Τζάνειο Νοσοκομείο Πειραιώς (Πορεία στον χρόνο)


Η κατασκευή του άρχισε το 1866 και ολοκληρώθηκε το 1873, χρονολογία κατά την οποία το Τζάνειο Νοσοκομείο ξεκίνησε την λειτουργία του


του Στέφανου Μίλεση

Στην εκπνοή του καλοκαιριού του 1864, ο συμβολαιογράφος Γεώργιος Ηρακλείδης βρισκόταν στο γραφείο που διατηρούσε σε μισθωμένο χώρο, εντός της οικίας του Πολυχρόνη Κορωναίου, στην οδό Τσαμαδού. Άκουσε την εξώπορτα του γραφείου του που κάποιος χτυπούσε δυνατά και ανυπόμονα. Το παράξενο της απρόσκλητης αυτής επίσκεψης είχε να κάνει με το γεγονός ότι λόγω ημέρας -ήταν Κυριακή- δεν υπήρχε κανονισμένη καμία επαγγελματική συνάντηση.

Στην πόρτα του συμβολαιογραφείου εμφανίστηκε ένας άνδρας που ο συμβολαιογράφος γνώριζε ελάχιστα, χρηματιστής στο επάγγελμα, που λεγόταν Γεώργιος Στέλιος. Σχεδόν λαχανιασμένος από το τρέξιμο ο χρηματιστής, μετέφερε μήνυμα ενός πλουσίου εμπόρου και κτηματία με καταγωγή από τα Κύθηρα, γνωστού όμως και στον Πειραιά όπου διέμενε, του Νικήτα Τζανή.


Ο Τζανής διεμήνυε στον συμβολαιογράφο μέσω του αγγελιαφόρου του, να μεταβεί το δυνατόν συντομότερα στο σπίτι του γιατί είχε να του ανακοινώσει κάτι σημαντικό αλλά και συνάμα ιδιαίτερο. Πραγματικά, μπροστά ο χρηματιστής και πίσω ο συμβολαιογράφους κίνησαν πεζή να μεταβούν στο σπίτι του Τζανή, όπου βρισκόταν στην Ακτή Ποσειδώνος κοντά στην δημοτική αγορά.

Εκεί τον βρήκαν ξαπλωμένο στο κρεβάτι, ασθενή και καταβεβλημένο. Σε ερώτηση του συμβολαιογράφου για την αιτία της ξαφνικής ειδοποίησης ο Τζανής αποκρίθηκε ότι επιθυμούσε να συντάξει την διαθήκη του άμεσα, καθώς από τις τελευταίες τρεις ημέρες ήταν άρρωστος έχοντας χάσει μάλιστα την κίνηση του δεξιού του χεριού και δεν αισθανόταν τον εαυτό του γενικά σε καλή κατάσταση. Ο συμβολαιογράφος τότε διευκρίνισε ότι για τη σύνταξη της διαθήκης καθώς αδυνατούσε ο Τζανής να υπογράψει λόγω της παραλυσίας του χεριού του, όφειλε να βρεθούν τέσσερις μάρτυρες. Πραγματικά δεν πέρασε πολύ ώρα όταν στο δωμάτιο του Τζανή βρέθηκαν να παρίστανται οι τέσσερις μάρτυρες που δεν ήταν τυχαίοι, αλλά σημαντικά πρόσωπα της πειραϊκής κοινωνίας. Επρόκειτο για τους Παύλο Καλλιγά (Δικηγόρο Αθηνών κάτοικο ενορίας Αγίου Γεωργίου Καρύτση), Νικόλαο Μελετόπουλο (έμπορο, κάτοικο Πειραιώς στην ενορία του Αγίου Σπυρίδωνα) καθώς και τους Αθανάσιο Ζωγράφο και Βασίλειο Δασκαλόπουλο που ασκούσαν το επάγγελμα του εμπόρου και ήταν επίσης κάτοικοι Πειραιά. Αφού ο Τζανής ζήτησε να κλείσουν οι πόρτες του δωματίου του και να μείνουν εντός αυτού μόνο ο συμβολαιογράφος και οι τέσσερις μάρτυρες άρχισε να υπαγορεύει την διαθήκη του. Αφού μερίμνησε πρώτα για την αποκατάσταση της γυναίκας του Ελένης Ζαννή (εκ Σμύρνης), προχώρησε με την αποκατάσταση της αδελφής του, των ανιψιών του και άλλων συγγενών που διέμεναν στον Πειραιά και στα Κύθηρα. Προς το τέλος της διαθήκης μερίμνησε για το Δημοτικό Νοσοκομείο Πειραιά, που επί των ημερών του η ίδρυσή του απασχολούσε την δημοτική αρχή καθώς η πόλη δεν διέθετε μέχρι τότε νοσοκομείο.



Η προτομή του διαθέτη Νικήτα Τζανή στην είσοδο του Τζανείου Νοσοκομείου




Με αυτόν τον τρόπο λοιπόν ο Νικήτας Τζαννής (ή Ζαννής ή Τζάννε) έμπορος και κτηματίας, με καταγωγή από τα Κύθηρα, κάτοικος Πειραιώς, με την υπ΄ αριθμ. 840 διαθήκη του έθεσε τις βάσεις για την οικοδόμηση του πρώτου νοσοκομείου στον Πειραιά.  


Ο Τζανής άφησε 45 χιλιάδες δραχμές, ενώ φροντίζοντας ακόμα και τη μελλοντική συντήρησή του, άφησε έναντι της Πλατείας Απόλλωνος (σημερινή Πλατεία Καραϊσκάκη) αποθήκες με τον όρο όμως να μην αυξήσουν στους ήδη υπάρχοντες ενοικιαστές το μίσθωμα, σκεπτόμενος την προστασία τους. Με τα χρήματα του διαθέτη Νικήτα Τζανή (υπ΄ αριθμ. 840 διαθήκη) και του Δήμου Πειραιά δύο χρόνια αργότερα, το 1866, τέθηκε ο θεμέλιος λίθος του πρώτου νοσοκομείου της πόλης, που ολοκληρώθηκε και εγκαινιάστηκε το 1873. Το Δημοτικό Νοσοκομείο Πειραιώς έλαβε το όνομα του ευεργέτη και ονομάστηκε «Τζάνειο Δημοτικό Νοσοκομείο Πειραιώς» ενώ η οικοδόμηση πραγματοποιήθηκε επί δημαρχίας Δημητρίου Μουτζόπουλου.



Αξίζει να αναφερθεί πως οι δύο οικίες που ο Τζανής κληροδότησε στην σύζυγό του Ελένη, οι οποίες απέφεραν εισόδημα 10.000 δρχ. ετησίως, αποτέλεσαν τη βάση για την ίδρυση του Ορφανοτροφείου Αρρένων στον Πειραιά, που θα μείνει γνωστό ως "Τζάνειο Ορφανοτροφείο Αρρένων". 

Το Τζάνειο νοσοκομείο στάθηκε εκτός από αρωγός του πειραϊκού πληθυσμού και βασικός πυλώνας ανάπτυξης του πειραϊκού λιμανιού. Κι αυτό συνέβη διότι στον Πειραιά είχαν συγκεντρωθεί δεκάδες ξένες ατμοπλοϊκές εταιρείες όπως η Μεσαζερί, η Λόυδ αλλά και πλήθος πρακτορείων. Διαρκώς σε αυτό κατέφταναν ξένα πολεμικά και εμπορικά πλοία, τα πληρώματα των οποίων, κάθε φορά που έπρεπε να νοσηλευθούν, αδυνατούσαν αφού ο Πειραιάς δεν διέθετε νοσοκομείο. Ο αρχικός οργανισμός του νοσοκομείου στηρίζονταν σε νόμο του 1836 που αφορούσε τα ευαγή ιδρύματα. 



