"Στα Βούρλα" του Μ. Καραγάτση



Προχώρησε στην οδό Αγίου Διονυσίου, που είναι προέκταση της Ακτής Κονδύλη. Ερημιά και μισοσκόταδο εξόν από ένα οικοδομικό τετράγωνο δεξιά - κάτι ανάμεσα σπίτι και φρούριο- που καταυγαζόταν από πολλά δυνατά λαμπιόνια.

Ήταν οι Δικαστικές Φυλακές, τα παλιά Βούρλα, ο απαισιότερος οίκος ανοχής που υπήρξε στην Ελλάδα. 

Γυναίκες των Βούρλων και "σπιτιών" με αφροδίσια νοσήματα
 στο Νοσοκομείο του Α. Συγγρού (1930) 

Η Μαρία Μακρή θυμήθηκε τις ιστορίες της κυρά Φροσύνης, άλλοτε ιερόδουλης στα Βούρλα, και νυν καθαρίστριας σε κάποιο μπορντελοξενοδοχείο της οδού Φίλωνος. Μόνον όποια δεν την ήθελαν τα οργανωμένα σε ιδιωτικές επιχειρήσεις ¨σπίτια" καταντούσε στα Βούρλα. Νοίκιαζε μια καμαρούλα και δούλευε για λογαριασμό της, δίχως "μαμά".

 Η πραγματικότητα όμως ήταν διαφορετική. Μολονότι την τάξη την κρατούσε ιδιαίτερο αστυνομικό τμήμα, εγκατεστημένο μέσα στον πορνοσυνοικισμό, οι κάθε λογής ρουφιάνοι και σωματέμποροι είχαν εκεί το στέκι τους κι εκμεταλλεύονταν τις γυναίκες με τον εκφοβισμό και την τρομοκρατία, κάμοντάς τους το βίο αβίωτο. Ένεκα τούτου, καταπώς είπαμε, μόνον οι απόκληρες της δουλειάς κατέληγαν στα Βούρλα, όταν δεν μπορούσαν να δουλέψουν μέσα στην ασφάλεια του καθιερωμένου μπορντέλου.

Γυναίκες εν αναμονή εξέτασης (Νοσοκομείο Συγγρού 1930)


 Τέτοιας λογής γυναίκες δεν είχαν μεγάλες οικονομικές αξιώσεις με συνέπεια το χαμηλό τιμολόγιο να προσελκύει στα Βούρλα τα πιο εξαθλιωμένα υποκείμενα του Πειραιώτικου αντρικού πληθυσμού. Κάποτε -διηγόταν η κυρά Φροσύνη- άγνωστο πώς ξέπεσε εκεί μια δεκαοχτάχρονη κοπέλα, σαν το κρύο το νερό. Ουρά γινότανε μπροστά στην καμαρούλα της. Μια γριά απόστρατη, με αμοιβή λίγες δραχμές, εκτελούσε χρέη θυρωρού. Στεκόταν έξω απ΄ την κλειστή πόρτα, την ώρα που ήταν μέσα πελάτης. Μόλις ο πελάτης έβγαινε, εκείνη έμπαινε μέσα να ελέγξει. Μετά έβγαινε έξω στην πόρτα κι έλεγε "Ποιος έχει σειρά. Εσύ; Κατέβαζε, παρακαλώ το δεκάρικο! Και γρήγορα, περιμένει κόσμος και κοσμάκης!"

Η Μαρία Μακρή συλλογιέται πως τα Βούρλα καταργήθηκαν για τα μάτια του κόσμου: για να μη φαίνεται τόσο προκλητικά ο ξεπεσμός της γυναίκας. Τίποτα όμως δεν άλλαξε. Οι γριές και οι κακοσούσουμες, αντί να δουλεύουν συγκεντρωμένες σε κοινόβιο, ξεποδαριάζονται στα πεζοδρόμια, να ψωνίζουν πελάτες και να τους κουβαλάν στις τρώγλες τους, τις εγκατασπαρμένες σ΄ όλες τις φτωχογειτονιές της μεγάλης πολιτείας. 

Την ίδια κακή μοίρα έχουν κι οι καλύτερες, που άλλοτε εργάζονταν άνετα κι αμέριμνα, μέσα στην ασφάλεια των μπορντέλων. (Αυτές τώρα, έπεσαν στην δικαιοδοσία των νταβατζήδων, που άλλοτε μπορούσαν ν΄ αποφύγουν). Εκεί που τα πράγματα έμειναν παρόμοια, είναι στις "πολύ καλές", που εξασκούν το επάγγελμα κρυφά, μόνο με πελατεία συστημένη. Σ΄ αυτή την κατηγορία ανήκει και η Μαρία Μακρή....

Απόσπασμα από "Το 10" του Μ. Καραγάτση 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"