευση ταξιδιωτών στα πάνω δωμάτια με ασφάλιση των υποζυγίων στο ισόγειο και προσφορά φαγητού και ποτού. Άλλωστε κοντά στη στοά του Αχιλλέα Κούβελου βρισκόταν και η Πλατεία Αμαξοστασίου.



Η στοά Κούβελου στην αρχική της μορφή. Φέρει στην πρόσοψή της τις περισσότερες πινακίδες των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνταν εντός της στοάς. 

Το παλιό τυπογραφείο της στοάς (πάνω) μετατράπηκε στην κουζίνα του ρακάδικου (κάτω)


Μετά το 1900 προσθήκες και οικοδομήματα είχαν αναπτυχθεί πλήρως και η στοά από "Χάνι" μετατράπηκε σε κέντρο εμπορίου όπου ο επισκέπτης συναντούσε πλήθος από διαφορετικά καταστήματα που κάλυπταν κάθε ανάγκη. Εντός της Στοάς Αχιλλέα Κούβελου συναντούσε κάποιος τυπογραφείο, ραφείο, είδη ρουχισμού, λευκά είδη, εκτελωνιστικές υπηρεσίες, εργαστήρι υποκαμίσων, αποθήκη απορρυπαντικών, ηλεκτρικά είδη, ψιλικά, μυροπωλείο, κατάστημα γενικού εμπορίου, κεντήματα, κλωστές και καφενείο.

Σπουδαία βοήθεια στο φωτογραφικό αυτό οδοιπορικό στο χρόνο και στην ιστορία προσέφερε η Κρίστα Βιτσόρογλου την οποία οφείλω να ευχαριστήσω.  

Ο ίδιος χώρος της Στοάς Κούβελου πριν (αριστερά) και όπως διαμορφώθηκε σήμερα (δεξιά)

Το παλιό Μυροπωλείο του Γεωργούλα (πάνω)
που αποτελεί τώρα την μικρή αίθουσα του Ρακάδικου (κάτω)
Το παλιό εμποροραφείο του Γεωργίου Βόμβα



ισόγειος χώρος στοάς Κούβελου πριν την ανακαίνιση

Ο ισόγειος χώρος της στοάς Κούβελου όπως ήταν την δεκαετία του 1990



Δεκαετία '90 - Η είσοδος της στοάς του Αχιλλέα Κούβελου 


Η στοά Κούβελου ύστερα από τη μεγάλη ανακαίνιση του 1998 μεταμορφώθηκε πραγματικά εξ ολοκλήρου. Σήμερα είναι πραγματικά δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος το μέγεθος της αλλαγής που υπέστη.  






Εντός της στοάς λειτουργεί και το παραδοσιακό καφενείο "Ναύαρχος Μπήττυ" ιδιοκτησίας του Πειραιώτη Γιώργου Μυκονιάτη 

Το Καφενείον "Ναύαρχος Μπήττυ" στην στοά Κούβελου



Ο Γιώργος Μυκονιάτης, ιδιοκτήτης του Καφενείου "Ναυάρχου Μπήττυ" και η Άννα από το Ρακάδικο


Εικόνα μιας άλλης εποχής που όμως υπάρχει σήμερα
Το δάπεδο της στοάς με τα χαρακτηριστικά πλακάκι του Δηλαβέρη


Η στοά Κούβελου με το Ρακάδικο να έχει δημιουργήσει έναν όμορφο χώρο


Εντός της στοάς κυριαρχεί ένας παλαιός χάρτης του Πειραιά


Η στοά Κούβελου από το βάθος προς την έξοδο
Στο βάθος της στοάς βρίσκεται σε λειτουργία μέχρι και σήμερα κατάστημα με Κεντήματα, κλωστικά και δαντέλλες (ΚΟΣΜΟΚΕΝΤ)
 Όλες οι πινακίδες εντός της στοάς είναι αναπαλαιωμένες ωστόσο πετυχαίνουν άριστα το σκοπό τους, δημιουργώντας την ατμόσφαιρα που επικρατούσε παλαιότερα.