Ο κανονισμός αυτός προέβλεπε για την λειτουργία του νοσοκομείου, εποπτεία από επιτροπή, «Αδελφάτο» λεγόταν, μέλος της οποίας διετέλεσε αργότερα και ο μέγας ιατροφιλόσοφος Θεόδωρος Αφεντούλης το όνομα του οποίου φέρει σήμερα η κεντρική λεωφόρος που οδηγεί στο νοσοκομείο που αρχικά καλείτο λεωφόρος Νοσοκομείου. Ο Αφεντούλης υπήρξε Καθηγητής της Φαρμακολογίας και Παθολογικής Ανατομικής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μια σημαντική προσωπικότητα που διαδραμάτιζε ενεργό ρόλο στα πολιτιστικά δρώμενα του Πειραιά. Το πρώτο «Αδελφάτο» αποτελούταν από τον Θεόδωρο Ρετσίνα ως Πρόεδρο, που ήταν Δήμαρχος Πειραιά και μέλη τους Ν. Γιουρτή, Ι. Καλοσούκα, Ε. Ξανθό, Ι. Δημόκα και Γ. Ορλάνδο.



Δυστυχώς τα έσοδα από την δωρεά του Νικήτα Τζανή που αφορούσαν είσπραξη ενοικίων από ακίνητα στην Πλατεία Απόλλωνος διεκόπησαν για κάποια χρονική περίοδο, καθότι στις 27 Ιουνίου 1901 τα ακίνητα καταστράφηκαν ολοσχερώς από φωτιά, στερώντας το νοσοκομείο εσόδων, ευτυχώς για ένα μόνο έτος. Στην θέση των αποθηκών ανεγέρθηκε νέα οικοδομή που στις  13 Ιουλίου του 1902 άρχισε να διατίθεται προς πενταετή ενοικίαση.


Το Τζάνειο Νοσοκομείο το 1875 



Το Τζάνειο ως Φιλανθρωπικό ίδρυμα:

Το Τζάνειο ως δημοτικό νοσοκομείο αποτελούσε ένα σπουδαίο φιλανθρωπικό ίδρυμα τα πρώτα χρόνια λειτουργίας του. Ο φιλανθρωπικός του χαρακτήρας ήταν αναγνωρισμένος από το σύνολο των Πειραιωτών, γεγονός που αποδεικνύεται από τις δωρεές και εράνους των κατοίκων που συγκεντρώνουν χρήματα δια εράνων με τη χρήση «δίσκων και κυτίων». Την αγάπη, φροντίδα και μέριμνα για τη σωστή λειτουργία δεν έδειχναν όμως μόνο ο απλός λαός αλλά και οι εύποροι Πειραιώτες που στάθηκαν σε διαφορετικές χρονικές στιγμές ευεργέτες στο νοσοκομείο όπως οι Δημ. Κολυμβάς, Δημ. Σαλιπούλας, Κ. Ζέππος, Λ. Οικονομίδης, Ε. Δηλαβέρης, Μ. Πετούση, Γ. Πετρολέκας, Κ. Δηλαβέρης, Ζ. Παπανικολάου που ανακηρύχθηκαν μεγάλοι δωρητές.  Τα νοσοκομεία όπως και όλα τα κοινωφελή ιδρύματα την εποχή εκείνη θεωρούντο Φιλανθρωπικά και η λειτουργία τους σε καμία περίπτωση δεν έθετε ως προαπαιτούμενο την κερδοφορία! Όλες οι υπηρεσίες παρέχονταν δωρεάν, με δημοτικά έξοδα ενώ διασκευάζονται μόνο 6 κλίνες για ασθενείς «επί πληρωμή»! Κατά το 1898 εισήχθηκαν 742 ασθενείς. Υπολογίζεται δηλαδή ότι το νοσοκομείο διενεργούσε περίπου 50 εισαγωγές καθημερινά, σε ετήσια βάση. Το νοσοκομείο παρείχε την συνδρομή του και σε εξωτερικούς ασθενείς, ενώ χορηγούσε δωρεάν φάρμακα αξίας 5.000 δραχμών ετησίως σε απόρους Πειραιώτες! Ειδικά για αυτούς τις ημέρες Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο είχε ορισθεί να προσέρχονται για δωρεάν εξέταση οφθαλμών! 



Ο Δήμαρχος Πειραιώς Μανούσκος σε επίσκεψη στο Τζάνειο Νοσοκομείο το 1939


1939 - Ένα από τα ασθενοφόρα ιδιοκτησίας Δήμου Πειραιώς


Υπό την προστασία της Βασίλισσας ή του Δημάρχου;


Το Νοσοκομείο από την έναρξη λειτουργίας του βρίσκονταν υπό την προστασία της Βασίλισσας Όλγας η οποία όμως είχε παρεμβατικό χαρακτήρα στην λειτουργία του νοσοκομείου. Χαρακτηριστικό είναι το επεισόδιο που σημειώθηκε τον Αύγουστο του 1904, όταν ο Διευθυντής του νοσοκομείου Ν. Ξανθός παραιτήθηκε. Για τον διορισμό νέου Διευθυντή το Αδελφάτο, ανέμενε την επιστροφή της Βασίλισσας Όλγας από την Ρωσία καθώς είχε εκφράσει την επιθυμία «όπως ληφθεί και η υψηλή συγκατάθεσή της δι΄ οιονδήποτε διορισμόν του φιλανθρωπικού τούτου ιδρύματος». Η υψηλή βασιλική προστασία, διαρκώς έφερνε προστριβές στον Δήμο Πειραιώς, καθότι ως χρηματοδότης του νοσοκομείου επιθυμούσε να έχει τον αποκλειστικό λόγο στην Διοίκηση του. Τελικώς κατά τον Μάρτιο του 1901 ανακοινώνεται η τροποποίηση του κανονισμού και συνεπώς η άσκηση εποπτείας εκ μέρους της Βασιλίσσης. Όμως ο νέος αυτός κανονισμός ουδέποτε δημοσιεύεται. Έκτοτε για κάθε πρόσληψη ιατρού, διορισμό Διευθυντού  ή ρύθμιση άλλου θέματος του νοσοκομείου, θα υπάρχει σχεδόν πάντα διαφωνία μεταξύ Δημάρχου και Βασίλισσας. Τελικώς στις 31 Μαΐου του 1905 ο υπασπιστής της Βασίλισσας Μεσαλάς με επιστολή προς το «Αδελφάτο» αίρει την Υψηλή της προστασία λόγω κωλυσιεργίας! Η παραίτηση της εποπτείας εκ μέρους της Βασίλισσας Όλγας είχε περισσότερο να κάνει με την διάθεση δικών της κεφαλαίων με τα οποία είχε προχωρήσει στην ίδρυση του Ρώσικου Νοσοκομείου λίγα μέτρα μακριά από το Τζάνειο.



Απαίτηση δια τροποποίηση του νόμου του 1836 περί ευαγών ιδρυμάτων ώστε να προβλέπει και την υψηλή βασιλική προστασία (δημοσίευμα του 1900)


  
Το Τζάνειο ξεκίνησε να λειτουργεί με 54 κλίνες που με τα χρόνια και τις προσθήκες νέων τμημάτων αυξάνονταν. 

Το 1934 (30 Δεκεμβρίου) εγκαινιάσθηκε η νέα χειρουργική πτέρυγα παρουσία του Πρωθυπουργού Τσαλδάρη και του Δημάρχου Πειραιώς κ. Στρατήγη, που αποτέλεσε επίτευγμα μιας άλλης μεγάλης δωρεάς, αυτής του Δημητρίου Σαλιπούλα και σε αυτήν στεγάστηκε το χειρουργικό τμήμα του νοσοκομείου.  



Η νέα Χειρουργική Πτέρυγα του Ζαννείου που εγκαινιάσθηκε στις 30 Δεκεμβρίου του 1934


Το 1942 την περίοδο της Γερμανικής κατοχής, το Τζάνειο όπως και όλα τα νοσοκομεία που ανήκαν μέχρι τότε σε Δήμους, έγιναν ανεξάρτητοι οργανισμοί, εποπτευόμενοι από μια κεντρική αρχή. Αυτό φυσικά δεν έγινε για το δημόσιο συμφέρον, αλλά εφαρμόστηκε σε όλες τις κατακτημένες από τους Γερμανούς χώρες, με αποκλειστικό γνώμονα τον έλεγχο των νοσοκομείων. Η τακτική αυτή θα εφαρμοσθεί ξανά αργότερα μεταπολεμικά, με πρόσχημα τον έλεγχο δαπανών και την κερδοφορία.

