Η γερμανική ψηφοφορία του 1938 στον Πειραιά

Επί του πλοίου "ΑΔΑΝΑ" η ψηφοφορία έχει μόλις τελειώσει και όλοι οι Γερμανοί και Αυστριακοί Αθήνας και Πειραιά, συγκεντρωμένοι στο κατάστρωμα χαιρετούν ναζιστικά....


Του Στέφανου Μίλεση

Ήταν 10 Απριλίου του 1938, ένα κατά τα άλλα συνηθισμένο Κυριακάτικο πρωινό, εκτός ίσως από ένα παράξενο γεγονός, ότι Γερμανοί και Αυστριακοί κατέφθαναν κατά εκατοντάδες στον Πειραιά. Θα μπορούσε ίσως κάποιος να υποθέσει, ότι η παράξενη αυτή συγκέντρωση θα μπορούσε να είναι κάποια εκδρομή γερμανόφωνων. Όμως τα άτομα που συγκεντρώνονταν, αυξάνονταν διαρκώς μερικά μέτρα πιο κάτω από το Λιμεναρχείο Πειραιώς και επιβιβάζονταν σε ένα φορτηγό πλοίο, από αυτά που χρησιμοποιούνται για την μεταφορά προϊόντων και όχι σε κάποιο επιβατικό πλοίο γραμμής! Στα πλευρά του, ήταν γραμμένο με μεγάλα γράμματα "ΑΔΑΝΑ".  Φυσικά ουδείς θα μπορούσε να φανταστεί, ότι οι άνδρες και οι γυναίκες που άλλοι έφεραν μαζί τους τσάντες και άλλοι κουβαλούσαν τα μικρά παιδιά τους, συγκεντρώνονταν προκειμένου να ασκήσουν ένα παράξενο εκλογικό δικαίωμα!




Κι αυτό γιατί ξημερώματα ακόμα, κι ενώ η ανατολή του ήλιου συνοδεύονταν από πατριωτικά γερμανικά τραγούδια που όλοι μαζί τραγουδούσαν, το "Άδανα" εξήλθε του λιμανιού μέσα σε ήχους φυσαρμόνικας και δεν θύμιζε σε τίποτα, ότι επρόκειτο για μια εξόρμηση που σκοπό είχε την ψηφοφορία. Μόλις το πλοίο εξήλθε από τα φανάρια του Πειραϊκού λιμανιού, εμφανίσθηκε ένας Γερμανός ενδεδυμένος με την στολή της Εθνικοσοσιαλιστικής νεολαίας, ο οποίος ανήγγειλε ότι η ψηφοφορία άρχισε και ότι θα έπρεπε να προσέρχονται στην ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα που υπήρχε εντός του πλοίου οι πρώτοι που είχαν αριθμό εκλογικού δελτίου από το ένα ως το πενήντα.....
Μετά από μια ώρα βγήκε πάλι και φώναξε να προσέλθουν οι έχοντες από το 51 έως το 100 και αυτό συνέβαινε μέχρι να ψηφίσουν άπαντες.



Οι εκλογές που μόλις άρχισαν, γίνονταν υπό την εποπτεία του Γερμανού Προξένου στον Πειραιά, από τον Πλοίαρχο του "Άδανα", από τον Διευθυντή του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Ελλάδα (για τον οποίο αναφέρεται πως ήταν παράλληλα και ο αρχηγός των Εθνικοσοσιαλιστών στην Ελλάδα!), από τρεις ακόμα Γερμανούς και τέλος έναν Αυστριακό. Η παράξενη αυτή εφορευτική επιτροπή επέβλεπε τις εκλογές που γίνονταν επί του πλοίου για όλους του Γερμανούς και Αυστριακούς που ζούσαν μόνιμα σε Αθήνα και Πειραιά.

Ως "αίθουσα εκλογών" είχε μετατραπεί η κεντρική αίθουσα Αξιωματικών του πλοίου, στο κέντρο της οποίας κυριαρχούσε μια κάλπη, ενώ πάνω στα τραπέζια βρίσκονταν τα ψηφοδέλτια, οι σφραγίδες και όλα εκείνα τα είδη που κυριαρχούν σε μια εκλογική διαδικασία. Οι ψηφοφόροι που προσέρχονταν λάμβαναν ψηφοδέλτιο το οποίο εάν προορίζονταν για Γερμανό ήταν λευκό, εάν όμως προορίζονταν για Αυστριακό ήταν πράσινο. Και τα δύο όμως είχαν τυπωμένο πάνω τους, το ίδιο περιεχόμενο. Την ερώτηση στην οποία θα έπρεπε να απαντήσει κάθε Γερμανός και κάθε Αυστριακός και για το οποίο γίνονταν το Δημοψήφισμα:

"ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΔΙΑ ΤΟ ΡΑΪΧΣΤΑΓ
Είσαι σύμφωνος με την ένωση της Αυστρίας με το Γερμανικό Ράϊχ, η οποία έγινε την 13η Μαρτίου του 1938 και συμφωνείς με το ψηφοδέλτιο του Αδόλφου Χίτλερ για τη σύνθεση του νέου Ράϊχσταγ;"


Δύο κύκλοι πάνω από τον καθένα υπήρχε ένα ΝΑΙ και ένα ΟΧΙ συμπλήρωναν το ψηφοδέλτιο.

Το ψηφοδέλτιο του 1938. Η επιλογή του ΝΑΙ είναι διπλάσια σε μέγεθος
από την αντίστοιχη του ΟΧΙ
(Από 
http://totallyhistory.com)


Με αυτό τον τρόπο, ψήφισαν 945 Γερμανοί και Αυστριακοί. Άνδρες και γυναίκες που είχαν ηλικία άνω των 20 ετών. Τα παιδιά και οι ανήλικοι δεν καταμετρήθηκαν κι έτσι δεν γνωρίζουμε σήμερα τον πραγματικό αριθμό των επιβατών του πλοίου, παρά μόνο όσους καταμετρήθηκαν. Η ψηφοφορία διήρκεσε μέχρι τις τέσσερις το απόγευμα. Στην συνέχεια έγινε η καταμέτρηση που έδωσε τα κάτωθι αποτελέσματα:

Ψήφισαν: 945
Γερμανοί: 732
Αυστριακοί: 213

Γερμανοί: Ναι: 726, Όχι: 4, Άκυρα: 2
Αυστριακοί: Ναι: 209, Όχι: 3, Άκυρα: 1

Δηλαδή οι Γερμανοί και Αυστριακοί της Αθήνας και του Πειραιά, ψήφισαν σε ποσοστό 99% υπέρ του Αδόλφου Χίτλερ, του ανθρώπου που λίγο αργότερα θα βυθίσει στο αίμα, όλο τον κόσμο.



Το αποτέλεσμα των εκλογών ήταν αναμενόμενο, καθώς ήδη ο Γερμανικός Στρατός είχε εισέλθει εντός της Αυστριακής επικράτειας, ένα μήνα πριν, το πρωινό της 12ης Μαρτίου του 1938 όταν οι Αυστριακοί αντί άμυνας, κουνούσαν ναζιστικές σημαίες και μοίραζαν λουλούδια σε μια προσάρτηση που έμεινε στην ιστορία γνωστή ως "BlumenKrieg" που σημαίνει "Πόλεμος Λουλουδιών"!

Μάλιστα ο Γερμανός Πρόξενος του Πειραιά, δήλωσε σχετικά με την προσέλευση ότι ήταν μεγαλύτερη από την αναμενόμενη, καθώς προσήλθαν και Γερμανοί που είχαν καταφθάσει στην Ελλάδα, με ειδικές εργασίες από το Γερμανικό κράτος (μάλλον τώρα μπορούμε να φανταστούμε ποιες ήταν αυτές)!

Το αποτέλεσμα διαβιβάσθηκε από τον Ασύρματο του πλοίου στο Βερολίνο, στο Υπουργείο της Προπαγάνδας! Μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, άπαντες συγκεντρώθηκαν στο κατάστρωμα του πλοίου, όπου οι ψηφοφόροι ενθουσιασμένοι ζητωκραύγαζαν και τραγουδούσαν.

Το πλοίο επέστρεψε στον Πειραιά και έδεσε στην προβλήτα της Τρούμπας, στις 19.30 ώρα της ίδιας ημέρας.

Κάτι που πρέπει να κρατήσουμε από αυτή την παράξενη ψηφοφορία, είναι ότι από τα χίλια περίπου άτομα, μόνο 7 είπαν όχι, ενώ μόνο τριών το ψηφοδέλτιο ήταν άκυρο! Ποσοστά ασήμαντα.....

Τα Γερμανικά Μ.Μ.Ε σήμερα αναφέρουν πως σε αυτή την εκλογική διαδικασία, τεράστια ποσά ξοδεύτηκαν σε όλο τον κόσμο για προπαγάνδα και πως στην Γερμανία 300.000 ψηφοφόροι που ήταν αντίθετοι, εμποδίστηκαν να προσεγγίσουν στους τόπους ψηφοφορίας. 



Να προσθέσουμε ότι ανάλογες εκλογές επί πλοίου διεξήχθησαν την ίδια ημέρα και στην Θεσσαλονίκη, όταν εκεί επιβιβάστηκαν επί του Ατμόπλοιου "Ηράκλειον" 140 Γερμανοί και Αυστριακοί της Βόρειας Ελλάδας αλλά και της Σερβίας.