Η τετράς του Πειραιά

ΤΕΤΡΑΣ Η ΞΑΚΟΥΣΤΗ ΤΟΥ ΠΕΙΡΑΙΩΣ (THE FAMOUS PIRAEUS 4)

Γράφει η Νανά Ιωαννίδου


Παρατηρώ ότι το αυθεντικό λαϊκό μας τραγούδι, εκτός από μέγα ενωτικό στοιχείο όλων των Ελλήνων, έχει γίνει και διδακτορική διατριβή της μόδας ! Παναγιά μου δηλαδή τι έχω διαβάσει τώρα τελευταία, εγώ η Μικρασιάτισσα και μεγαλωμένη μέσα στην αγορά του παλιού Πειραιά, που ακόμα στην εφηβεία μου παλλόταν το αυθεντικό λαϊκό ρεμπέτικο τραγούδι και η ατμόσφαιρά του. Μπορεί μουσικολογικά, κοινωνιολογικά να εξηγήσεις ένα τραγούδι με τις γνώσεις σου, αλλά το αυθεντικό λαϊκό μας τραγούδι πάνω απ΄ όλα είναι παλμός ψυχής. Αυτό το νοιώθεις όταν το τραγουδάς, δονείται ο εσωτερικός σου κόσμος και καθηλώνεσαι όταν βλέπεις έναν άντρα να χορεύει ζεϊμπέκικο (όχι οι πολτοποιημένες κλώσσες της πίστας) !

Αυτός ο παλμός της ψυχής, η έκσταση, κανένας ξενέρωτος ανά την υφήλιο δεν μπορεί να συλλάβει και να καταγράψει, μόνο οι λαϊκοί άνθρωποι στα λιμάνια της Μεσογείου με τα ντέρτια, τους καημούς τους και τους αναστεναγμούς τους. Γιατί εδώ γεννήθηκε, το λαϊκό τραγούδι, στα λιμάνια της Μεσογείου. Όταν βλέπω κάτι ιστοσελίδες στην Αγγλική γλώσσα ρεμπετολογική ανάλυση της ανάλυσης !!!

Πούσαι Νίκο Μάθεση φωνάζω ! Που τον γνώρισα μέσα στην παλιά αγορά του Πειραιά, φίλος του πατέρα μου, ένας ιστορικός στιχουργός και αυθεντικός ρεμπέτης.
Ο Πειραιάς έπαιξε πρωταγωνιστικό ρόλο στο ρεμπέτικο τραγούδι αλλά και στο μετέπειτα λαϊκό. Ο Ηλίας Πετρόπουλος σπουδαίος μελετητής του ρεμπέτικου, το συγκεντρώνει σε τρεις περιόδους:
1) Το 1922 - 1932 με στοιχεία Σμυρνέϊκα, ερωτικά, μάγκικα, φυλακής και χασικλίδικα
2) Το 1932 - 1942 κλασική περίοδος και 
3) Το 1942 - 1952 ευρείας διάδοσης και αποδοχής.

Στη δεκαετία του '20 μάγκες ταλαντούχοι γύρω από το λιμάνι που δούλευαν, μαζευόντουσαν σε διάφορα στέκια με τους μπαγλαμάδες και τα μπουζούκια τους, νταλκαδιασμένοι πάντα από έρωτα και τραγουδούσαν τη μαγκιά τους, γύρω από ένα μαγκάλι, κάπνιζαν το ναργιλέ τους σε χασάπικο και ζεϊμπέκικο. Αυτοί όλοι δεν είχαν ανάγκη από το πλήθος και το τραγούδι αυτό το γουστάριζαν για πάρτι τους μαζί με τους ρεμπέτες υμνητές τους.