Το 1954 ο Δήμος Πειραιώς αντιμετωπίζοντας οικονομικό πρόβλημα πρότεινε τη μείωση των κλινών. 

Το 1971 το παλαιό πανέμορφο κτήριο με τη μεγάλη ιστορία κατεδαφίστηκε και στην θέση του ανεγέρθηκε το νέο εξαώροφο κτήριο που υπάρχει μέχρι και σήμερα.



Το Τζάνειο Νοσοκομείο σε μια μοναδική απεικόνιση του 1957 από την ταινία "Λατέρνα, φτώχεια και γαρύφαλλο" με τους Μίμη Φωτόπουλο και Βασίλη Αυλωνίτη. Δεξιά των δύο πρωταγωνιστών κόσμος που αναμένει την είσοδο στο νοσοκομείο.



Το 1986 μέρος παιδιατρικού τμήματος μεταφέρθηκε στο Κέντρο Μητέρας Παιδιού, σε παράρτημα του νοσοκομείου που λειτουργούσε στην Γρηγορίου Λαμπράκη 83.

Το 1999 (15 Μαΐου) η παλαιά ΣΑΛΙΠΟΥΛΕΙΟΣ ΠΤΕΡΥΓΑ του νοσοκομείου κατεδαφίστηκε επίσης και την θέση της κατέλαβε νέα πενταώροφη. 


Θεόδωρος Αφεντούλης:



Την οργανωτική του δομή στα πρώτα του βήματα το Τζάνειο νοσοκομείο την οφείλει στον μεγάλο Πειραιώτη Θεόδωρο Αφεντούλη (Καθηγητή Παθολογικής ανατομικής και φαρμακολογίας) ο οποίος έγινε γνωστός περισσότερο ως ιατροφιλόσοφος. Η προτομή του Αφεντούλη βρίσκεται σήμερα έμπροσθεν του νοσοκομείου και το όνομά του έχει λάβει και η κεντρική οδός που οδηγεί σε αυτό, οδός Αφεντούλη (πρώην οδός Νοσοκομείου). Στην βάση της αναγράφει "1824 - 1893. ΤΩ ΙΑΤΡΟΦΙΛΟΣΟΦΩ ΘΕΟΔΟΡΩ ΑΦΕΝΤΟΥΛΗ Ο ΔΗΜΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ/ ΕΠΙ ΔΗΜΑΡΧΙΑΣ ΜΙΧ. ΜΑΝΟΥΣΚΟΥ" 


Λεωφόρος Αφεντούλη. Στο βάθος διακρίνεται η παλαιά είσοδος του Τζανείου Νοσοκομείου με το αέτωμα και τις χαρακτηριστικές κολώνες

Ο εκ Ζαγοράς Πηλίου καταγώμενος Θεόδωρος Αφεντούλης (γεν. 1824), κατά την διάρκεια της λαμπρής σταδιοδρομίας του συνέδεσε το όνομά του με τα πρώτα βήματα του Ζαννείου Νοσοκομείου (Εποχή Αδελφάτου). Αρχή του Αφεντούλη απετέλεσε το "Ουδείς Έλλην ιατρός αφιλοσόφητος".

Συνέδεσε το όνομά του με την πόλη του Πειραιώς για δύο λόγους. Ο μεν πρώτος ότι προσέφερε τις υπηρεσίες του αμισθί στους αναξιοπαθούντας και στους απόρους του Πειραιά αλλά και όσους δήλωναν αδυναμία πληρωμής. Ο δεύτερος λόγος ότι συμμετείχε σε όλα τα δρώμενα της πόλης του Πειραιώς, συγγράφοντας μάλιστα πανηγυρικούς λόγους που διάβαζε ο ίδιος κατά την διάρκεια επετείων και εορτών, ενώ ξεκινούσε τους περισσότερους λόγους του με την φράση "Άνδρες Πειραιείς".

Όσο για το επιστημονικό του και συγγραφικό του έργο ήταν τεράστιο και η απλή αναφορά του μόνο θα αποτελούσε ξεχωριστό αφιέρωμα...

Ο αγνός αυτός επιστήμονας, πατριώτης και φιλόσοφος, πέθανε στον Πειραιά το 1893.

Κάρολος Ράϊγχολ. Ο ξεχασμένος πρώτος Χειρούργος του Ζαννείου:

Εκτός από τον Θεόδωρο Αφεντούλη, από το νοσοκομείο αυτό είχε την τύχη να διέλθει και άλλον ένας δεινός χειρούργος, ο Γερμανός Φιλέλληνας και Έλλην πολίτης στην συνέχεια, Κάρολος Ράϊγχολ. Ο Ραϊγχολ ήταν και ο μοναδικός συγγραφέας που έγραψε στα Ελληνικά την γραμματική της Αλβανικής γλώσσας! Ο Κάρολος ήταν χειρούργος του Βασιλικού Ναυτικού με παράλληλη δράση και στο Ζάννειο Νοσοκομείο και όταν πέθανε κληροδότησε την βιβλιοθήκη του στο Νοσοκομείο. Παρόλο που ο Ράϊγχολ υπηρέτησε το Ζάννειο για πολλά έτη, ατυχώς λησμονήθηκε πολύ γρήγορα, ακόμα και όταν σε παλαιότερη εποχή γίνονταν η παραλαβή του νέου χειρουργικού Τμήματος και ενώ ονομάζονταν διάφορες αίθουσες αυτού με ονόματα άλλων, δεν έτυχε αυτός που ήταν ο Πρώτος χειρούργος του Νοσοκομείου, να λάβει μια αίθουσα το όνομά του! Ο μόνος που όρθωσε κάποτε την φωνή του, για την παράλειψη αυτή, ήταν ο Καθηγητής Χειρουργικής Παύλος Ιωάννου, που με ανακοινώσεις στον ημερήσιο τύπο, ανέφερε πως η πεποίθηση των κατοίκων του Πειραιά αλλά και των ξένων πληρωμάτων, ήταν θετική λόγω του Καρόλου Ράϊγχολ.


Παραλειπόμενα:


1903 - Οφθαλμίατρος Ζαννείου και στο Ρωσσικού Νοσοκομείου Πειραιώς


1904 - Ξενοδοχείο ΚΟΝΤΙΝΕΝΤΑΛ - Ένα νεόδμητο Μέγαρο του Ζαννείου Νοσοκομείου



(Επί της Λεωφόρου Αφεντούλη μπορείτε να διαβάσετε για την ιστορία του Δεύτερου Γυμνασίου Πειραιώς)


Αντώνιος Αντωνιάδης. Ο εκ Πειραιώς Γυμνασιάρχης, ποιητής και συγγραφέας

Αντώνιος Αντωνιάδης. Γυμνασιάρχης, Δραματογράφος, Ποιητής, Συγγραφέας και ένας εκ των Ευεργετών του Εθνικού Πανεπιστημίου




Ο Αντώνιος Αντωνιάδης γεννήθηκε στον Πειραιά στις 6 Ιανουαρίου του 1836 και πέθανε στην Αθήνα στις 3 Μαρτίου του 1905 (ημέρα Πέμπτη). Θεωρείται από τους πρώτες μεγάλες πνευματικές μορφές που γεννήθηκαν στον Πειραιά εκ της συστάσεώς του ως Δήμος το 1835.

Στην καταγωγή ήταν Κρητικός εκ του πατρός του Ιωάννη.

Σε ηλικία 17 ετών ο Αντώνιος ενεγγράφη στην Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στις 17 Δεκεμβρίου 1858 αναγορεύθηκε Διδάκτορας της Φιλοσοφίας. 

Αρχικά διορίσθηκε Καθηγητής στο Γυμνάσιο Πατρών, τον Φεβρουάριο του 1862 όμως απολύθηκε για πολιτικούς λόγους. Λίγο αργότερα όμως προσκλήθηκε στα Χανιά για να αναλάβει την θέση του Γυμνασιάρχη στο Γυμνάσιο της πόλης και παράλληλα να έχει υπό την εποπτεία του όλα τα σχολεία της περιοχής.