Πλοίο ως εκλογικό κέντρο και στην Μεγάλη Βρετανία:

Με τον ίδιο τρόπο που διεξήχθη στον Πειραιά η ψηφοφορία για την ένωση της Αυστρίας, έγινε και στην Αγγλία, με μία κρουαζιέρα όμως που έγινε από τις 8 έως στις 12 Απριλίου του 1938, η οποία βρίσκεται καταγεγραμμένη από το Μουσείο του "Wilhelm Gustloff".



  

    

Στα παλιά καφενεία του Πειραιά



Από την αρθρογραφία του Χρήστου Λεβάντα
Ψηφιακό Αρχείο Εφημερίδων της Βουλής των Ελλήνων

Από τα πρώτα χρόνια της δημιουργίας του σύγχρονου Πειραιά μέχρι και σήμερα η φυσιογνωμία του Πειραϊκού καφενείου, βεβαίως άλλαξε. Τότε που ο Πειραιάς ήταν ακόμα μια μικρή κωμόπολη, στους τοίχους των Καφενείων κυριαρχούσαν μερικοί χρωμολιθογραφικοί πίνακες μορφών των αγώνα της Ανεξαρτησίας καθώς και των πολιτικών ανδρών της εποχής, γεγονός που δεν συναντάμε σήμερα κι αν αυτό συμβαίνει, είμαι βέβαιος ότι αποτελεί εξαίρεση. 

 Όμως κυρίως άλλαξε γιατί λέγοντας Πειραϊκά καφενεία, εννοούμε κυρίως εργατικά ή λαϊκά καφενεία που προορίζονταν για τους ανθρώπους της εργατιάς του λιμανιού, αχθοφόρους και ναυτικούς. Για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ωστόσο υπήρξαν και Καφενεία που είχαν κοσμική ατμόσφαιρα, όπως του Σουσσάνα, του Διονυσιάδη στο Πασαλιμάνι, τα παλιά καφενεία της Τερψιθέας, που ήταν τόπος συγκέντρωσης του καλύτερου κόσμου της πόλης. Η εξέλιξη όμως της Πειραϊκής ζωής, άμεσα συνδεδεμένης με το λιμάνι, εξαφάνισε τέτοιου είδους φιλολογικά ή κοσμικά καφενεία, που αντικαταστάθηκαν με αυτά που ήδη περιγράψαμε.



Τα καφενεία στον Πειραιά, ειδικά όταν το λιμάνι βρίσκονταν σε ανάπτυξη, δεν ήταν ένας τόπος στον οποίο απλά συναθροίζονταν άτομα με σκοπό να περάσουν τον χρόνο τους, αλλά ένας τόπος εργασίας, καθώς εκεί κλείνονταν συμφωνίες για μπάρκα, για ναύλα, για ναυτικές εργασίες και μη.

Οι άνθρωποι της πιάτσας, μαζεύονταν εκεί κατά κλάδους εργασίας, αλλού οι εργάτες των κυλινδρόμηλων, αλλού οι ιδιωτικοί υπάλληλοι, αλλού οι ναυτικοί, αλλά και κατά τόπους προέλευσης αφού αλλού σύχναζαν οι Υδραίοι, αλλού οι Κρητικοί, αλλού οι Λάκωνες!

Έτσι τότε γνώριζαν ότι εάν ήθελαν να βρουν έναν οικοδόμο θα πήγαιναν στου τάδε το καφενείο που σύχναζε, ενώ εάν ήθελαν να συναντήσουν ένα πατριωτάκι από το νησί, θα πήγαιναν στου δείνα το Καφενείο.
Αυτή η συνήθεια δεν διαμορφώθηκε με την πάροδο των ετών, αλλά γεννήθηκε μαζί με την πόλη του Πειραιά, όταν οι πρώτοι θεμελιωτές του, Υδραίοι, Χιώτες, Κρητικοί, Λάκωνες, διέμεναν συγκεντρωμένοι σε συγκεκριμένα σημεία της πόλης.

Τα παλαιότερα καφενεία στον Πειραιά ήταν στην Λεωφόρο Σωκράτους (σημ. Ηρώων Πολυτεχνείου) το Καφενείο του Κρανιδιώτη, το μετέπειτα Αντωνίου Μελαχροινού, που συγκεντρώνονταν κατά πλειοψηφία Σπετσιώτες, Κρανιδιώτες, μηχανικοί ατμοπλοίων και γύρω κάτοικοι.

Άλλο επίσης παλαιό Καφενείο ήταν το Καφενείο του Βρυώνη με το γνωστό Ρολόι και την ωραία εσωτερική του ατμόσφαιρα που θύμιζε λέσχη, καθώς εσωτερικά ήταν διακοσμημένο με αγάλματα γύρω γύρω από την αίθουσα!

Στο Καφενείο 1919


Άλλα γνωστά Καφενεία ήταν του Κ. Μαλάμου που είχε την επωνυμία "Ο Σμολένσκης" στην διασταύρωση Σωκράτους και Τσαμαδού στο οποίο συγκεντρώνονταν επαγγελματίες πέριξ της Πλατείας Κοραή. Φυσικά το αρχαιότερο όλων ήταν το Καφενείο του Π. Βερνάρδου στην Υδραϊκή συνοικία, ιδιοκτησία αργότερα του Γ. Σταθάκη, τα Καφενεία του Ν. Κοντοστού και Γ. Κουρτέση στην Λεωφόρο Χατζηκυριακού, που συγκεντρώνονται Σαντορινιοί, το Καφενείο "ΒΕΡΣΑΛΛΙΑΙ" του Κορωναίου, (πρώην Σουσσάνα και κατόπιν Συνοδινού) στο Πασαλιμάνι που συγκεντρώνονταν τραπεζιτικοί υπάλληλοι, δικηγόροι, έμποροι, το Καφενείο του Κοττάκη στην Φρεαττύδα, το "Μοντέρνο" του Φασιλή στην Λεωφόρο Τρύφωνος Μουτσοπούλου, που συγκεντρώνονταν Μηχανικοί και Πλοίαρχοι καθώς και οι Σπουδαστές των Ναυτικών Σχολών, το Καφενείο του Αλφιέρη (μετέπειτα Κωστάλα) που συγκεντρώνονταν οι Πειραιώτες Αθλητές, στο Πασαλιμάνι, το Καφενείο "Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ" του Τσαγκοπούλου στην Δημοτική Αγορά όπου συγκεντρώνονταν ναυτικοί και άνθρωποι της αγοράς, το Καφενείο του Παν. Κρανιδιώτη (μετέπειτα Γερόλυμου) στου Τζελέπη, που συγκεντρώνονταν βαρκάρηδες και γεμιτζήδες. Εκεί υπήρχαν ακόμα τα Καφενεία των Σαββίδη και Στουραΐτη.


Φυσικά δεν θα παραλείψουμε να αναφέρουμε το Κεντρικό Καφενείο του Αναστασίου Κομνηνού κάτω από το Δημαρχείο που συγκεντρώνονταν ναυλομεσίτες, συνταξιούχοι ναυτικοί και μηχανικοί Ε.Ν., το Καφενείο του Σοροβίγγου στην Μακράς Στοάς το οποίο ιδρύθηκε το 1888! Εκεί συγκεντρώνονταν αμαξάδες καθώς η Πλατεία Αμαξοστασίου (Ρήγα Φεραίου) βρίσκονταν πιο κάτω και αποτελούσε τόπο στάθμευσης των αμαξών που βρίσκονταν σε αναμονή για ναύλωση.

Γνωστό ήταν και το Καφενείο του Στ. Βρανίκου που βρίσκονταν δίπλα στο κτήριο των Σιδηροδρόμων Πελοποννήσου (Σ.Α.Π.).

Στην Ακτή Μιαούλη, τόπος που αποτελούσε την καρδιά του λιμανιού, βρίσκονταν τα Καφενεία του Καρατζά (πρώην Ι. Φουντούκου και Τσαμασφύρη) απέναντι από το Τελωνείο Πειραιώς που συγκεντρώνονταν Τελωνειακοί, εκτελωνιστές και εμπορευόμενοι, το Καφενείο του Προέδρου των Καφεπωλών Ηλ. Στεφανουδάκη στην ίδια περιοχή, που συγκεντρώνονταν Ικαριώτες, εργάτες λιμένος και Φύλακες του Λιμανιού, το Καφενείο Παπαδάκη που συγκεντρώνονταν Κασσιώτες, εργολάβοι και υπάλληλοι φορτοεκφορτώσεων, το Καφενείο του Θ. Τζέντζου και του Εμμανουήλ Κουλούμπου στην περιοχή της Τρούμπας. Φυσικά το γνωστό από τις λιγοστές φωτογραφίες Καφενείου που έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα, το "ΕΡΜΗΣ" του Ι. Γκαβέρα, που συγκεντρώνονταν Δωδεκαννήσιοι. 


Το Καφενείο και Ξενοδοχείο "ΕΡΜΗΣ" του Ιωάννη Γκαβέρα, που σύχναζαν οι Δωδεκαννήσιοι
(Φωτογραφία από το αρχείο του Μπούκη Δημοσθένη του Γιάννη)

Το Καφενείο "ΣΥΝΤΑΓΜΑ" (πρώην Παντελίδη), που συγκεντρώνονταν οι Χιώτες, το Καφενείο Δενδρινού, τα Καφενεία Λυγίζου, Μενδρινού που συγκεντρώνονταν οι Ανδριώτες, τα Καφενεία Καραμολέγκου, Καρρά, Παπαγεωργίου και Λιβανού στα Καρβουνιάρικα που φυσικά ήταν τόπος συγκέντρωσης των εργατών ξυλείας και ανθράκων, το Καφενείο του Στ. Δημητρίου που ανέγραφε ως τόπο διεύθυνσης "Στου στρατιώτη το Πηγάδι" και βρίσκονταν επί της Πλατείας Δεληγιάννη.