Ανήκαν στο περιθώριο. Όταν το '22 πλημμύρισε το Μικρασιατικό στοιχείο τον Πειραιά, έφερε τα ήθη, τα έθιμά του, τους δεξιοτέχνες των μουσικών οργάνων και η πολιτιστική ποικιλότητα του Ελληνισμού συνδιαμόρφωσε μια νέα κουλτούρα ρεμπέτικου λαϊκού τραγουδιού. Στην κλασική περίοδο γράφεται ακόμα μάγκικο τραγούδι, αλλά και σπουδαία ερωτικά τραγούδια, κοινωνικά, τραγούδια για λύπες, καϋμούς, βάσανα, χαρές, πόθους των ανθρώπων, ολόκληρη η καθημερινότητα.

Εδώ συνέβαλε καθοριστικά στο λαϊκό μας τραγούδι και μέχρι τώρα είναι αδιαμφισβήτητο, η γνωστή Τετράς του Πειραιά του 1934, που αρχίζει στη Δραπετσώνα στη μάντρα του Σαραντόπουλου. Τα μεγάλα λαϊκά τραγούδια τότε αρχίζουν να γράφονται. Κέντρο του λαϊκού τραγουδιού γίνεται ο Πειραιάς και τα πέριξ !

Τότε αρχίζει και η δισκογραφία. Η γνωστή Τετράς ήταν:

α) Ο Μάρκος Βαμβακάρης 1905 - 1972, καταγόμενος από την Σύρα, θεωρείται γενάρχης του ρεμπέτικου λαϊκού τραγουδιού.
β) Ο Ανέστης Δελιάς (δεξιοτέχνης στο μπουζούκι), 1912 - 1944, καταγόμενος από τη Σμύρνη,
γ) Ο Στράτος Παγιουμτζής (ερμηνευτής), 1904 - 1917 Αϊβαλί και 
δ) Ο Γιώργος Μπάτης (μπαγλαμά) καταγόμενος από Μέθενα αλλά από μικρός στον Πειραιά. 
Το 1944 που πεθαίνει ο Ανέστης Δελιάς παίρνει τη θέση του ο Απ. Χατζηχρήστος, 1904 - 1959 καταγόμενος από τη Σμύρνη.

Το 1940 το λαϊκό τραγούδι μεταλλάσσεται και εξελίσσεται. Γράφει πια για τη φτώχεια, την πείνα, το ξενητεμό, την ορφάνια, για τον πόλεμο. Υπάρχουν κι άλλοι μεγάλοι δημιουργοί, μαστόρια του λαϊκού τραγουδιού: Γ. Παπαϊωάννου, Μπαγιαντέρας (Δ. Γκόγκος), Δ. Παπάζογλου, Γ. Τσαούς, Γ. Μητσάκης, Γ. Ζαμπέτας, Μαν. Χιώτης, Απ. Καλδάρας και πολλοί άλλοι, οι οποίοι πλούτισαν με αριστουργήματα το λαϊκό μας τραγούδι και οι οποίοι έγραψαν και πολλά για τον Πειραιά. Ο Βασ. Τσιτσάνης υπήρξε το βαρύ πυροβολικό, που οδήγησε το λαϊκό σε ένα πιο εξευγενισμένο είδος ρεμπέτικου λαϊκού τραγουδιού και πάντρεψε την ανατολίτικη με την δυτικοευρωπαϊκή αρμονία και με στίχο ερωτικό αλλά και βαθειά κοινωνικό. Σημαία του το "Συννεφιασμένη Κυριακή".

Ο Μάνος Χατζηδάκης και Μίκης Θεοδωράκης αργότερα φέρνουν το έντεχνο που είναι ένα διαφορετικό μείγμα λαϊκού τραγουδιού. 
Όλα αυτά τα χρόνια τη λαϊκή μουσική πλαισίωναν και μεγάλες λαϊκές φωνές, οι περισσότεροι αυτοδίδακτοι γιατί το λαϊκό μέταλλο ή το έχεις ή όχι, όπως και η δεξιοτεχνία στο μπουζούκι, που οι περισσότεροι μεγάλοι δεν παίζουν όργανο, αλλά κάνουν κατάθεση ψυχής. Ας ακούσουμε κάτι από το άρωμα μιας εποχής, με έναν από αυτούς τους καλλιτέχνες με παλιάς κοπής παίξιμο, τον Γιάννη Μωραΐτη, που γεννήθηκε το 1944, σ΄ ένα ταξίμι που το ονομάζουν "Ταξίμι Πειραιώτικο".