Ο Αντωνιάδης δεν περιορίσθηκε μόνο στο διδακτικό του έργο αλλά ανεδείχθηκε σπουδαίο ποιητικό ταλέντο. Συγγραφέας πλήθους διδακτικών βιβλίων, έγραψε πολλά ποιητικά διηγήματα και κωμωδίες. Τα έργα του αναφέρονται σε διάφορους αγώνες των Ελλήνων, τα δε δράματά του έχουν κατά κύριο λόγο ως πρότυπο τις αρχαίες ελληνικές τραγωδίες.

Το πρώτο του έργο "Φίλιππος ο Μακεδών" έλαβε το πρώτο βραβείο στον Βουτσιναίο Ποιητικό διαγωνισμό του 1865.

Το 1866 διορίσθηκε Καθηγητής του Γυμνασίου Πειραιά, ενώ αργότερα μετατέθηκε σε Γυμνάσιο Αθηνών. Την περίοδο εκείνη ίδρυσε τον Εθνικό Δραματικό Σύλλογο ο οποίος έγινε το Κέντρο παραστάσεων αρχαίων Ελληνικών δραμάτων. Εκτός όμως από τις παραστάσεις αρχαίων τραγωδιών, στον Εθνικό Δραματικό Σύλλογο, ο Αντωνιάδης ανέβασε και πολλά δραματικά έργα δικής του συνθέσεως. 

Ενδεικτικά αναφέρονται: 
Κατσαντώνης (1873), Μεσολογγιάδα (1875), Μάνα του Γενίτσαρου (1878), Αμβρόσιος των Μεδιολάνων (1878), Κρίσπον (1870), Παυσανίας (1887), Λάμπρος Τζαβέλλας (1892), Οδυσσέας Ανδρούτσος (1885), Μεσολόγγι και Κλείσοβα (1885), Μάρκος Μπότσαρης (1892), Ιωάννης Μαυρομιχάλης (1896), Αρχιστράτηγος Κολοκοτρώνης (1904), Αθηναΐδα (1892), Σκεντέρμπεης (1889), Καπετάνισσα του Παρνασού  (1893) κ.α.

Από την Κρητική καταγωγή του ενεπνεύστηκε και έγγραψε για τις Κρητικές παραδόσεις, τα ήθη, τα έθιμα και την γλώσσα σε ένα έξοχο επικό ποίημα με τίτλο "Κρητηΐδα", στο οποίο απεικόνιζε με γλαφυρότητα τα παθήματα των Κρητών από την Ενετική Δεσποτεία. Ο Πειραιάς όμως του οποίου ήταν γέννημα και θρέμμα υπήρξε γη λατρείας. Από το σκάσιμο των κυμάτων στους βράχους της Πειραϊκής, αντλούσε ο ποιητής τις εικόνες για τα ποιήματά του. Σε αυτές τις ακτές του άρεσε να απαγγέλει τους στίχους του και να ζητά την γνώμη των φίλων του, για αυτούς. 


Υπήρξε πρότυπο ενθουσιώδους διδασκάλου που διέπρεψε όχι μόνο ως Καθηγητής αλλά και ως συγγραφέας διδακτικών και επιστημονικών συγγραμμάτων και ενεργό μέλος πολλών συλλόγων. Πεθαίνοντας άφησε όλη του την περιουσία στο Εθνικό Πανεπιστήμιο, χωρίς μάλιστα να αφήσει κάποιο δεσμευτικό όρο ως προς την χρήση αυτής, ως συνήθως γίνεται.


"Εις το Εθνικόν Πανεπιστήμιον, εις το οποίον οφείλω αΐδιον ευγνωμοσύνην, διότι με εξεπαίδευσε, με εμόρφωσε και παντοιοτρόπως με συνέδραμεν, αφίνω τας εν Αθήναις οικίας μου, μετά τον θάνατο της πιστής υπηρέτριάς μου Βασιλικής Μ.Τ...
Ταύτας δε τας οικίας ευθύς μετά τον θάνατον αυτής θα λάβη το Πανεπιστήμιον ως ιδιοκτησίαν".



Με την πράξη του αυτή έγινε ένας από τους Ευεργέτες του Εθνικού μας Πανεπιστημίου, το οποίο σε ένδειξη ευγνωμοσύνης, χάραξε το όνομά του σε αναμνηστική στήλη ευεργετών.

1900 - Ωδή εις τον Πειραιά 
Η αγγελία θανάτου του, συνοδεύθηκε από τις  εφημερίδες της εποχής με αφιέρωση ειδικής στήλης, με το έργο του μεγάλου ποιητού (Εφημερίδα ΑΘΗΝΑΙ)
Γιαυτό και την επομένη του θανάτου του ο Ι.Κ. Βουλοδήμος, τον αποχαιρετά δημόσια λέγοντας:

 "Εις τοιότον τέκνο του ο Πειραιεύς, οφείλει λιβανωτόν τιμής και ευγνωμοσύνης, αφού ζώντος εκείνου δεν εορτάσθησαν τιμητικά ιωβηλαία, εις τοιούτον τέκνο του ο Πειραιεύς οφείλει τον ανδριάντα, τον ανδριάντα του διδασκάλου του, του ποιητού του, τον ανδριάντα του Αντώνιου Ι. Αντωνιάδου".
   
Πηγές:
- Κ. Δημαρά. Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας Τόμος 1ος, σελ. 337
- Οι ευεργέται των Πανεπιστημίων. βιογραφικόν απάνθισμα μετά εικόνων. Εν Αθήναις - Τυπογραφικά Καστασήματα Ταρουσόπουλου.
- Ανέμη. Ψηφιακή βιβλιοθήκη Νεοελληνικών Σπουδών
- Ψηφιακός θησαυρός Ελληνικής Ιστορίας και Πολιτισμού
- Ημερήσιος Τύπος της εποχής

Κυνηγώντας στο Νέο Φάληρο, του Εμμανουήλ Λυκούδη

1836 - Πειραιάς

"Λίγες από τις αναμνήσεις μου, της εποχής κατά την οποία παιδί, κυνηγούσα στο Αλίπεδο του Φαλήρου μ΄ ένα μόνο τουφέκι.

Τότε δεν είχε κτισθεί ακόμα ούτε το πρώτο σπίτι, όπου αποτέλεσε την αρχή του συνοικισμού στο Φάληρο. Ερημιά απόλυτος, και έδαφος βαρικό, υγρό σε όλη την έκταση.

Εκεί που είναι ο προς Πειραιά σταθμός του τροχιοδρόμου, όπου το ξενοδοχείο και ο σταθμός της εταιρείας του ηλεκτρικού, όπου το πάρκο και ακόμη εις αρκετήν έκταση γύρω, έπεφταν τον Απρίλιο και έβοσκαν κατά στίφη χιλιάδες τρυγώνια. Τα επλησίαζα εύκολα καθιστά, και δεν αποφάσιζα την ριξιά μου, αν δεν ήμουν βέβαιος ότι θα κρατήσω τρία τέσσερα.


Την αυτή εποχή δίπλα στο ρεύμα όπου περνούσε πλησίον του Ακταίου, και όπου και από τας δύο όχθας είχε τότε καλάμια, πρωί πρωί, στις βαρυχειμωνιές, χτυπούσαμε αρκετές πάπιες.
Σε όλη δε αυτήν την έκταση, όπου επάνω στην χλόη υπήρχε νερό, εκεί περπατούσαν πλήθος μπεκατσίνια και διαφόρων ειδών τουρλιά, με ησυχία, σαν σε κοινωνική συνάθροισι.

Αυτά κατά το 1864 - 1868.

Αλλά και στο 1887 - 1890 σκότωνα σε καρτέρι στη Σούδα του Νέου Φαλήρου, που ήσαν τότε εκεί που είναι η διασταύρωση του τροχιοδρόμου, πλήθος απριλιάτικα τρυγώνια, όπου πήγαιναν για να ποτισθούν." 