Γνωστό και το Καφενείο του Αλφιέρη στην Λεύκα, τόπος συγκέντρωσης των βιομηχανικών εργατών, το Παλαιό Καφενείο της Κληματαριάς του Στ. Χρυσοστομίδη!
Επίσης το Καφενείο του Σάββα Σουρή στην οδό Αγίου Διονυσίου (φορτοεκφορτωτές), τα Καφενεία Κορακάκη και Ρουσσάκη (παλαιότατα και τα δύο), του Λεωνιδάκη και Γαλάνη που συγκεντρώνονταν Κρητικοί. 







Το κείμενο βασίζεται επί προπολεμικής αρθρογραφίας δημοσιευμένης στον ημερήσιο Τύπο. Συντάκτης της υπήρξε ο Χρήστος ΛΕΒΑΝΤΑΣ. Κάποιοι αναγνώστες του ιστολογίου με πληροφόρησαν ότι το κείμενο του 1935, αποτελούσε το πρώτο μέρος ενός συνολικού κειμένου που η συνέχειά του ήταν το 1936 και που έφερε την υπογραφή του Χρ. Λεβάντα, γεγονός που φυσικά εγώ αγνοούσα.

Κάτω στα Λεμονάδικα

Υπόστεγα στα Λεμονάδικα το 1931.
Τα καλάθια άδεια αφού τα οπωρoλαχανικά έχουν
 φορτωθεί από τα υπόστεγα με προορισμό τις τοπικές αγορές
.
 
Του Στέφανου Μίλεση

Η γνωστή οπωραγορά του Πειραιά που καταλάμβανε μέρος της Ακτής Τζελέπη (από Πλατεία Καραϊσκάκη) κατά μήκος της παραλίας μέχρι λίγο πριν από τον Ηλεκτρικό Σταθμό του Η.Σ.Α.Π.


Εκεί από την εποχή ακόμα που οι οδικές μεταφορές ήταν ανύπαρκτες λόγω έλλειψης οδικού δικτύου και μεταφορικών μέσων, κατέφθαναν καΐκια από όλα τα μέρη φορτωμένα φρούτα και λαχανικά. Στο ίδιο σημείο συγκεντρώνονταν έμποροι, μεταπράτες, λογιστές, αγοραστές και πωλητές. Από την πλευρά του δρόμου πλήθος αμαξών συγκεντρώνονταν για την μεταφορά των φορτίων που ξεφόρτωναν τα καΐκια. Αναμεσά τους περιφέρονταν και πλήθος ατόμων που εκμεταλλευόμενοι την απρόσμενη συνάθροιση πλήθους, άρπαζαν την ευκαιρία είτε να πωλήσουν την πραμάτεια τους (σαλέπι, μπουγάτσες, κουλούρια, λαχεία, τσιγάρα, χάνδρες και κομπολόγια) είτε μικροαπατεώνες που ευελπιστούσαν να αρπάξουν πάνω στον συνωστισμό κάποιο πορτοφόλι ή να εκμεταλλευτούν με κάποια μικροαπατεωνιά που είχαν εκ του προτέρου σκαρφιστεί, κάποιον περιπλανώμενο αγαθό τύπο, που βρέθηκε στην πλώρη τους.


Εκφόρτωση φρούτων από τις βάρκες στην προβλήτα - 1938


Γέμιζε λοιπόν ο τόπος από φωνές, καυγάδες, συμπλοκές, διαφωνίες αλλά και πετυχημένα αλισβερίσια εμπόρων. Τα καΐκια κατέφθαναν πριν ακόμα ξημερώσει φορτωμένα με τα φρούτα και τα λαχανικά και όλη η διαδικασία έπρεπε να γίνει πολύ γρήγορα ώστε να διοχετευθούν εγκαίρως στην αγορά. Στην προβλήτα ανάμεναν οι εργάτες του λιμανιού (φορτοεκφορτωτές) να ξεφορτώσουν τα σακιά και τα καλάθια μέσα σε καροτσάκια χειρομεταφοράς. Αυτά τα καρότσια μετά τα πήγαιναν και τα ξεφόρτωναν λίγα μέτρα πιο κάτω στα υπόστεγα των εμπόρων. Οι πωλητές πριν ακόμα φθάσουν τα καρότσια στα υπόστεγα τα είχαν κοζάρει και έτρεχαν να δώσουν το καπάρο για το κλείσιμο…



Και να οι τσακωμοί που αποτελούσαν την χαρά των μικροαπατεώνων που μέσα σε αυτούς μπορούσαν να κάνουν την κατεργαριά τους ανενόχλητα, αφού οι φωνές και τα σπρωξίματα κάλυπταν τις ύποπτες κινήσεις τους.
Μετά το καπάρο από τον αγοραστή στο υπόστεγο του εμπόρου, έρχονταν ο ζυγιστής με το καντάρι και ζύγιζε τα σακκιά. Το μέτρημα τότε γίνονταν φυσικά σε οκάδες. Το ζύγι καταγράφονταν και ακολουθούσε η φόρτωση των ζυγισμένων προϊόντων από τα υπόστεγα προς τα μεταφορικά μέσα, που σε λίγο θα έπαιρναν τον δρόμο για τα μαγαζιά ή τις αγορές.
Τα Λεμονάδικα έγιναν πλέον γνωστά από το γνωστό τραγούδι του Παπάζογλου. Άλλοι γνωστοί ερμηνευτές του υπήρξαν οι Εσκενάζυ, Περπινιάδης, Ρούκουνας, Μπέλλου κι ο Ζαγοραίος, χωρίς να αποκλείσουμε βέβαια και τόσους άλλους που το έχουν ερμηνεύσει.

Κάτω στα Λεμονάδικα
Έγινε φασαρία,
Δυό Λαχανάδες πιάσανε

Που κάναν την κυρία!..


Κάτω στα Λεμονάδικα (1931)



Οι πορτοφολάδες (Λαχανάδες) δούλευαν πάντα δύο. Ο ένας (ο χρυσοδάκτυλος) έπαιρνε τα λεφτά (λάχανα ονόμαζαν τα μεγάλα προπολεμικά χαρτονομίσματα, ενώ το πορτοφόλι το έλεγαν παντόφλα) και τα έδινε αμέσως στον άλλο, ώστε εάν είχε γίνει ορατός από κάποιον, να μην βρίσκονταν τα χρήματα πάνω του. Ο δεύτερος είχε κρυψώνα που τα εξαφάνιζε μέχρι να βεβαιωθούν ότι δεν τους πήραν είδηση. Για τους σεσημασμένους βεβαίως (αυτούς δηλαδή που είχαν συλληφθεί πολλές φορές στο παρελθόν και είχαν μητρώο) η μη εύρεση του πορτοφολιού ή των χρημάτων πάνω τους δεν αποτελούσε αιτία απαλλαγής, καθώς μια και μόνο μαρτυρία κατηγορίας, ήταν αρκετή να τους στείλει μέσα! Η απόκρυψη του πορτοφολιού είχε να κάνει μόνο με την υπόληψη του δράστη, ως μάγκα λαχανά, αφού μετά την αποφυλάκισή του, θα μπορούσε να εμφανισθεί ξανά στα Λεμονάδικα με το κεφάλι ψηλά, λέγοντας ότι η Αστυνομία δεν κατάφερε να βρει δικό του κλεμμένο.  Οι παρακάτω στίχοι του ίδιου τραγουδιού το αναφέρουν:


Κυρ αστυνόμε μη βαράς, γιατί κι εσύ το ξέρεις
Πως η δουλειά μας είναι αυτή
Και ρέφα μη γυρεύεις

Το τραγούδι ηχογραφήθηκε το 1934, αλλά ο δημιουργός του ο Παπάζογλου, ζούσε αυτές τις εμπειρίες από την καταστροφή του ’22 και μετά που κατέφθασε πάμπτωχος στον Πειραιά. Ο ίδιος τραγουδούσε στα Λεμονάδικα με ανταμοιβή το φιλοδώρημα των περαστικών, που πετούσαν χρήματα σε δίσκο που είχε μπροστά του.







Συνοικία Νέας Καλλίπολης Πειραιώς

Οικίες το 1931 στη Νέα Καλλίπολη Πειραιώς

Του Στέφανου Μίλεση

Συνοικισμός της Πειραϊκής Χερσονήσου, ανοικοδομημένος αρχικά από πρόσφυγες της Ανατολικής Θράκης, από όπου έλαβε και την ονομασία του, αλλά και από μετοικήσαντες Δωδεκανήσιους που με τις νησιώτικες ενδυμασίες τους και τις χαρακτηριστικές οικίες τους έδωσαν χρώμα στην περιοχή. Πολλοί δρόμοι και πλατείες του συνοικισμού της Νέας Καλλίπολης, φέρουν ονόματα Δωδεκανήσου όπως η μια εκ των δύο κεντρικών Πλατειών που ονομάζεται Πλατεία Καρπάθου. Η άλλη φέρει το όνομα του πρώτου Δημάρχου Πειραιά, του Υδραίου Κυριάκου Σερφιώτη (Πλατεία Σερφιώτου), καθώς οριοθετεί τις παρυφές της Υδραϊκής Συνοικίας που αποτέλεσε και τον πρώτο σημαντικό πυρήνα εποικισμού της σύγχρονης πόλης του Πειραιά. Για τον ίδιο λόγο και ο κεντρικός δρόμος που ενώνει τον συνοικισμό της Νέας Καλλίπολης με την Υδραϊκή Συνοικία, φέρει το ίδιο όνομα (Λεωφόρος Σερφιώτου). 
  