Ταξίμι δηλαδή ένας αυτοσχεδιασμός που χρειάζεται έναν δεξιοτέχνη του μπουζουκιού. Η μελωδία πρέπει να έχει αρχή, μέση και τέλος. Να μη σούρνει τις νότες, να πέφτουν σαν στραγάλια, έλεγαν οι παλιοί, να έχει ειρμό, ταχύτητα, αλλά και ηχοχρώματα και παίζοντας η πέννα να ζωγραφίζει !
Εδώ, το ενώνει αριστοτεχνικά μ΄ ένα στιχάκι στο τέλος από το "Ραδίκι" του 1934 του Γ. Μπάτη, όπως συνήθιζαν να προσθέτουν οι παλιοί από διάφορα αγαπημένα τους μοτίβα.

Υ.Γ.
Τα γραφόμενά μου είναι απόψεις δικές μου όπως τα έζησα, γιατί ο παππούς μου είχε ταβέρνα στον Πειραιά που κατέβαιναν οι ρεμπέτες με τα όργανά τους και τραγουδούσαν, αλλά και δύο θείοι μου που είχαν καφενεία. Ο ένας μέσα στην παλιά αγορά του Πειραιά, που σύχναζαν παλιοί ρεμπέτες κι ο άλλος στην παραλία Μοσχάτου. Εκεί σύχναζαν πολλοί μουσικοί και μεγάλοι τραγουδιστές της εποχής '55 - '65. Στην παραλία Μοσχάτου, υπήρξε το κέντρο "Α. Κουλουριώτη". Πέντε βήματα παρακάτω στις Τζιτζιφιές στην παραλία, το κέντρο "Φαληρικόν" του Μαργωμένου. Πρώτα περνούσαν από το καφενεδάκι της παραλίας, απέναντι από του Κουλουριώτη, άπαντες, έπαιζαν με τις ώρες τάβλι, σχολίαζαν, έπιναν το ουζάκι τους κι έπειτα το βράδυ ανέβαιναν στο ιερό του πάλκου. Αρχηγός πάντων εκεί, ο Στέλιος Καζαντζίδης ! Τότε βιώναμε όλα τούτα που σας έγραψα κι έγραφε ο σκληρός δίσκος του μυαλού μας όχι μόνο τραγούδια, αλλά και την αυθεντικότητα (παρ΄ όλα τα ευαίσθητα πάθη τους), της συμπεριφοράς τους. Γι΄ αυτό κι έγινα έξαλη με έναν σύγχρονο μεγάλο τραγουδιστή, που επανέλαβε με επιτυχία αυτά τα τραγούδια, για την αμετροέπειά του και τις δηλώσεις του τώρα τελευταία. Το λαϊκό τραγούδι πάντα μας ένωνε και μας ενώνει. Φωτοδότης της ζωής μας.....
Πάμε παίδες κι ακούμε, το Ταξίμι το Πειραιώτικο κι όπως λέμε στη δική μας γλώσσα και καταλαβαινόμαστε: "Ρίχτα όλα Γιάννη μας" !

 .

Οι Πειραιώτες ιδρυτές του Αγίου Κοσμά

Το εκκλησάκι του Αγίου Κοσμά 



Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης

Μια οικογένεια με Πλακιώτικη καταγωγή, διασπάται καθώς τρία αδέλφια προερχόμενα από αυτήν, αναζητούν την τύχη τους, στη νέα πόλη που μόλις έχει γεννηθεί λίγα χρόνια πριν, τον Πειραιά

Εγκαθίστανται στο μεγάλο λιμάνι και δραστηριοποιούνται στον χώρο εμπορίας σιδήρου. Είναι γνωστοί στον χώρο τους, καθώς εντύπωση κάνει που όνομα και επώνυμο αρχίζει με τα ίδια γράμματα "Ζ και Π". Πρόκειται για τους Ζώη Πέτρο, Ζώη Παύλο και Ζώη Παναγιώτη.