Έτσι περιγράφει ο Εμμανουήλ Λυκούδης τα χρόνια εκείνα που ως παιδί κυνηγούσε στις ερημιές του Φαλήρου! Τις αναμνήσεις αυτές τις δημοσιεύει το 1922 σε ένα βιβλίο με τίτλο "Το κυνήγι" (Εκδόσεις Αγκύρας). Ο Λυκούδης δεινός κυνηγός ο ίδιος, θυμάται τις εξορμήσεις του ανά την Ελλάδα, μεταξύ αυτών θυμάται τα έτη μεταξύ 1865 - 1869 όταν ήταν μαθητής Γυμνασίου Πειραιά τις εξορμήσεις του στο Νέο Φάληρο για μπεκάτσες, τρυγώνια και πάπιες!!


1929 - Ο Εμμανουήλ Λυκούδης καταγράφει σε βιβλίο τις αναμνήσεις του από το Αλίπεδον του Φαλήρου του 1864-1868 

Τις αφηγήσεις του Λυκούδη είτε για τον Πειραιά είτε για το Νέο Φάληρο τις συναντούμε διαρκώς σε όποια έρευνα και να κάνουμε. Όλα τα περιστατικά που δημοσιεύει ο Λυκούδης, είναι μοναδικά, όπως "Η Ξένη του 1854" που περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια τα δεινά της πόλης από την επιδημία χολέρας που μεταδόθηκε από τα ξένα στρατεύματα (Αγγλογάλλων) που πολιορκούσαν τότε την πόλη. 


Ο Λυκούδης γεννήθηκε στο Ναύπλιο το 1849 αλλά τελείωσε το Γυμνάσιο του Πειραιά κι αργότερα σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Λυκούδης όμως εκτός από το βιβλίο "Το κυνήγι", σχεδόν σε όλα τα άρθρα του, αναφέρεται σε περιστατικά που έγιναν στον Πειραιά και τα οποία θυμάται και καταγράφει σε όλη την διάρκεια της ζωής του. 
Ο Εμμανουήλ Λυκούδης ο οποίος έλαβε τον χαρακτηρισμό ΠΕΙΡΑΙΟΓΡΑΦΟΣ, αφού σχεδόν σε όλες τις ιστορίες του, αναφέρεται ο Πειραιάς!

Η έξωση του Όθωνα καταγράφηκε από τον ίδιο λίγο πριν πεθάνει το 1924 -1925 στο βιβλίο του "Από το ημερολόγιο της ζωής μου".  Ένας γνωστός λογοτέχνης και ιστοριοδίφης της Εποχής του, ο Δημήτριος Καμπούρογλου γνωστός ως "Αθηναιογράφος" χαρακτήρισε τον Λυκούδη ως τον αντίστοιχο "Πειραιογράφο" αφού σχεδόν όλες οι ιστορίες του έχουν ως κέντρο τον Πειραιά. 



" Όταν ήμουν μαθητής του γυμνασίου στον Πειραιά (1865-1869), έρχονταν μεγάλα τρεχαντήρια από τη Μάνη, όλο τον Οκτώβριο και τον Νοέμβριο, όπου άρχιζαν και έδεναν πριμάντζα εκεί όπου αράζουν τώρα τα μικρά βαποράκια της ακτοπλοίας. Το φορτίο τους αποτελείτο από πελώρια πιθάρια, τα μεγαλύτερα που έχω δει, γεμάτα από αλατισμένα ορτύκια, σχισμένα ως κάτω στο στήθος και κολλημένα στήθος με στήθος το ένα στο άλλο, όπως τα διπλά σύκα της Κύμης. Επωλούντο αυτά τα ορτύκια προς 25-30 λεπτά το ζευγάρι, δηλαδή 12-15 λεπτά το ένα. Και εις αυτή την τιμή περιελαμβάνοντο το σφάξιμο των ζωντανών ορτυκιών (αφού πιάνονταν με δίχυτα), το μάδημα, το αλάτισμα, το συσκεύασμα, η τοπιθέτηση στα πιθάρια, ο ναύλος, το κέρδος του εμπόρου. 
Εκείνοι όπου έκαναν τότε αυτήν την βιομηχανία στην Μάνη, τα αγόραζαν ζωντανά τα ορτύκια τρία, το πολύ τέσσερα έως πέντε λεπτά το ένα. Ως προς το ποσό δύναται κανείς να κρίνει τι περιελάμβανε το φορτίο ενός μόνου τρεχαντηριού." (αφήγηση βιβλίου "Το κυνήγι" - Εκδόσεις Άγκυρας). 

Το 1923 τιμήθηκε με το Αριστείο Γραμμάτων και Τεχνών. Πέθανε στις 13 Οκτωβρίου του 1925. Στον Πειραιά όχι μόνο δεν του έχει αποδοθεί η οφειλόμενη αξία του λογοτεχνικού του έργου, αλλά είναι μάλλον άγνωστος.


1836- Η θέα από τον Λόφο της Μουνυχίας

"Όταν μετατέθει η πρωτεύουσα από το Ναύπλιο στην Αθήνα, Βαυαροί Αξιωματικοί μαζί με δικούς μας κυνηγούς, έστηναν καρτέρι σε κοπάδια πέρδικες, από τους λόφους του Φιλοπάππου, της Σικελίας (Σφαγεία) και από πίσω από το νεκροταφείο. Ο Φον ντε Μύλε, έγραφε για την Αττική του 1844 (συμπεριλαμβανομένου του Φαληρικού Αλιπέδου) ότι σε κάθε τούφα ή αγκαθάκι ή θυμαράκι ή μικρή ανωμαλία του εδάφους, χτύπαγες το πόδι σου, σηκώνονταν πλήθος τα ορτύκια!! Είναι χιλιάδες οι Πειραιώτες που προσβάλλονταν από αυτό το κυνηγετικό παραλήρημα. Οι πιο ολιγαρκείς πήγαιναν στον ελαιώνα τον Πειραϊκό ή τον Αθηναϊκό, καμμιά φορά έως του Κουτσικάρη, όπου αρχαίοι μύθοι έλεγαν, ότι έπεφταν μόνα τους τα ορτύκια ή έως της Χαμοστέρνας, την Καλλιθέα ή την Αγία Ελεούσα. Κάθε ελιά που υπήρχε στον ελαιώνα που χώριζε τον Πειραιά με την Αθήνα, φιλοξενούσε από κάτω της κατά την διάρκεια της νύχτας και από έναν κυνηγό, ως ανάγλυφο πάνω στον κορμό της, ο οποίος έκανε το λεγόμενο καρτέρι.

Επιμέλεια παρουσίασης: Στέφανος Μίλεσης

Οδοιπορικό στα γιορτινά Ταμπούρια μετά τον πόλεμο.

1939- Ταμπούρια Πειραιεύς. Φωτογραφία "Κιέσογλου"

Γράφει η Νανά Ιωαννίδου


Όταν έχεις την τύχη οι θύμησες των παιδικών εποχών της ζωής σου να είναι γεμάτες από χαρά, αυτό στα γεράματα μεταφράζεται σε βαρύτιμη πληρότητα ζωής. 
Αισθάνομαι πάντα ευτυχής που μεγάλωσα σαν παιδί ανάμεσα σε οικογένεια Μικρασιάτικη και μάλιστα Ατταλειώτικη, εδώ στον Πειραιά. 
Το σπίτι από το πρώτο κι όλας διάστημα που ήρθε η οικογένεια το '22 και το αγόρασε σαν οικόπεδο αρχικά, είναι ακόμα εδώ, στα Ταμπούρια του Πειραιά. 

Μια γειτονιά ήταν όλη η συνοικία γεμάτη από Μικρασιάτες. Τα μπακαλοταβερνάκια δέσποζαν στην περιοχή μέχρι τα χρόνια του '70. Εργατικός κόσμος κατοικούσε και είχε άμεση σχέση με τον Πειραιά. Όλοι με τις χαρές και τις λύπες τους σε κοινό αγώνα για επιβίωση αλλά και αλληλεγγύη. 

Η επίσκεψη στο σπίτι των παππούδων μας την Κυριακή άρχιζε από τον δρόμο με χίλιες καλημέρες του πατέρα!

Ήλθε εδώ 11 χρονών! Τα σπίτια ήταν ομοιόμορφα, ισόγεια μπροστά στο δρόμο δωμάτια με εσωτερική μεγάλη αυλή, γεμάτη με παντός είδους γλάστρες με χρώματα κι αρώματα. Τίποτα δεν πήγαινε χαμένο. Ακόμα κι ένα τρύπιο τσαγιερό ή μια τρύπια κατσαρόλα θα είχε ένα φυτεμένο λουλούδι κι έτσι συνέχιζε ακόμα για πολλά χρόνια να υπάρχει!