Η συνοικία της Νέας Καλλίπολης δέχθηκε μεγάλο προσφυγικό κύμα, μετά την καταστροφή του '22 όπως και πολλές άλλες περιοχές στον Πειραιά. Με το νόμο 3148 της 29ης Ιουλίου του 1924 που υπέγραψε το τότε Πρόεδρος Δημοκρατίας Παύλος Κουντουριώτης, παραχωρήθηκε έκταση του Δημοσίου, έκτασης 150.000 τ.μ. στην Πειραϊκή Χερσόνησο, πάνω ακριβώς από τον όρμο Λουβιάρη στην Πειραϊκή

Η έκταση αυτή κατανεμήθηκε σε οικοδομήσιμα οικόπεδα, τα οποία και παραχωρήθηκαν νομίμως σε πρόσφυγες αναλόγου της καταγωγής τους. Τα οικόπεδα της Ανατολικής πλευράς, δόθηκαν σε Θρακοχερσονησίους (από την Καλλίπολη) ενώ τα δυτικά δόθηκαν Παρρελησποντίους (από τα Δαρδανέλλια και την Λάμψακο) που κατέφυγαν στην Ελλάδα με την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων ή από τον Σεπτέμβριο του 1912 και μετά για του Θρακιώτες. Μάλιστα με τον ίδιο νόμο ανατέθηκε στο Υπουργείο Γεωργίας η διαίρεση σε οικόπεδα των 250 τ.μ. έκαστο, η χάραξη οδών και Πλατειών και κοινόχρηστων εκτάσεων για ανέγερση σχολείων, εκκλησίας και Αστυνομικού καταστήματος.

 Την ίδια εποχή σημαντικά ονόματα του Πειραιά, εμφανίσθηκαν να διεκδικούν μεγάλος μέρος της Πειραϊκής χερσονήσου, προσπαθώντας έτσι να ανακόψουν αφενός το έργο της προσφυγικής εγκατάστασης, αφετέρου να λάβουν αποζημιώσεις καταπάτησης, προβάλλοντας δικαιώματα κυριότητας είτε υπέρ αυτών προσωπικώς, είτε υπέρ τρίτων στους οποίους είχαν κάνει εικονικές πωλήσεις. Αυτοί καθυστέρησαν το έργο της προσφυγικής ανασυγκρότησης με δικαστικούς αγώνες.

Μεγάλο μέρος της Πειραϊκής Χερσονήσου λίγο πριν την παραχώρηση για προσφυγικούς συνοικισμούς ανήκε στην λεγόμενη Αεροπορική Άμυνα. Τελικώς τα δικαστήρια αποδέχθηκαν κάποια δικαιώματα, κυρίως μικρών ιδιοκτητών που είχαν αγοράσει μικροοικόπεδα απευθείας από την Αεροπορική Άμυνα, αλλά εκδίωξε τις εικονικές πράξεις των "γηπεδοφάγων". 

Στο τότε Τμήμα Λαϊκής Κατοικίας που ανήκε στο Υπουργείο Πρόνοιας και Αντιλήψεως και επόπτευε την παραχώρηση γης στη Νέα Καλλίπολη, δημοσιεύθηκε εγκύκλιος σύμφωνα με την οποία μπορούσε κάποιος πρόσφυγας να καλέσει την Αστυνομία, σε περίπτωση απειλής από "γηπεδοφάγο".  

Τελικώς η απογραφή του 1928 κατέγραψε 4.600 κατοίκους στη Νέα Καλλίπολη.  




Από τον Ελλήσποντο στην Πειραϊκή Χερσόνησο:


Το εγκυκλοπαιδικό Λεξικό του "Ηλίου" αναφέρει ότι η Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης στα Τούρκικα ονομάζεται Γκελήμπολου. Βρίσκεται στο στόμιο του Ελλησπόντου προς Προποντίδα. Μέχρι το 1918 το μισό των κατοίκων της ήταν Έλληνες. Έχει καταγραφεί η ύπαρξη εκεί 8.000 Ελλήνων, σε συνολικό πληθυσμό 16.000 κατοίκων!

Το όνομά της "Καλλίου πόλιν", δόθηκε υπό του Καλλίου, ενώ πρώτα λέγονταν Κριθώτη. Το 1305 κατελήφθη από τους Καταλανούς που κατάσφαξαν όλο τον πληθυσμό της. Το 1920 παραχωρήθηκε από την Συνθήκη της Λωζάνης στην Τουρκία και οι κάτοικοί της κατέφυγαν στην Ελλάδα.

Η εγκατάσταση:


Η εγκατάσταση αυτών των νέων προσφύγων, προσπάθησε να γίνει οργανωμένα και μετά από μακρές διαβουλεύσεις που προέβλεπε ο Νόμος 3967 του 1929. Σημαντικό βήμα ήταν η ίδρυση "Επιτροπής Συνοικισμού Νέας Καλλιπόλεως" η οποία αργότερα συγχωνευόμενη με άλλες παρόμοιες Επιτροπές (Νέας Σμύρνης κ.λ.π.) αποτέλεσαν το "Συμβούλιο Πρόνοιας και Στεγάσεως" υπηρεσία που ανήκε στο τότε Υπουργείο Πρόνοιας και Αντιλήψεως. 

Από το 1926 είχε ήδη εξαγγελθεί  δημοπρασία
για την ανέγερση του συνοικισμού η οποία μέχρι και το 1929 βρίσκονταν σε διαβούλευση!!

Η εμφάνιση ειδικής επιτροπής στο Υπουργείο Πρόνοιας, και η έκδοση του νόμου 3967, έδωσαν Κρατική υπόσταση στην εγκατάσταση, αφού αρχικά εκτάσεις απαλλοτριώθηκαν και στην συνέχεια δόθηκαν σε πρόσφυγες με σκοπό την ανέγερση κατοικιών. 

Άποψη περιοχής Νέας Καλλίπολης το 1927 όταν ο Ι.Ν. Αγίας Παρασκευής ήταν ακόμα μικρό ξύλινο εκκλησάκι (δεξιά της φωτογραφίας) που κάλυπτε τις ανάγκες των προσφύγων.
(Αρχείο Ζήση Σαρικόπουλου) 


Υδροφόρο βυτίο που χρησιμοποιούνταν για την διανομή του περίφημου νερού Πόρου
στις γειτονιές του Πειραιά (1929) 

Ξένη Εταιρεία "παγώνει" την οικοδόμηση:


ΟΔΗΓΙΑΙ ΔΙΑ ΤΟΥΣ ΟΙΚΙΣΤΑΣ

Η ιδέα της τότε Κυβέρνησης ήταν κάθε δικαιούχος οικιστής μετά την παραχώρηση γης από το Κράτος να δηλώσει τον τύπο της οικίας που επιθυμούσε, σε συγκεκριμένη τεχνική εταιρεία, ώστε αυτή να του την ανοικοδομήσει. Η αιτιολογία ήταν η ομοιομορφία των σπιτιών του συνοικισμού. Μάλιστα στο ανωτέρω τεύχος που φέρει τον τίτλο "Ανέγερσις Νέας Σμύρνης και Νέας Καλλίπολις" υπάρχουν και τύποι σπιτιών, που ο οικιστής πρέπει να επιλέξει αναλόγως του μεγέθους της οικίας που επιθυμεί.

 Φυσικά οι δικαιούχοι λάμβαναν μόνο γη, καθώς όφειλαν για την κατοικία, να καταθέσουν σε λογαριασμό στην Εθνική Τράπεζα το ένα έκτο της συνολικής αξίας της δαπάνης ανέγερσης! 
Το υπόλοιπο ποσό θα έπρεπε να το εξοφλήσουν σύμφωνα με τους όρους που έθετε η σύμβαση. 

Εάν ο οικιστής δεν τηρούσε αυτούς τους όρους, θεωρούνταν έκπτωτος και το οικόπεδο παραχωρείτο σε άλλον δικαιούχο!

Έτσι κάτω από τους δυσμενείς αυτούς όρους, το μόνο που επιτεύχθηκε ήταν η διανομή γης, επί της οποίας τελικώς οι πρόσφυγες οικοδόμησαν με δικά τους μέσα και αφού η ανέγερση σπιτιών πάγωσε για μεγάλο χρονικό διάστημα, από την εμμονή της εταιρείας, λόγω ανάληψης της ανωτέρας Σύμβασης. 

Βουλευτές της αξιωματικής αντιπολίτευσης θέτουν ερωτήματα τότε δια του ημερήσιου τύπου:

"Η Νέα Καλλίπολις περιλαμβάνεται μέσα στη σύμβαση τη συνομολογηθείσα υπό του Κράτους με την Εταιρία ΟΣΜΑΝ και ως εκ τούτου οι κάτοχοι οικοπέδων δεν μπορούν να κτίσουν πλέον εξ ιδίων αλλά μόνο δια της ξένης εργοληπτικής εταιρίας! Το γιατί; Μπορούμε όλοι μας να το μαντεύσουμε !".