Κάποιοι τους αποκαλούν τα "Τρία Ζ". Ανοίγουν καταστήματα στην οδό Φίλωνος (134, 126 και 138), ο ένας κοντά στον άλλο, και εμπορεύονται ακριβώς τα ίδια πράγματα. Είδη κατασκευασμένα από σίδηρο.

Τα τρία αδέλφια γνωστά και ως "Τρία Ζ" ανοίγουν τα ίδια μαγαζιά ο ένας κοντά στον άλλο, στην οδό Φίλωνος στον Πειραιά (από το Ημερολόγιο του Βώκου, 1902)

Σε μια εξόρμησή τους σε εξοχή της εποχής, σε ένα έρημο τότε ακρωτήρι αποφασίζουν να ανακατασκευάσουν εξ ερειπιών ένα εκκλησάκι το οποίο έφερε το όνομα "Των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού". Επιλέγουν να ξοδέψουν χρήματα για την αναστύλωση αυτή καθώς οι Κοσμάς και Δαμιανός ήταν αδέλφια ιατροί και οι δύο θεράπευαν χωρίς να λαμβάνουν χρήματα, γιαυτό και ονομάστηκαν "Ανάργυροι" (δηλαδή άνευ χρημάτων). Αδέλφια με στενούς δεσμούς μεταξύ τους, οι Ζώηδες και στην ζωή και στα επαγγελματικά, πιθανότατα εμπνεύστηκαν από την δράση αυτών των αδελφών αγίων. Αν και επισήμως ονομάζουν έτσι το ναό, ωστόσο από την πρώτη ημέρα αποκαλείται ήδη "Άγιος Κοσμάς".    
   
Πρωινό 14ης Σεπτεμβρίου και Πειραιώτες στην καταγωγή οι περισσότεροι, αρχίζουν να συγκεντρώνονται  για τον ετήσιο εορτασμό της εκκλησίας του Αγίου Κοσμά 

Το εκκλησάκι αυτό μετά την ολοκλήρωσή του, τέθηκε υπό την προστασία τους και γίνεται η εκκλησία της οικογενείας η οποία αφήνει πλέον τον εκκλησιασμό στον Άγιο Σπυρίδωνα (τον πολιούχο του Πειραιά) και όλες οι λειτουργίες γίνονται στο ναό αυτό καθώς και όλες οι βαπτίσεις των μελών της Οικογένειας Ζώη. 


Η γενέθλια πόλις ο Πειραιάς ακριβώς έναντι του Ακρωτηρίου Αγίου Κοσμά. Η απόσταση μεγάλη με τα μέσα της εποχής εκείνης

Στις 9 Νοεμβρίου του 1904 ο Βασιλιάς Γεώργιος Α΄ συνοδευόμενος από τον Υποστράτηγο Ι. Παπαδιαμαντόπουλο, σε περίπατο με άμαξα, κατεβαίνουν τη Λεωφόρο Συγγρού με σκοπό να φθάσουν στο Παλαιό Φάληρο. Ο Βασιλιάς ζητά να προχωρήσουν και πιο κάτω στην παραλιακή οδό και φτάνει στο μικρό εκκλησάκι. Εντυπωσιασμένος από τον χώρο του ακρωτηρίου, δίνει εντολή ο δρόμος να στρωθεί καταλλήλως μέχρι του Αγίου Κοσμά "δια να γίνει ούτως ένας θαυμάσιος περίπατος". Έτσι από το 1904 η πρόσβαση στο ναό γίνεται ευκολότερη. Ο σημερινός ασφαλτοστρωμένος δρόμος, πραγματοποιήθηκε επί του αρχικού μονοπατιού στο οποίο είχε διαβεί ο Βασιλιάς.