Οι μνήμες μου κοντεύοντας οι μέρες των Χριστουγέννων γεμάτες από θαύματα!
Ο παππούς ήταν ο ιερέας παππα-Σέργιος στον Άγιο Δημήτρη Ταμπουρίων, ένας άγιος άνθρωπος και όπως τον αποκαλεί ο Γ. Πεχλιβανίδης στα βιβλία του για τους Ατταλειώτες, "θρυλικός"!
Μεγάλη οικογένεια από οκτώ παιδιά! Δεν αρκέστηκε μόνο στην ιερωσύνη, έμαθε μαζί με τη γιαγιά να φτιάχνει καλυμαύχια, τα καπέλλα των ιερέων, έτσι η οικογένεια πορευόταν με πλούσια τα ελέη.

Τέτοιες μέρες που άρχιζε η νηστεία μέχρι τα Χριστούγεννα, η χαρά των παιδιών ήταν να πάμε στον παππού και στην γιαγιά, στο πατρικό της οδού Έβρου των Ταμπουρίων να μας φιλέψει η γιαγιά φρέσκα παξιμάδια με όλων των ειδών τα χρωματιστά γλυκά του κουταλιού. Στον παλιό μπουφέ ψηλά, έβλεπες γυάλινα βάζα αραδιασμένα γεμάτα από γλυκά, νερατζάκι, πορτοκάλι, μελιτζανάκι, μηλαράκι, ντοματάκι με αμύγδαλο, σταφύλι, παστοκύδωνο σε ρουμπινί χρώμα. Τότε αυτές οι νοικοκυράδες οι Ανατολίτισσες κατόρθωναν με πολύ απλά πράγματα και μεγαλουργούσαν στα φαγητά και στα γλυκά. 

Με όλες τις πρώτες ύλες να περνούν από τα χέρια τους κι από τα γουδιά τους. Τον Νοέμβρη άρχιζαν να φτιάχνουν τα μυρωδάτα λουκάνικα με μπαχαρικά και ξύσμα πορτοκαλιού να είναι έτοιμα για τον μεζέ των Χριστουγέννων. Τα κρεμούσαν ψηλά στο ταβάνι της αποθήκης σαν γιρλάντες για να στεγνώσουν. Το σπίτι τέτοια εποχή ήταν έτοιμο να υποδεχθεί τις μεγάλες γιορτές. Τα μπρούτζινα κοντάρια των κουρτινών και όλα τα μπρούτζινα στολίδια ν΄ αστράφτουν. Η γιαγιά τα γυάλιζε μ΄ ένα μείγμα από αλεύρι και ξύδι και αλάτι για να λάμψουν. Τ΄ ασπρόρουχα, τα κεντήδια, οι κουρτίνες, το κιλίμι του σαλονιού, οι φανταχτερές κουρελούδες στρωμένες σ΄ όλο το σπίτι. Γιορτή ήταν το σπίτι της γιαγιάς και του παππού. Ότι φωτογράφισε το μάτι μου από το τραπέζι της γιαγιάς όλα είναι εδώ, σταθερές αξίες του ουρανίσκου μου! Το Σούσι ακόμα αργούσε ή το άλλο το ανέκδοτο, ψάρι με μαρμελάδα! Ευτυχώς δεν το δοκίμασα! 

Τα παξιμάδια με τις ατέλειωτες λαμαρίνες που της έψηνε ο φούρνος της γειτονιάς, δεν ήταν μόνο για μας, η γιαγιά έστελνε και στους γειτόνους. Πλησιάζοντας οι γιορτές των Χριστουγέννων έκανε και κατάλογο πόσο αλεύρι θέλει και τα υλικά, μέχρι τα γεράματα! Έπρεπε να φιλέψει με τα Χριστουγεννιάτικα γλυκά όχι μόνο τα εγγόνια και τη φαμίλια αλλά και τους γειτόνους!

Αυτή η αλληλεγγύη στα χρόνια του '50 μετά τον πόλεμο ήταν μια καθημερινότητα για μας που τη ζήσαμε. Αναπόσπαστο μέρος της ζωής μας. Όποτε είχε περίσσευμα από αυτό το Σαραντολείτουργο του Νοεμβρίου από μπόλικα πρόσφορα της εκκλησίας, τα έκανε παξιμάδια και τα μοίραζε σ΄ όλη τη γειτονιά. Ήταν η γιαγιά και ο παππούς από αυτούς τους ανθρώπους που περιέγραψε η Διδώ Σωτηρίου στα βιβλία της. Στην αποχώρηση από την πατρίδα τους και το σπιτικό τους, επειδή ο παππούς ήταν ιερέας και ήταν στο στόχαστρο, έμειναν για πάνω από πέντε μήνες μέσα σε τάφο! Ήξεραν τις κακουχίες από πρώτο χέρι. Όπως και τη δεύτερη μπόρα του πολέμου του '40. Ποτέ δεν βαρυγκόμησαν, ποτέ δεν ανησύχησαν, το καθημερινό πιάτο ήταν στο ταλέντο τους απο το τίποτα να το δημιουργήσουν.

Τα Χριστούγεννα δεν ήταν γιορτή μόνο θρησκευτική, ήταν και γιορτή της οικογένειας μέχρι τα βαθειά γεράματά τους. Όταν μαζευόμαστε και με την βοήθεια της μικρότερης θείας μου Λέλας που ζούσαν στο τέλος τους μαζί με την οικογένειά της, στο σπίτι της οδού Έβρου, το τραπέζι φεγγοβολούσε στα παιδικά μου μάτια! Όλα έλαμπαν χειροποίητα! Το Χριστόψωμο με αλεύρι, μαγιά, βούτυρο και μπόλικο σουσάμι, στο σχήμα μιας μεγάλης κουλούρας μ΄ ένα σταυρό κι ένα καρύδι στο μέσον. Η σούπα από κότα από το κοτέτσι της γιαγιάς με αυγολέμονο να στέκει λευκό χιόνι! Τα σουτζουκάκια οι θείες έκοβαν τον κιμά από μοσχάρι με δύο μπαλταδάκια και τα μαγείρευαν με σάλτσα κόκκινη από ντομάτα σπιτική που έφτιαχναν για όλο τον χρόνο. Η τυρόπιτα η Ατταλειώτικη με τυράκι δυόσμο και λουκάνικα χειροποίητα, από νωρίς μετά την εκκλησία, στρωμένο το τραπέζι για φίλους και γειτόνους, που έρχονταν για μια καλημέρα. Αν πείτε για γλυκά; Μελομακάρονα γεμιστά με καρύδι! Κουραμπιέδες ασπροζαχαρένιοι με βούτυρο γάλακτος έλεγαν! Ώρες η γιαγιά έφερνε βόλτα το βούτυρο με την ζάχαρη με το χέρι της να το κάνει αφρό! Ο μπακλαβάς τσιγαρόχαρτο το φύλλο. Του Αγίου Βασιλείου άλλα! Και όλα τούτα τι προετοιμασία! Να παίρνουν καρύδια, αμύγδαλα, να τα σπάζουν, να καβουρουντίζουν τη ψύχα, να τρίβουν στο γουδί μπαχαρικά, να τα μελώνουν και να τα τακτοποιούν όπως τους έπρεπε! Τι νοικοκυριό!

Τώρα που τους θυμάμαι όλους ν΄ αστράφτουν από χαμόγελα, άρχοντες του οίκου τους, τώρα ξέρω με τι μαγεία γνώριζαν και στα παιδιά τους και στα εγγόνια τους, την παράδοση και πόσο απολάμβαναν κι εκείνοι τη μέθεξη και την χαρά του κόπου τους. Όταν φεύγαμε, η γιαγιά είχε ετοιμάσει και πιάτα με διάφορα γλυκά δεμένο το καθένα με μια ολόλευκη πετσέτα! Για τα εγγόνια έλεγε, στα παιδιά της, για το σπίτι! Όταν έχεις μεγαλώσει με τέτοιες γιαγιάδες και παππούδες, αισθάνεσαι τώρα πια, ότι υπήρξες ένα τυχερό παιδί!