Ύδρευση με νερό Πόρου και διανομή από νερουλάδες:

Φυσικά κάτω από αυτούς τους όρους οικοδόμησης, ύδρευση, δίκτυο υπονόμων, δρόμοι, υποτιθέμενα θέατρα και λουτρά, χώροι πρασίνου και αναψυχής, δεν θα μπορούσαν να γίνουν με μέριμνα των προσφύγων. Αυτή είναι και η εξήγηση που η Καλλίπολη ουσιαστικά κατασκευάστηκε άνευ δικτύου ύδρευσης, αλλά και με περιορισμένους κοινόχρηστους χώρους. Σήμερα λανθασμένα έχει εντοπιστεί ότι το μεγάλο πρόβλημα της συνοικίας ήταν τότε το αποχετευτικό. Κι αυτό γιατί σε κάθε οικία κατασκευάζονταν ο λεγόμενος απορροφητικός βόθρος. Η ύδρευση όμως ήταν πραγματική μάστιγα, ειδικά την περίοδο του θέρους. Όλες οι αναμνήσεις από την εποχή εκείνη, ταυτίζονται με την έλλειψη νερού!  


Διανομή πάγου (Ιούλιος 1931)
Κάρα με νερό Πόρου ή αλλιώς οι μικρές "Ούλεν" όπως τις αποκαλούσαν ειρωνικώς,
τροφοδοτούνταν με νερό από δεξαμενές της Ακτής Ξαβερίου. Από εκεί διέσχιζαν τους ανηφορικούς δρόμους της Καλλίπολης για να διανέμουν το πολύτιμο αγαθό 

Το 1931 σχετική αναφορά για τη συνοικία της Νέας Καλλιπόλεως γράφει:

"Σπίτια ωραία μεγάλα, καθαρά. Ο συνοικισμός αυτός όμως διατελεί υπό την δυσμένεια του Κράτους. Έχει κηρυχθεί εις άγνοια. Ουδεμία φροντίδα για τους δρόμους του, τουλάχιστον για τον κεντρικό δρόμο που τον ενώνει με τον Πειραιά. Οι κάτοικοι διαμαρτύρονται, φωνάζουν, ικετεύουν, θέτουν εις ενέργεια μέσα... και αποκομίζουν μόνο υποσχέσεις! Παρακαλούν τους αρμοδίους να δοθεί μια μέριμνα για την ύδρευση του συνοικισμού, στερουμένου και της ελαχίστης σταγόνας ύδατος και αναμένοντος να δροσισθεί από τα βαρέλια των πλανοδίων νερουλάδων.....Ο συνοικισμός δεν ζητεί τίποτα άλλο από το Κράτος παρά μόνο λίγο νερό!"

Δρόμος και ύδρευση με μέριμνα ενός σωματείου:

Το 1935 οι κάτοικοι ζητούν καλύτερη συγκοινωνία με το κέντρο του Πειραιά η οποία γίνεται στοιχειωδώς! Η απάντηση είναι ότι η Καλλίπολης δεν διαθέτει ανάλογους δρόμους καθότι για την διαμόρφωσή τους απαιτείται ο εκβραχισμός  της περιοχής!

 Κατόπιν επίμονων ενεργειών του τότε Προέδρου του Εξωραϊστικού Συλλόγου "Τα Μακρά Τείχη" Γεωργίου Χρ. Σκούρτη, ο τότε Υπουργός Κρατικής Αντιλήψεως κ. Κύρκος πείθεται και εγκρίνει πίστωση 100.000 δραχμών για τον εκβραχισμό των οδών και την διαμόρφωση μιας τουλάχιστον λεωφόρου. 
Έτσι μπαίνουν σε κυκλοφορία δύο λεωφορειακές γραμμές με 12 συνολικά οχήματα. Η μία καταλήγει στο Δημοτικό Θέατρο και η άλλη στον Ηλεκτρικό Σταθμό. 

Με ενέργειες εκ νέου του Γεωργίου Σκούρτη εξασφαλίζεται από το Υπουργείο Πρόνοιας κονδύλι 400.000 δραχμών και από τον Δήμο Πειραιώς άλλες 100.000 δραχμές για εγκατάσταση σωληνώσεων ύδρευσης 850 μέτρων. Τρεις κρουνοί τοποθετούνται σε δημόσιες θέσεις για να συμπληρώσουν την ελλιπέστατη ύδρευση της περιοχής. Πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι λόγω του ανηφορικού του εδάφους και της ανυπαρξίας οδοστρώματος, είναι αδύνατη η συστηματική προμήθεια νερού, ακόμα και με τους νερουλάδες καθώς δυσκολεύονται να τον προσεγγίσουν. 
Με την τοποθέτηση των τριών κρουνών, δημιουργείται αμέσως αφάνταστος συνωστισμός καθημερινώς!
Ο Σύλλογος "Τα Μακρά Τείχη" εξασφαλίζει αμέσως μετά άλλες 240.000 δραχμές και μετά ένα έτος άλλες 450.000 δραχμές οι οποίες διατίθενται για την ύδρευση δια σωληνώσεων στην γειτονιά των Καρπάθιων, που βρίσκονται εντός του Συνοικισμού της Καλλιπόλεως.  

Να σημειώσουμε ότι σήμερα ελάχιστοι γνωρίζουν την προσφορά του Συλλόγου "Τα Μακρά Τείχη" στην επίλυση των προβλημάτων του Συνοικισμού, ενώ βεβαίως το όνομα του Γεωργίου Σκούρτη έχει χαθεί στην σκόνη του χρόνου... 

Νέα Καλλίπολη και εμφύλιος:

Στη Νέα Καλλίπολη Πειραιά επί Ιωάννου Μεταξά δημιουργήθηκε και ο Αστυνομικός Σταθμός Νέας Καλλιπόλεως Πειραιώς, που αργότερα θα γίνει γνωστός, όταν στα επεισόδια του Δεκεμβρίου του '44 (Δεκεμβριανά) θα εκτελεσθούν εντός αυτού δέκα Χωροφύλακες που είχαν προηγούμενα απαχθεί, από δύναμη του ΕΛΑΣ, από το παρακείμενο Τμήμα Μεταγωγών Πειραιά (δέκα συνολικά άνδρες). Τον Μάρτιο του 1945 βρέθηκε ότι εγκέφαλος αυτού του εγκλήματος ήταν ο γνωστός δικηγόρος του Πειραιά Κ.Α....

Αυτός ο Σταθμός της Αστυνομίας θα παραμείνει στην περιοχή μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του '90 που θα καταργηθεί οριστικά. Είναι από τις ελάχιστες αστυνομικές υπηρεσίες εντός λεκανοπεδίου, που παρέμειναν να λειτουργούν με την μορφή "Σταθμού".


1942 - Συσσίτιο στην Καλλίπολη (Από το αρχείο του Δημοσθένη Μπούκη)

Χρονολογικό ιστορικό περιοχής:

Στις 13 Οκτωβρίου 1940, λίγες μέρες πριν την κήρυξη του πολέμου, έγιναν τα επίσημα εγκαίνια του ναού της Αγίας Παρασκευής Νέας Καλλίπολης. Αξίζει να αναφερθεί πως η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής μέχρι να οικοδομηθεί στεγάζονταν σε ένα παράπηγμα που ήταν στημένο εντός της ημιτελής οικοδομής του ναού. (Σχετικό αφιέρωμα εδώ). 



Ο θεμέλιος λίθος της είχε τοποθετηθεί από τις 23 Σεπτεμβρίου 1934. Η εκκλησία αυτή αποτελεί την καρδιά της συνοικίας. 


23 Σεπτεμβρίου 1934 - Τελετή καταθέσεως θεμελίου λίθου Ιερού Ναού Αγίας Παρασκευής
παρά του Προέδρου της Εκκλησιαστικής Επιτροπής κ. Θωμά Θεοφανίδου
(Η φωτογραφία ευγενική χορηγία της κ. Σοφίας Θεοφανίδου)


Από το 1946 στο ναό της Αγίας Παρασκευής, διορίσθηκε ιεροκήρυκας ο Μακάριος Κυκκώτης, που αργότερα θα γίνει γνωστός σχεδόν σε όλο τον κόσμο ως Αρχιεπίσκοπος Μακάριος, που θα διατελέσει και Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τόσο το 1949 όσο και αργότερα θα επισκεφθεί την πρώτη ενορία του για να τελέσει λειτουργία. 

Το 1948 έγινε προσπάθεια δενδροφύτευσης της Νέας Καλλίπολης από τα σχολεία της περιοχής, προσπάθεια από την οποία ελάχιστα δένδρα έχουν απομείνει σήμερα, κυρίως στις δύο πλατείες (Σερφιώτου και Καρπάθου).

Το 1962 τελεί εγκαίνια ο "Πνευματικός και Μορφωτικός Όμιλος Νέας Καλλίπολης" με έδρα κοντά στον γνωστό Κινηματογράφο της Καλλίπολης "Σινέ-Δελφοί".

Το Νοέμβριο του 1963 Καλλιπολίτες συναντούν τον Πειραιώτη Βουλευτή κ. Ηρ. Σακαλή, προκειμένου να μεσολαβήσει ώστε να δοθεί λύση στο αποχετευτικό πρόβλημα της περιοχής, που όπως προαναφέραμε ουδέποτε κατασκευάσθηκε.

Είναι Μάρτιος του 1966 και ακόμα η στέγαση δικαιούχων οικιστών προσφύγων δεν έχει ολοκληρωθεί. Αρκετοί εξ αυτών συνεχίζουν να διαμένουν σε παραπήγματα τόσο στη Καλλίπολη όσο και στον Άγιο Διονύσιο και Χατζηκυριάκειο. Σε αυτούς έχουν προστεθεί και πλημμυροπαθείς του 1961. Αποφασίζεται η οριστική μεταφορά και εγκατάσταση σε πολυκατοικίες στον Κορυδαλλό.