Εφημερίδα ΣΚΡΙΠ - 1904

Στις 4 Σεπτεμβρίου του 1906 παραγγέλθηκε στον Χριστόφορο Αναστασάκη, Πειραιώτη αγιογράφο και εικονογράφο, η κατασκευή μιας μεγάλης εικόνας που μαζί με την εικόνα των Αγίων Αναργύρων (Κοσμά και Δαμιανού) θα κοσμούσε το εσωτερικό της μικρής αυτής εκκλησίας. Ήταν η εικόνα της "Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού". Η εικόνα αυτή φιλοτεχνήθηκε καθώς Σεπτέμβριο αποφάσισαν την κατασκευή του ναΐσκου αυτού και θεώρησαν ως σημάδι την εποχή που εορτάζεται μια από τις μεγαλύτερες δεσποτικές εορτές της Ορθοδοξίας της Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού στις 14 Σεπτεμβρίου.

Εν Πειραιεί τη 4 Σεπτεμβρίου 1906
 Το νέο της δημιουργίας αυτού του μικρού ναού που χάρη συντομίας αναφέρεται πλέον αποκλειστικά και μόνο ως "Άγιος Κοσμάς", στο εξοχικό ακρωτήρι μαθαίνουν στο μεταξύ κι άλλες οικογένειες από τον κύκλο της οικογένειας Ζώη, οι οποίες συμμετέχουν στην προσφορά της εικόνας της Ύψωσις του Τιμίου Σταυρού και που αναγράφονται επί της εικόνας. Διαβάζουμε: 

"Δαπάνη Πέτρου Ζώη, Παναγιώτη Ζώη, Μιχ. Άννη, Απ. Παππαχατζή, Παύλου Ζώη, Στ. Νικολάου, Μιχ. Ζώη, Σπ. Νικολάου, Ν. Νικολάου, Κων. Κούρτη, Αλ. Μωραΐτη, Σπ. Μωραΐτη, Παν. Μωραΐτη, Παν. Στεργίου, Γ. Σεραφοπούλου, Γ. Ρούσου, Σ. Δεβεσιάδου, Ν. Μωραϊτίνη, Στ. Χατζηγρηγορίου, Γαβριήλ Αγγέλου, Γ. Τσαλακοπούλου"   



Η συνήθεια του να μαζεύεται πλέον όλη η οικογένεια όπου κι αν βρίσκεται κάθε 14 Σεπτεμβρίου στην εκκλησία αυτή, γίνεται με τα χρόνια έθιμο, σχεδόν κανόνας απαράβατος. Όπου κι αν βρίσκονται μέλη της οικογένειας ή φίλοι που γνωρίζουν το γεγονός, συναθροίζονται από το πρωί και παρακολουθούν τη λειτουργία. Τα παλαιότερα χρόνια μετά το πέρας της λειτουργίας, ακολουθούσε τραπέζι με φαγητά που ο καθένας είχε παρασκευάσει από την προηγούμενη και γλέντι μέχρι αργά το βράδυ. Όταν ο καιρός το επέτρεπε το μεσημεριανό μπάνιο περιλαμβάνεται κι αυτό στα "έθιμα" της ημέρας εκείνης. 



Κατά την παράδοση στο μέρος που ευρέθη ο Τίμιος Σταυρός, εφύτρωσε βασιλικός, γιαυτό και στις 14 Σεπτεμβρίου στον Άγιο Κοσμά, διανέμεται βασιλικός από τους κήπους πέριξ της εκκλησίας που είναι γεμάτοι από βασιλικούς. 