Όταν το επίνειο κατατρόπωσε το Άστυ (Πειραϊκή Αποκριά 1901)


- Ένας κύκνος, ένας κύκνος !!
Στην είσοδο του λιμένα, έχει κάνει την εμφάνισή της μια αρχαία τριήρης στο κέντρο της οποίας δεσπόζει η βασίλισσα της Αποκριάς. Αυτή την τριήρη όμως την σύρει με μια γαλάζια ταινία, ένας τεράστιος Κύκνος!
\
Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης

Το 1900 ο Πειραιάς ήταν το κύριο εισαγωγικό λιμάνι και η κεντρική πανελλήνια αγορά προϊόντων, που τροφοδοτούσε όλη την χώρα. Τον Ιανουάριο όμως του 1901 δέχθηκε μια περίεργη εκστρατεία από συντάκτες και ανταποκριτές αθηναϊκών εφημερίδων οι οποίες ανέγραφαν καθημερινώς "αποκλειστικές πληροφορίες" σύμφωνες με τις οποίες, μέχρι τον μήνα Αύγουστο (του 1901) η οικονομία του Πειραιά θα αποκάλυπτε παθογένεια στην λειτουργία της η οποία θα προκαλούσε κρίση σε όλη την ελληνική οικονομία. Η κριτική αυτή από τον Αθηναϊκό Τύπο ήταν τόσο έντονη που προκάλεσε τότε την ζωηρή διαμαρτυρία της πειραϊκής εφημερίδας "ΣΦΑΙΡΑ", ο ιδρυτής της οποίας Ιωάννης Καλοστύπης απαντούσε καθημερινά με δημοσιεύματα κατά των συκοφαντών. Μάταια όμως καθώς το κλίμα δυσφορίας της αγοράς από τις ειδήσεις αυτές ήταν τόσο έντονο, που ακόμα και ο Διοικητής της Εθνικής Τράπεζας Στέφανος Στρέϊτ μαζί με τον Διοικητή του Πειραϊκού υποκαταστήματος της Τραπέζας Αθηνών, έγραφαν αναφορές με τις οποίες διαβεβαίωναν για την οικονομική υγεία της πειραϊκής αγοράς. Τότε στο παιχνίδι των αντιδράσεων μπήκε και η Δημοτική Αρχή η οποία σε συνεργασία με τους φορείς της πόλης, αποφάσισαν να αντιδράσουν με μέσα "ψυχαγωγικά".

Το 1901 το Τρίωδιο άνοιγε στις 28 Ιανουαρίου. Σκέφτηκαν λοιπόν να πρωτοστατήσει ο Πειραιάς στον αποκριάτικο πανηγυρισμό ώστε να πετύχουν την μεταφορά του αποκριάτικου κλίματος από την Αθήνα στον Πειραιά. Από τις απόκριες τα αθηναϊκά καταστήματα, ανέμεναν κέρδη. Ανάλογη ήταν η ζημία όμως των Πειραϊκών επιχειρήσεων από τον πόλεμο δυσφήμησης που είχαν δεχθεί. 

Η Μουσική Εταιρεία των Αθηνών που ήταν υπεύθυνη για την σχεδίαση της "Αθηναϊκής αποκριάς" εξέδωσε το πρόγραμμα στις 8 Ιανουαρίου. Μόλις εκδόθηκε το πρόγραμμα αυτό, οι Πειραιώτες απαίτησαν, πρώτον να λάβουν μέρος κι αυτοί στην επιτροπή των εορτών και δεύτερο η πρώτη Κυριακή της ενάρξεως του Τριωδίου να αφιερωθεί υπέρ του Πειραιώς ο οποίος διαρκώς στις εκδηλώσεις αυτές παραγκωνίζονταν.

Δήμαρχος του Πειραιά ήταν τότε ο Τρύφων Μουτζόπουλος. Ο γηραιός Δήμαρχος αν και συντηρητικός στον τρόπο σκέψης του βρίσκεται σε δυσφορία. Καλεί σε έκτακτη σύσκεψη όλα τα Μέλη της Επιτροπείας του Δημοτικού Θεάτρου, αντιπροσώπους του Πειραϊκού τύπου, ενώ ο προσωπικός του Γραμματέας ο Ηρακλής Παπαμανώλης μεσολαβεί και λαμβάνει την έγκριση για το εγχείρημα όλου του εμπορικού κόσμου του Πειραιά. 

Στον Πειραιά και στις αποκριές όπως και σε κάθε άλλη εορτή του έτους, δεν γίνονταν απολύτως τίποτα με το γνωστό επιχείρημα "αφού η εορτή γίνεται στην Αθήνα, στον Πειραιά δεν μπορεί να γίνει απολύτως τίποτα".

Η Επιτροπή του Δημοτικού Θεάτρου υπολογίζει να συλλέξει ερανικώς 4.000 δραχμές, αρκετές για την διακόσμηση της πόλης. Η Λιμενική Επιτροπή προσφέρεται να συμβάλει με ανάλογο ποσό καθώς επίσης και η Εμπορική Λέσχη. Τότε πλέον γίνονται άμεσα διαβήματα προς την Αθηναϊκή Επιτροπή Εορτών η οποία αρνείται την συμμετοχή του Πειραιά στις εκδηλώσεις. Με την άρνηση της επιτροπής υποβάλλεται εκ μέρους των Πειραιωτών υπόμνημα, σύμφωνα με το οποίο "Η πρώτη Κυριακή της Αποκριάς, θα είναι αφιερωμένη στο Λιμάνι και η είσοδος της Βασίλισσας της Αποκριάς θα γίνει δια θαλάσσης στον Πειραιά!!"

Ενθουσιασμός αφάνταστος τότε ξεσπά στον Πειραιά. Την απογοήτευση για τον οικονομικό πόλεμο δια του τύπου που έχει δεχθεί ο εμπορικός κόσμος του Πειραιά, διαδέχεται η αισιοδοξία. Το φρόνημα αναπτερούται! Το ηθικό ανυψούται!
Και ο Σουρής ψάλλει τον "Πειραϊκόν Καρναβαλλόμενον"
          
Το ποίημα του Σουρή "Αλλ΄ όμως ω πρωτεύουσα που βγάζει τέτοιο πλήθος, αναίσθητη σαν λίθος"

Όμως ήταν σχετικά εύκολο να κοροϊδεύουν οι Πειραιώτες τους Αθηναίους ως "Αριστοκράτες της Αργίας". Το δύσκολο ήταν για την Δημοτική Αρχή να επιτύχη την αναβίωση στον Πειραιά των αρχαίων ανθεστηρίων και προσδώσει στο Πειραϊκό καρναβάλι την καλαισθησία και την μεγαλοπρέπεια όχι των Αθηνών, αλλά της Βενετίας!

Το Δημαρχείο του Πειραιά είχε μεταβληθεί σε Στρατηγείο. Ο Δήμαρχος ο ίδιος επισκέπτονταν στην Εθνική Τράπεζα τον Στρέϊτ για χρήματα, τον Υπουργό Ναυτικών για να ζητήσει σημαίες για τον σημαιοστολισμό της πόλης, ενώ οι μηχανικοί της πόλης μαζί με αυτούς της Λιμενικής Αρχής είχαν ξεκινήσει να σχεδιάζουν το "Πλωτόν Άρμα" του Ποσειδώνος και την τεράστια εξέδρα για τους θεατές. Η φιλαρμονική του Δήμου και η μπάντα του Ορφανοτροφείου Πειραιώς, τέθησαν υπό "τις διαταγές" του Κομιτάτου της Αποκριάς (όπως ονόμαζαν την Επιτροπή), το οποίο πλέον έδρευε εντός του Δημαρχείου. 

1901 - Το επίσημο Πρόγραμμα των εορταστικών εκδηλώσεων δημοσιευμένο στην εφημερίδα ΣΦΑΙΡΑ

Εν τω μεταξύ δημιουργήθηκε διένεξη καθώς η Λιμενική Επιτροπή δεν ήθελε άρμα για τον Ποσειδώνα αλλά Αρχαϊκή Τριήρη κι έτσι δόθηκε μια παράταση στην απόφαση.