Τον Σεπτέμβριο του 1966 ο Πειραιώτης Υπουργός Παιδείας κ. Σαββόπουλος έθεσε τον θεμέλιο λίθο για την ανέγερση του Πνευματικού Κέντρου της Αγίας Παρασκευής.


Τα γνωστά εκπαιδευτήρια με έδρα την Καλλίπολη (Καταχώρηση του 1964)

Το 1967 (22 Ιουνίου) έγιναν τα εγκαίνια υποκαταστήματος Ταχυδρομείου που βρίσκονταν επί της Πλατείας Σερφιώτου.

 

Αιμίλιος Βεάκης: Στον Πειραιά στην ιδιαίτερη πατρίδα μου


Του Αιμίλιου Βεάκη

Στην κατεύθυνση της ζωής μου έπαιξε μεγάλο ρόλο η ιδιαίτερή μου πατρίδα κι είχα πάντα την έμμονη ιδέα, πως από τον Πειραιά και στον Πειραιά θα μου ΄ρχονταν και θα μου γίνονταν τα γεγονότα εκείνα που θα χάραζαν το δρόμο μου ή που θα σημείωναν τους κυριότερους σταθμούς της ζωής μου.
Σ΄ εκείνη την καθυστερημένη εποχή των παιδικών μου χρόνων χρειάζονταν ελατήρια πολύ δυνατά κι αφορμές τεράστιες για να χαλυβδώσουν την θέληση ενός παιδιού τόσο, που να πάρει την απόφαση ν΄ ακολουθήσει την κλίση της ψυχής του, μια κλίση καταδικασμένη σαν θανάσιμο αμάρτημα από τους φρόνιμους νοικοκυραίους του καιρού εκείνου, την κλίση για τα παλιοσάνιδα της σκηνής!

Και στον Πειραιά, στην ιδιαίτερη πατρίδα είχε ακριβώς την έδρα του ο αυστηρότερος και συντηρικότερος από τους συγγενείς μου και -δυστυχώς - ο σημαντικότερος προστάτης μου από τον καιρό που ορφάνεψα, γιατί ήταν και ο πλουσιότερος! Ο άντρας της αδελφής του πατέρα μου, ο σεβαστός μου θείος και μέγας ξυλέμπορος Παναγιώτης Δάρμας....

Κάποτε όταν πλησίαζα να τελειώσω τις σχολικές μου σπουδές, μου είπε πως μόλις τελειώσω το γυμνάσιο, θέλει να μ΄ εγκαταστήσει στο ξυλάδικο κι όταν συνήθιζα στην δουλειά του, όταν μάθαινα την αξία του ξύλου, όταν μάθαινα το τεχνικό φόρτωμα του κάρου ή του καϊκού - που να μην μπορούν  να με γελάσουν οι αγωγιάτες - όταν θάμπαινα για καλά πια στο νόημα του εμπορίου του, θα μου παράδινε τα κλειδιά του μαγαζιού και της κάσας και θα μ΄ έκανε αφέντη, φτάνει να ήταν σίγουρος πως βρήκε τον άνθρωπο που θα συνέχιζε το έργο του. Ήταν άκληρος και φυσικά για κάθε άλλον, ήταν τούτο μια ζηλευτή τύχη, όχι όμως και για μένα.

Νόμισα πως το κυριότερο χρέος μου εκείνης της ώρας, ήταν να του μιλήσω με ειλικρίνεια και να του σβήσω για πάντα μια ελπίδα που ήξερα πως θάμενε απραγματοποίητη. Αντί να του πως ευχαριστώ, του μίλησα για...τέχνη! Δεν τολμούσα βέβαια να μιλήσω για θέατρο, που στην αντίληψή του σεβαστού θείου ήταν κάτι τερατώδες, κάτι ισοδύναμο με την εξαχρείωση και την διαφθορά, του μίλησα όμως για ζωγραφική που την αγαπούσα κι αυτήν, λιγότερο ίσως από το θέατρο, μα τόσο που φανταζόμουνα πως, αν δεν κατάφερνα να ζήσω σαν θεατρίνος, θα μπορούσα να ζήσω σαν ζωγράφος. Του είπα, λοιπόν πως στην Αθήνα έπαιρνα μαθήματα από τον θαλασσογράφο Χατζή. Και πως είχα σκοπό να δώσω εξετάσεις στο Πολυτεχνείο. Έγινε θηρίο. Κι άκουσα τότε από το στόμα του κάτι καταπληκτικό.
-Τι δηλαδή, θέλεις να γίνεις σαν τον Βολονάκη;
- Θα ήμουν ευτυχισμένος του απάντησα, αν μπορούσα να φτάσω στα μισά της τέχνης του Βολονάκη!
Εκείνος όμως δεν καταλάβαινε απ΄ αυτά. Αγαπούσε και τιμούσε τον πατέρα μου και γεμάτος θυμός πρόσθεσε
- Το παιδί του μακαρίτη του Νικολάκη δε μπορώ να σκεφτώ πως θα καταντήσει να κάθεται στην γωνία του δρόμου του μαγαζιού μου, πλάι στον μπαλωματή και να περιμένει ξυπόλητος, με τόνα παπούτσι, να του μπαλώσει ο μπαλωματής τ΄ άλλο, όπως είδα προχθές τον Βολονάκη και ντράπηκα να τον χαιρετίσω! 

Θύμωσα που τ΄ άκουσα αυτό και κατακόκκινος του αποκρίθηκα σε τόνο ίσως αυθάδικο για την ηλικία μου
- Ο Βολονάκης είναι μεγάλος καλλιτέχνης, κι αν κάθισε εκεί δα μια στιγμή να του ράψουνε το παπούτσι του που ξηλώθηκε, τόκανε με την αφέλεια που χαρακτηρίζει τους μεγάλους. Αν όμως εσένα σου φαίνεται ντροπή νάναι φτωχός ένας μεγάλος καλλιτέχνης, ψάξε να βρεις την αιτία στον ίδιο τον εαυτό σου. Τι σου χρειάζονται τα πλούτη σου, όταν δεν καταλαβαίνεις πως είναι ντροπή, από την φτώχια του Βολονάκη, νάχεις κρεμασμένες στα ντουβάρια σου αυτές τις χαλκομανίες και τούδειξα στον τοίχο της τραπεζαρίας του την καλοκορνιζαρισμένη λιθογραφία μιας νατούρ μορτ που παρίστανε ένα σύμπλεγμα από φρούτα.
- Αν οι πλούσιοι σαν κι εσένα ήξεραν από τέχνη, δε θάχες κάντρα που η κορνίζα τους κοστίζει πιο ακριβά από το περιεχόμενο και τότες οι μεγάλοι τεχνίτες δεν θα αναγκάζονταν να βγάζουν το παπούτσι τους στη γωνία του δρόμου να τους το μπαλώσει ο μπαλωματής.

Ήμουν σίγουρος πως θα μ΄ έδιωχνε από το σπίτι του στην στιγμή, μα γελάστηκα. Κοίταξε λίγο μπροστά του αμίλητος κι ύστερα είπε:
- Θα γίνεις λοιπόν καλλιτέχνης! Τρέμω για το  μέλλον σου. Είσαι παιδί νευρικό και καλοζωισμένο και μεγάλωσες μέσα  χάδια. Δεν θα μπορέσεις ν΄ αντέξεις στην φτώχια. Η καρμανιόλα σε περιμένει. Θα κλέψεις άμα πεινάσεις, κι αν σε πιάσουν θα σκοτώσεις. Χάσου απ΄ τα μάτια μου.
Αυτό ήταν το στερνό καλοκαίρι που πέρασα σπίτι του...

Η προτομή του Αιμίλιου Βεάκη μπροστά από το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά, που το κοσμεί όπως και η προτομή της Κατίνας Παξινού
Στις 24 Φεβρουαρίου του 1980 έγιναν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του Βεάκη, έργο του γλύπτη Ν. Περαντινού, που προσέφερε ο Ροταριανός Όμιλος Πειραιώς. 

Στου Βάβουλα τη γούβα


Του Στέφανου Μίλεση

Στους Άθλιους των Αθηνών ο Ιωάννης Κονδυλάκης μας δίνει μια πλήρη περιγραφή για την "Λάκκα του Βάβουλα" και κάποιες από τις οικίες που βρίσκονταν εκεί. Και ο Ιωάννης Κονδυλάκης γνώριζε πολύ καλά τόσο τον Πειραιά, όσο και τον ίδιο τον Βάβουλα, αφού η Κρητική επανάσταση του 1866 είχε δημιουργήσει τέτοια κατάσταση στο νησί που η οικογένειά του αναγκάστηκε να εγκατασταθεί στον Πειραιά, όπου έμεινε τρία χρόνια. Επέστρεψε στην Κρήτη για τις γυμνασιακές του σπουδές και ύστερα από πολλές περιπέτειες έλαβε το απολυτήριό του από το Βαρβάκειο Γυμνάσιο Αθηνών. 