Με τα χρόνια το εκκλησάκι όχι μόνο γίνεται γνωστό, αλλά και ονοματίζει όλη την περιοχή ως περιοχή του Αγίου Κοσμά. Στο μεταξύ δίπλα στο εκκλησάκι προστίθονται κι άλλες κατασκευές καθώς η περιοχή ήταν παντελώς έρημος με δύσκολη πρόσβαση, η μετακίνηση επίσης δύσκολη. Η ανάγκη να υπάρξει δίπλα στο ναό κάποιο καταφύγιο για διανυκτέρευση ή για αποθήκευση τροφίμων επιτακτική. Στο μυαλό των Ζώηδων εκτός αυτού, στριφογυρίζει και το ενδεχόμενο ίδρυσης Μονής με κέντρο το μικρό εκκλησάκι. Γιαυτό και κατασκευάζουν ένα οίκημα με κάποιες προμήθειες και πρόχειρα καταλύματα που κατά το συνήθειο της εποχής ονομάζεται "μπακάλικο".

Στο μυαλό της οικογενείας Ζώη στριφογυρίζει το ενδεχόμενο ίδρυσης Μονής με κέντρο το μικρό εκκλησάκι. Γιαυτό και κατασκευάζουν ένα οίκημα με κάποιες προμήθειες και πρόχειρα καταλύματα. 


Με ημερομηνία 29 Νοεμβρίου 1905 βρίσκουμε την εξής αναφορά:

"Είχα πολλάκις ακούσει το όνομα αυτής της τοποθεσίας, χωρίς να φαντάζωμαι ότι ο Άγιος Κοσμάς ήτο η ογκώδης οικοδομή, ήτις φαίνεται πέραν επί χαμηλού τινος ακρωτηρίου. Ο Άγιος Κοσμάς αποτελείται από ναΐσκον με τρία κελλιά και μπακάλικον. Από το μέρος της θαλάσσης ο χώρος του κλείεται υπό περιβόλου επιστεγασμένου, έχοντος σειράν μεγαλοπρεπών παραθύρων. Εκτός των πολυαρίθμων κυνηγών τους οποίους είδαμεν κατά μήκος της παραλίας, ευρήκαμεν και εις τον Άγιον Κοσμάν δύο...
Εις τον Άγιον Κοσμάν εκάμαμεν μιαν αληθινήν ανακάλυψιν της οποίας την έκπληξιν θα συμμεριστούν με ημάς πολλοί".

Η έκπληξη του να βρεις ναό με αποθήκη "μπακάλικο" που μπορούσε να προμηθεύσει τρόφιμα τον χαμένο διαβάτη, σε μια περιοχή που μόνο κυνηγοί σύχναζαν, ήταν πολύ μεγάλη. Το κοντινότερο οίκημα ήταν οι Πύργοι στο Κτήμα Χασάνη.





Σε άλλο δημοσίευμα εποχής (1905) βρίσκουμε κυνηγούς έξω από τον ναΐσκο να ρωτούν για το πλησιέστερη ανθρώπινη παρουσία στην περιοχή: 

"- Μου έδειξαν πέρα προς τον Υμηττόν μεταξύ δύο λόφων μια λευκή οικοδομή εν μέσω δένδρων. Επί εκάστου δε των εκατέρωθεν λόφων εφαίνετο Πύργος. 
- Τι Πύργοι είναι αυτοί;
- Είναι τα κτήματα και οι Πύργοι του Βαρώνου Χασάνη. Ο Χασάνης ζει μόνος του σαν λύκος. Αναγκάζει αυτούς που έρχονται για να φορτώσουν άμμο, να του πληρώσουν φόρο, μια δραχμή το κάρρο. Είναι ιδιότροπος αλλά όχι τρελός." 

Το 1934 όλη η ελληνική κοινωνία συγκλονίζεται όταν στα βραχάκια του Αγίου Κοσμά, βρίσκεται νεκρή η Λετονή βαρόνη Δωροθέα ντε Ροπ, πρώην ερωμένη του Βασιλιά της Αλβανίας Αχμέτ Ζώγου. Η Δωροθέα εμφανίζεται ότι έχει αυτοκτονήσει. Όμως τα στοιχεία δείχνουν υπόθεση κατασκοπείας. Ο βίος της και η ιστορία της έχουν αναρτηθεί εδώ.