Έφτασε επιτέλους η μέρα για την οποία είχε γίνει όλη αυτή η προετοιμασία. Η 28η Ιανουαρίου του 1901 ημέρα Κυριακή. Και ξαφνικά ξημερώνει με καιρό βροχερό!
Τι συμφορά μεγάλη εαν βρέξει!

Ευτυχώς η ημέρα έμεινε μόνο συνεφιασμένη σε όλη την διάρκειά της άνευ βροχής. Ο κόσμος, πλήθος τεράστιο, κατέβαινε προς την Βασιλική αποβάθρα (έναντι Ρολογιού και Αγίου Σπυρίδωνος) όπου είχε στηθεί και μια τεράστια εξέδρα. Η εορτή θα άρχιζε από τις 10.00΄ ώρα το πρωί. Εν τω μεταξύ ο ατμήλατος τότε σιδηρόδρομος Αθηνών - Πειραιώς μετάφερε πλήθη Αθηναίων εκ των οποίων πολλοί είχαν προμηθευτεί εισητήρια για την εξέδρα, η ανεπάρκεια της οποίας ευεργέτησε τον ιδιοκτήτη του καφενείου του Ρολογιού ο οποίος νοίκιαζε τα καθίσματα του καταστήματος!

Από τους εξώστες τους Δημαρχείου είχαν λάβει θέση οι Δημοτικοί άρχοντες μεταξύ των οποίων βρίσκονταν και επίσημοι που κάθε χρόνο πήγαιναν στον αθηναϊκό εορτασμό, όπως ήταν ο τότε Υπουργός Παιδείας Σπύρος Στάης, ο Νομάρχης, ο Διευθυντής Ταχυδρομείων και Τηλεγράφων Αριστείδης Ρούκης και πολλές ωραίες κυρίες της αθηναϊκής αριστοκρατίας. 

Κατά τις 02.00 μ.μ. ο συνωστισμός του πλήθους τόσο στο Δημαρχείο όσο και στην βασιλική Αποβάθρα ήταν απίστευτος. Η αστυνομία ανησυχεί τόσο που των μέτρων επικεφαλής βρίσκεται ο Διευθυντής της Αστυνομίας Αθηνών Βούλτσος ο οποίος έχει κατέβει στον Πειραιά αν και στην Αθήνα γίνονταν ανάλογες εκδηλώσεις!

Στις δύο τοπικές φιλαρμονικές (Δημοτική και Ορφανοτροφείου) έρχεται λίγο αργότερα να προστεθεί και αυτή της Μουσικής Εταιρίας Αθηνών που προστίθεται στην Βασιλική Αποβάθρα. Και ξαφνικά μια φωνή από το πλήθος ακούγεται...

- Ένας κύκνος, ένας κύκνος !!

Στην είσοδο του λιμένα, έχει κάνει την εμφάνισή της μια αρχαία τριήρης στο κέντρο της οποίας δεσπόζει η βασίλισσα της Αποκριάς. Αυτή την τριήρη όμως την σύρει με μια γλάζια ταινία, ένας τεράστιος Κύκνος! Δεξιά κι αριστερά πλέουν σε απόσταση Τρίτωνες, Δελφίνια και Ιχθείς. Το θέαμα καθώς προσεγγίζει την αποβάθρα είναι εξωπραγματικό. Σαν παραμύθι. Ανάλογη μουσική παίζουν και οι τρεις φιλαρμονικές που δημιουργούν ανάλογη ατμόσφαιρα στο οπτικό μέρος. 

Από το Πειραϊκό Καρναβάλι, δύο χρόνια αργότερα το 1903

Όταν επιτέλους προσέγγισε η Τριήρης τα μαρμάρινα σκαλιά της Βασιλικής αποβάθρας, η Βασίλισσα του Καρναβαλιού εξέρχεται. Την υποδέχεται πλήθος παιδιών ντυμένα Τρίτωνες. Η βασίλισσα ανέρχεται σε άλλο μεγαλοπρεπές άρμα, τροχοφόρο αυτή την φορά. Παράλληλα όλα τα πλοία στο λιμάνι, ατμόπλοια και ιστιοφόρα χαλούν τον κόσμο με τις μπουρού, καιόμενους πυρσούς και κρότους. Το τροχοφόρο άρμα της Βασίλισσας, ακολουθείται από πλήθος άλλων αρμάτων κυρίως ανθοστόλιστων που απεικονίζουν μύλους, εργοστάσια και ότι άλλο συνέβαλε στην οικονομική ανάπτυξη του Πειραιά...

Η βασίλισσα αφήνει την Τρίηρη και ανέρχεται σε άλλο μεγαλοπρεπές άρμα, τροχοφόρο αυτή την φορά

Οι "αριστοκράτες της αργίας" που παρακολουθούν τις εκδηλώσεις από κοντά, δέχονται ότι "οι άνθρωποι της εργασίας, της μουτζούρας και της μαούνας" επικράτησαν!

Η Ελλανόδικος Επιτροπή του Κομιτάτου απαρτίζετο από τους Πέτρο Μουτζόπουλο και  Παύλο Δαμαλά εκ μέρους του Πειραιά και από τους Ι. Αξελό, Α. Ηπίτη και Μιχαληνό εκ μέρους της Μουσικής Εταιρείας Αθηνών. Διένεμε χρηματικά βραβεία και τιμητικούς επαίνους σε 15 παραστάσεις.

Από τις στολισμένες άμαξες διακρίθηκαν αυτές του Δημ. Παπαλεονάδου, Αλ. Σταυριανοπούλου, Η. Παπαδοπούλου και Δροσίνη.
Η απάντηση που δόθηκε στον αθηναϊκό τύπο μέσα από το καρναβάλι ήταν "Γλεντούμε άρα ευημερούμε"!

Κατάλογος με την σατυρική θεματολογία των αρμάτων του 1901

Το συμπλήρωμα της θριαμβευτικής επιτυχίας του καρναβαλιού στον Πειραιά ήταν το φιάσκο της αθηναϊκής αποκριάς που έγινε την 6η Φεβρουαρίου του 1901 με ομολουμένη πλήρη αποτυχία. Οι αθηναϊκές εφημερίδες έγραφαν:

"Και με όλο τον ήλιο και με όλη την διαύγεια του αθηναϊκού ουρανού η εορτή των αποκρεών διεξήχθη με τόση ψυχρότητα, ώστε ενόμιζε κανείς, ότι ο ψυχρός βορράς μετά χαλάζης, ο πνεύσας προχθές ενέπνευσε τους Αθηναίους. Η πενιχρά εικών της παρελάσεως περιωρίσθη εις μια σειράν εστολισμένων αμαξών με ντομινοφόρους."  

Από το περιστατικό αυτό και για κάποια χρόνια. Ανάλογη επιτυχία είχε ο Πειραιάς που τελούσε την είσοδο της Βασίλισσας του Καρναβαλιού, στο λιμάνι και το 1902 και 1903. Δυστυχώς οι εκδηλώσεις αυτές που έγιναν ¨έθιμο" στην Περαϊκή ζωή, δεν κράτησαν για πολλά χρόνια. 

Ο μαρασμός στην οικονομική ζωή του Πειραιά έφτασε έστω και αργότερα. Πολλές δημοτικές αρχές -με τελευταία αυτή του Σκυλίτση επί επταετίας -προσπάθησαν να επαναφέρουν αυτό τον ενθουσιασμό της "Πλωτής Αποκριάς του 1901", αλλά μάλλον μάταια και αν το κατάφεραν ήταν περιορισμένης μορφής...με τελευταίο αυτό του 1970.

Άρμα του "Συνδέσμου Υδραίων Πειραιώς" το 1937 σε μια από τις πολλές παρελάσεις που έγιναν στον Πειραιά, με σκοπό την αναβίωση του "Πειραϊκού Καρναβαλιού του 1901"

Πρόγραμμα Πειραϊκού καρναβαλιού 1951 - Πολλές προσπάθειες έγιναν για την αναβίωση του εορτασμού του 1901, με τελευταία αυτή του 1970 χωρίς όμως επιτυχία


"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"