Ο Ιωάννης Κονδυλάκης

Συνεπώς ο Κονδυλάκης κατέγραψε τις αναμνήσεις που διατηρούσε από τον Πειραιά των παιδικών του χρόνων. Και η μαρτυρία του είναι πολύτιμη καθώς διαπιστώνουμε ότι ακόμα σε εκείνη την πρώιμη για την πόλη εποχή, το τοπωνύμιο "Γούβα του Βάβουλα" ήταν ήδη γνωστό και αναφέρονταν στην Λεκάνη που σχηματίζονταν στην βορειοδυτική πλευρά του Λόφου της Καστέλλας, μεταξύ των σημερινών οδών Ελευθερίου Βενιζέλου, Πραξιτέλους και Ομηρίδου Σκυλίτση, χωρίς τα όρια αυτά να είναι περιοριστικά, αφού σε συμβόλαια ιδιοκτησιών, το τοπωνύμιο αυτό, εμφανίζεται και μακρύτερα (όπως για παράδειγμα στο συμβόλαιο του Ζαννείου Ορφανοτροφείου, που βρίσκεται πέρα από την 34ου Συντάγματος Πεζικού), αλλά και στην έκταση που αργότερα θα οικοδομηθεί ο ναός του Αγίου Κωνσταντίνου, έναντι της Πλατείας Κοραή, επιβεβαιώνοντας έτσι ότι πρόκειται περί τοπωνυμίου που όριζε ιδιοκτησιακό καθεστώς και όχι περί συγκεκριμένης γεωγραφικής περιοχής! 





Σύμφωνα λοιπόν με τις περιγραφή αυτή, επρόκειτο περί μιας απόκεντρου συνοικίας, που όμως διέθετε μερικές οικίες που θεωρούταν από τις παλαιότερες στην πόλη. Κατείχε ιδιόμορφη θέση, καθώς αποτελούσε την κύρια είσοδο στην πόλη του Πειραιά, για τους εισερχομένους από Αθήνα. Έτσι σε εκείνες τις δύσκολες εποχές, μερικές οικίες που βρίσκονταν εκεί, διέθεταν εξωτερικές θύρες παχιές, σχεδόν ως πύλες πύργων και μάλιστα που παρουσίαζαν "ανωμαλίας, ως υφισταμένη βιαίας επιθέσεις"! Οι μικρές αυλές τους προστατεύονταν από υψηλές μάνδρες επί των οποίων "διεκρίνοντο καρφωμένα μαύρα θραύσματα φιαλών, καθιστώντα αυτές ανυπέρβατες". Στην περιγραφή αναφέρεται μάλιστα και η ίδια οι οικία του Βάβουλα να βρίσκεται εν μέσω έκτασης κατάφυτης από αμυγδαλιές!

Όλα ξεκίνησαν όταν το 1839 ο Ηλίας Βάβουλας γνωστός έμπορος έμπορος την εποχή εκείνη του Ναυπλίου, αγόρασε στον Πειραιά εκατό στρέμματα γης στην οποία φύτεψε δέκα χιλιάδες δενδρύλλια αμυγδαλιάς και επτά χιλιάδες κλήματα.  

Η έκταση που είχε αγοράσει όμως βρίσκονταν πολύ χαμηλά, σχηματίζοντας λεκάνη, που διαρκώς πλημμύριζε καταστρέφοντας τα πάντα. Τα νερά που συγκεντρώνονταν εκεί έφευγαν δύσκολα, αφού παρέμεναν για μεγάλο χρονικό διάστημα στάσιμα, σχηματίζοντας έλη και βαλτότοπους. 

Επίσης υπήρχε και ένα ξεροπόταμο το οποίο όμως κατά την περίοδο των βροχών πλημμύριζε, προκαλώντας τρόμο στους κατοίκους! 



Έκτοτε η "Λάκκαν του Βάβουλα" έμεινε γνωστή τόσο από τις αμυγδαλιές της όσο και από την μάνδρα του ίδιου του Ηλία Βάβουλα που την συναντούσε κάθε εισερχόμενος από την Αθήνα προς Πειραιά, στο αριστερό του χέρι! Είχε μάλιστα καθιερωθεί και με την ονομασία "Μάνδραις του Βάβουλα" ή "Μάνδρα του Βάβουλα" εντοπισμένη σήμερα η τοποθεσία αυτή στο βοριότατο άκρο της οδού Κουντουριώτου.


Ποιος ήταν όμως αυτός ο Βάβουλας και πως περιήλθαν στην κατοχή του τόσες εκτάσεις;

Καταρχάς να αναφέρουμε πως το Απάνθισμα Επιστολών του Αδαμαντίου Κοραή του 1839, έχει αποδέκτη στον Πειραιά τον Ηλία Βάβουλα. Επίσης η Εφημερίδα της Κυβερνήσεως του 1860 που διανέμεται στους πιο ισχυρούς άνδρες κάθε τοπικής κοινωνίας σε όλη την Ελλάδα, έχει πάλι αποδέκτη τον Ηλία Βάβουλα!
(στον Πειραιά για παράδειγμα διανέμεται μεταξύ άλλων στους Λουκά Ράλλη, στους Αδελφούς Μουτσοπούλου, Δημόκα, Ρετσίνα, Μελετόπουλο, Σκαραμαγκά).

Συνεπώς αυτός ο τόσο σημαντικός άνδρας που κατείχε και διαχειρίζονταν μεγάλες εκτάσεις ήταν ο εκ Χίου καταγόμενος Ηλίας Βάβουλας, ο οποίος αποφάσισε όπως και πολλοί άλλοι Χιώτες να εγκατασταθούν στον ακόμα έρημο Πειραιά, διαβλέποντας ευκαιρία για ανάπτυξη, εκεί που πολλοί άλλοι έβλεπαν μόνο χέρσα γη και έλη! 

Το πότε εγκαταστάθηκε ο ίδιος ο Ηλίας Βάβουλας στον Πειραιά δεν είναι απολύτως γνωστό. Αυτό που είναι γνωστό όμως, είναι ότι το 1839 αγόρασε έκταση γης. 
Πάντως μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1870 μεσουρανούσε ως όνομα στην πόλη. 
Την δεκαετία του 1880 όμως δεν βρίσκεται πλέον εν ζωή, αφού ο Δήμαρχος Πειραιώς Τρύφωνας Μουτσόπουλος βρίσκεται σε δικαστική διαμάχη με την χήρα σύζυγό του την Ζαμπελού Βάβουλα για διεκδικούμενη έκταση εντός της οποίας είχε ξεκινήσει να ανεγείρεται ο ναός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης! (Διαμάχη την οποία θα περιγράψουμε πιο κάτω)

Η αγορά των εκτάσεων:

Μια εκδοχή είναι και αυτή που παρουσιάζεται στο εγκυκλοπαιδικό λεξικό "Ήλιος" σύμφωνα με το οποίο οι εκτάσεις αυτές περιήλθαν σε ιδιοκτησία της οικογενείας Βάβουλα όταν ο Δημήτριος Βαβουλάς, εγκαταστάθηκε στον έρημο τότε Πειραιά και αγόρασε αντί κωμικού ποσού (τόσο φθηνά), εκτάσεις από την Μακράς Στοάς (σημερινή οδό Γούναρη) μέχρι των ορίων του Νέου Φαλήρου! 

Στο λεξικό αυτό αναφέρεται επίσης πως αυτός ο Δημήτριος Βαβουλάς ήταν γιος του Χιώτη Ναυμάχου της επανάστασης Ιωάννη Βαβουλά, που τον Μάιο του 1825, πυρπόλησε στον Καφηρέα Τουρκική κορβέττα, χρησιμοποιώντας το πυρπολικό του Εμμανουήλ Μπούτη που ήταν συγγενής του. 
Τέλος αναφέρει πως το όνομα του Βαβουλά, παραφθαρέντος σε παροξύτονο, έδωσε όνομα σε όλη τη συνοικία ως Βάβουλα.

Ωστόσο όπως προαναφέραμε στον Πειραιά το όνομα που κυριαρχεί στις εφημερίδες του Πειραιά από το 1839 και ύστερα, είναι του Ηλία Βάβουλα, αφού αυτός είναι ο αποδέκτης εγγράφων και επιστολών από το 1839, αυτόν αναφέρει ο Κονδυλάκης το 1866, αλλά και με τη χήρα γυναίκα του βρίσκεται ο Δήμος σε διαμάχη το 1880! 

Συνεπώς δεν γνωρίζουμε τις πηγές του Χρήστου Πανάγου, αφού επί της ουσίας, αυτός είναι που αρθρογραφεί για λογαριασμό του εγκυκλοπαιδικού λεξικού του "Ηλίου".

Ο Χρήστος Πατραγάς στο "Μεγάλο Πειραϊκό Λεύκωμα" καταγράφει ότι απόγονος της οικογενείας αυτής ήταν και ο Κωστής Βάβουλας ή Νιώτης που συνήθως γύριζε στους δρόμους του Πειραιά μαζί με τη γυναίκα του, επωχούμενος ενός αμαξιού που έσερνε κάποιος υποτακτικός του εξ ού και η φράση "περνάει ο Βάβουλας και η Βαβουλίνα" (1900). Πέθανε εξαιτίας των ταλαιπωριών του πολέμου 1940 - 1944 τον Ιούλιο του 1945 στην Αθήνα σε ηλικία 76 ετών ενώ η σύντροφισσά του Ελένη το γένος Τόμπρα πέθανε το 1961 σε ηλικία 92 ετών. Με το θάνατο του Κωστή Βάβουλα (Νιώτη) και της συζύγου του έσβησε ουσιαστικά το οικογενειακό επίθετο "Βάβουλας" κι έμεινε μονάχα ως τοπωνύμιο η Γούβα ή η Λάκκα του Βάβουλα.

Φτώχεια, έγκλημα, εργατιά, πρώτη απεργία και ρεμπέτικο!


Η συνοικία του Βάβουλα τόπος ακατοίκητος στην αρχαιότητα, επειδή η πόλη δεν είχε φθάσει ποτέ μέχρι τα τείχη που την περιέβαλαν, ήταν περιοχή άγρια, απότομη, σχηματίζοντας λεκάνη αλλά και ρέμα. Εδώ ανακαλύφθησαν τα θεμέλια των Αστικών Πυλών (μεταξύ Διστόμου-Ευρυπίδου-Πύλης), της εισόδου δηλαδή στο Πειραιά από Αθήνα, μέσω των Μακρών Τειχών (Σχετική η αναφορά από Ημερολόγιο 2004 "Το λιμάνι της Αγωνίας").