Η εικόνας της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού
Στο εσωτερικό του ναού του Αγίου Κοσμά
Τα αγνά αισθήματα αυτών των πρώτων Πειραιωτών, δεν τους οδήγησαν σε ένστικτα δεδομένα για την εποχή μας. Καταπάτηση γης, τίτλους ιδιοκτησίας ή δικαστικές διαμάχες. Απλά εξετέλεσαν το έργο τους άνευ κάποιας σκοπιμότητας, παρά μόνο της πίστης που είχαν και της καλής μαρτυρίας. Το τοπίο πέριξ της εκκλησίας, έκτοτε άλλαξε ριζικά. Το εκκλησάκι πέρασε στην κυριότητα της "Ιεράς Μητρόπολις Γλυφάδας, Ελληνικού, Βούλας, Βουλιαγμένης και Βάρης". Ο Πειραιάς ξεχάστηκε όπως και οι Πειραιώτες ιδρυτές του.



Με τα χρόνια οι γενιές άλλαξαν. Η ζωή έγινε πιο δύσκολη πιο απαιτητική. Κάθε χρόνο στις 14 Σεπτεμβρίου ήταν δύσκολο τα εγγόνια ή τα δισέγγονα να έρχονται για την ετήσια εορτή αφού η ημερομηνία έπεφτε εργάσιμη ημέρα και ώρα. Οι παλαιές γενιές χάνονταν και οι νέες δύσκολα ακολουθούσαν το έθιμο. Σήμερα λίγοι απόγονοι συγκεντρώνονται για να τιμήσουν τόσο το εκκλησάκι, όσο και την μνήμη των πατέρων.


Το ακρωτήρι αυτό κάποτε χρησιμοποιήθηκε και ως ναυτικό παρατηρητήριο

Επίσης είναι πολύ δύσκολο σήμερα να φανταστεί που γίνονταν όλα αυτά στον μικρό προαύλιο χώρο που έχει μείνει γύρω από την εκκλησία. Κοσμικά κέντρα διασκέδασης, εγκαταστάσεις νύχτας και κέρδους έχουν "καταπιεί" το μικρό εκκλησάκι που στέκει φρουρός του παρελθόντος. Από δίπλα κάδοι απορριμμάτων από παρακείμενη κουζίνα κέντρου, διακοσμούν τον χώρο. Μια ζωγραφισμένη εικόνα ως φόντο προσπαθεί να επαναφέρει την ηρεμία στον χώρο που εξαφανίστηκε βιαίως. 

Μια ζωγραφισμένη εικόνα ως φόντο προσπαθεί να επαναφέρει την ηρεμία στον χώρο που εξαφανίστηκε βιαίως.





Δεν θα πω τίποτα άλλο παρά μόνο θα κλείσω με ένα Πειραιώτικο τραγούδι, αφιερωμένο στο εκκλησάκι του Αγίου Κοσμά, που τραγουδούν ανήμερα της εορτής με κιθάρες και ακορντεόν για 119 χρόνια τώρα:


Πιο πέρα από το Φάληρο
επάνω σ΄ ένα βράχο
είναι ένα εκκλησίδιο
από ομορφιές γεμάτο

Αυτό το εκκλησίδιο
Άγιος Κοσμάς καλείται
κι όποιος πρώτη φορά ελθεί
πάντα το ενθυμείται

Και πως να μην το θυμηθεί
που είναι εξοχή ωραία 
και πέρναγαν θαυμάσια
όλοι μαζί παρέα

Εκεί θα δεις τους Ζώηδες
να παίζουν σαν παιδάκια
να τρέχουν να χοροπηδούν
μ΄ ωραία τραγουδάκια

Σ΄ αυτό το εκκλησίδιο
όλοι αγαπημένοι
περνούσανε τις μέρες τους
πολύ ευτυχισμένοι 

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"