Έτσι το σκληρό και αφιλόξενο αυτό μέρος δημιουργεί ανάλογες συνθήκες ζωής.


Στις  14 Απριλίου 1894 αναφέρει η "Εφημερίς" του Δημητρίου Κορομηλά πως:

 "Περί τα 50 κοράσια ανήκοντα εις το δεύτερον εργοστάσιον των αδελφών Ρετσίνα, συνελθόντα κατά την Λάκκαν Βάβουλα. Αίτιον της απεργίας των αυτής ην ότι δι΄ έκαστον τόπι πανίου, ενώ μέχρι τούδε επληρώνοντο προς 80 λεπτά τους ανηγγέλθη ότι εις το εξής θα πληρώνονται μόνον 65. Αι εργάτριαι εκείθεν μετέβησαν εν σώματι εις την διεύθυνσιν του εργοστασίου, όπως υποβάλωσι τα παράπονά των".

Αυτές οι γυναίκες που η εφημερίδα αναφέρει με την στάση τους, διενεργούν επί της ουσίας, μια από τις πρώτες απεργίες γυναικών, αν όχι την πρώτη απεργία που έχει σημειωθεί! Και αυτή λαμβάνει χώρα στη Λάκκαν Βάβουλα! 

Αλλά η κατάσταση γίνεται ακόμα χειρότερη με την αστικοποίηση των αρχών του 20ου αιώνα αλλά και ειδικά μετά την καταστροφή του '22 και την έλευση προσφύγων. Ο λογοτέχνης Κώστας Σούκας στο "Ποινικό Μητρώο μιας εποχής" το 1956 γράφει:

"Η Γούβα, τ΄ όνομα της άθλιας αυτής λακκούβας συμβόλιζε άριστα και την αληθινή κατάσταση των κατοίκων της. Ζούσαν μέσα στην βρώμα και στα σκουπίδια, κινδύνευαν κι από το γειτονικό ανώνυμο ξεροπόταμο, κρεμόταν από πάνω τους φοβέρα και τρόμος από τις μεγάλες βροχές. Πράσινα λασπόνερα απόμεναν κατακαθισμένα όταν περνούσε ο φόβος να ξεχειλίσει κι ήταν τότε ο άλλος κίνδυνος της αρρώστιας- ύπουλος και κρυφός θάνατος αυτή, που σιγοτρώει τη ζωή τους.
Τούτα όλα κι η καθημερινή δυστυχία απ΄ την ανέχεια και την πείνα έκανε τους ανθρώπους της λακκούβας να κατακάτσουνε κι ηθικά. Έτοιμοι και πρόθυμοι να πουληθούν στις εκλογές, στον πρώτο που θα τους έταζε λαγούς με πετραχίλια."









Κάτω από αυτές τις ιδιαίτερα δύσκολες συνθήκες γεννιέται από Πειραιώτες γονείς στην Λάκκα του Βάβουλα το 1908 και ο Στέλιος Κηρομύτης. Ο ίδιος ήταν το μοναδικό αγόρι σε μια οικογένεια που είχε τρεις κόρες. Την Ειρήνη, την Ελευθερία και την Σοφία που έφεραν αυτά τα ονόματα συμβολίζοντας την επιθυμία των γονιών τους. Ο Στέλιος μαθαίνει να παίζει το "όργανο" (μπουζούκι) και στην συνέχεια μπλέκει με τον Μάρκο Βαμβακάρη και τον Στέλιο Παγιουμτζή. Το πρώτο τραγούδι ήταν αυτό που τον έκανε γνωστό "Του Βάβουλα η Γούβα" αλλά και την συνοικία σε αυτούς που δεν είχαν σχέση με τον Πειραιά. Ο Κηρομύτης είναι αυτός που θα πάρει την θέση του Δελιά στην "Τετράς την ξακουστή" όταν αυτός θα πεθάνει από υπερβολική δόση ηρωίνης το 1944 σε ηλικία 32 ετών.



Καφενεία παράξενα, έχουν αναπτυχθεί στην συνοικία αυτή, όπου το άρωμα του καφέ συχνά αντικαθίσταται από λουλάδες, ναργιλέδες και μαρκούτσια. Συμπλοκές, μαχαιρώματα, φόνοι καταγράφονται σε ημερήσια διάταξη. Μερικές εφημερίδες σχεδόν έχουν καθιερώσει και στήλη ειδικά αφιερωμένη στις συμπλοκές της συνοικίας!



Ακόμα και σήμερα, εκτάσεις που έχουν μείνει "παρθενικές" μας δίνουν παραστατικά την εικόνα του πως θα ήταν η περιοχή όταν τα νερά σχημάτιζαν τέλματα και έλη, μάστιγα για τους κατοίκους της περιοχής





Στη Γούβα του Βάβουλα στην οδό Πύλης 36, γεννήθηκαν κι έζησαν 14 παιδιά σε ένα δωμάτιο με τους γονείς τους. Ένα από αυτά τα παιδιά ήταν και ο στιχουργός, ποιητής και επιθεωρησιογράφος Μίμης Τραϊφόρος που υπήρξε μεταξύ άλλων και συμμαθητής του Νίκου Καββαδία. 

Ο Μίμης Τραϊφόρος με ενοχρήστρωση του Μιχάλη Σουγιούλ έγραψε το επικό τραγούδι "Παιδιά της Ελλάδος παιδιά" που τραγούδησε η Σοφία Βέμπο. Συνεπώς θα λέγαμε ότι το τραγούδι ύμνος για τους μαχητές του μετώπου του '40 γράφτηκε στη Γούβα του Βάβουλα.

Εκεί επίσης ο Μόλλας ο καραγκοζοπαίχτης είχε στήσει το θεατράκι του σε μια μάνδρα Ιπποδαμείας και Υψηλάντου και τα καλοκαίρια έδινε παραστάσεις. 


Η Διαμάχη της χήρας Βάβουλα με τον Δήμο:

Αφήσαμε τελευταία την περιγραφή της διαμάχης που αφορά την χήρα Βάβουλα με τον Δήμο Πειραιώς, σχετικά με την ανέγερση του ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης, σε διεκδικούμενη έκταση, καθώς την ιστορία αυτή την έχουμε ήδη περιγράψει σε παλαιότερη ανάρτηση (Διάβασε ιστορία Ναού Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης).



Αποτέλεσμα του αγώνα αυτού, ήταν να δικαιωθεί η Ζαμπελού Βάβουλα με απόφαση του Εφετείου Αθηνών του 1880, όχι μόνο για το οικόπεδο που ανεγείρονταν ο ναός αλλά και για την πέριξ αυτού έκταση.
Ωστόσο η Χήρα Βάβουλα από την έκταση που κέρδισε δικαστικώς ένα μέρος το χάρισε στον γαμπρό της εγγονής της τον Νικόλαο Αξελό. Μέσα στην έκταση δηλαδή εντός της οποίας βρίσκονταν και ον ναός του Αγίου Κωνσταντίνου!

Τότε παρενέβη ο Τρύφων Μουτζόπουλος και με πολλούς κόπους, κατόρθωσε να συμβιβάσει άπαντες και το 1883 να υπογράψουν συμβόλαιο (Συμβολαιογράφο Πειραιώς Ι. Σωτηρόπουλο) με το οποίο παραιτούνταν όλοι από οποιαδήποτε αξίωση επί του οικοπέδου που ανεγέρθηκε ο ναός και μάλιστα παραχώρησαν επιπλέον για κάλυψη των αναγκών του και το προς βορρά οικόπεδο (οδούς Καραΐσκου, Τσαμαδού και Αλκιβιάδου). Ο Τρ. Μουτζόπουλος όμως για να το πετύχει αυτό παραχώρησε στην Ζαμπελού Βάβουλα άλλο οικόπεδο (αυτό που κτίσθηκε η οικία Αξελού, στις οδούς Αλκιβιάδου και Τσαμαδού) καθώς και άλλα δύο οικόπεδα στον Πειραιά.

Παράρτημα Φωτογραφιών από την Συνοικία "Λάκκα του Βάβουλα":











Σήμερα σώζονται μόνο ελάχιστες αμυγδαλιές από εκείνες που κάποτε είχε φυτέψει ο Βάβουλας. Προς το τέλος της δεκαετίας του '90 η Γούβα έγινε προς στιγμή της μόδας, όταν γνωστά καταστήματα νυχτερινής διασκέδασης (τα γνωστά "Ελληνάδικα") συγκέντρωναν πλήθη κόσμου. 

Στη Συνοικία του Βάβουλα βρίσκεται και η περιοχή της αρχαίας πύλης του άστεως της πόλης δηλαδή του Πειραιά (Δίπυλο). Ανάμεσα στις οδούς Φίλωνος και Κολοκοτρώνη έχουν βρεθεί τα θεμέλια δύο ελλειψοειδών πύργων που αποτελούσαν την κυριότερη αρχαία πύλη στον Πειραιά. Πολύ κοντά στην πύλη, πίσω από το σημερινό Γηροκομείο Πειραιώς, υπήρχε ο Ιππόδρομος του αρχαίου Πειραιά του οποίου τα ίχνη σώζονταν μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα. ("Οδωνυμικά του Πειραιά" Μάρω Βουγιούκα - Βασίλης Μεγαρίδης).

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"