Θεμιστοκλής, ο πατέρας της δόξας του Πειραιά


Το έτος 483 π.Χ. χρήματα άρχισαν να εισρέουν στο Αθηναϊκό Ταμείο, όταν μια πλούσια φλέβα μεταλλεύματος ανακαλύπτεται στα ορυχεία του Λαυρίου. Τότε ο Θεμιστοκλής συμβουλεύει με τα χρήματα αυτά να εξασφαλιστεί η άμυνα της πόλης με την ενίσχυση της ναυτικής οχύρωσης και την κατασκευή νέων πλοίων, καθώς φοβόταν την εκδίκηση των Περσών που λίγο καιρό πριν είχαν ηττηθεί στον Μαραθώνα. 

Αφού παραμερίζει τις όποιες αντιδράσεις υπήρχαν, αναζητά εξειδικευμένους εργάτες τειχών και ναυτεργάτες καρνάγιων. Και για να πετύχει την προσέλκυσή τους, τους παραχωρεί προνόμια.

Απέναντί του βλέπει μια αυτοκρατορία, την Περσική που αναπτύσσει έναν γιγαντιαίο στόλο. Με το πρόγραμμά του όμως ο Θεμιστοκλής καταφέρνει εντός τριών ετών να κατασκευάσει τριήρεις και βοηθητικά πλοία! Παράλληλα φροντίζει και για την οχύρωση του Πειραιά, που μετά την περσική λεηλασία του 479, θα πρέπει η πόλη να ανορθωθεί εκ του μηδενός. Υπολογίζει να κατασκευάσει τείχος που θα μπορούσαν να το υπερασπισθούν ακόμα και γυναικόπαιδα αφού οι Πειραιώτες θα αναλάμβαναν την επάνδρωση των πλοίων. Λογάριαζε το ύψος να ήταν τέτοιο που να προκαλούσε δέος μόνο με την οπτική επαφή. Το δε πάχος του να ήταν τόσο ισχυρό που πάνω του να διασταυρώνονταν δύο άρματα! Μέσα σε όλα αυτά έπρεπε να λογαριάζει και την αντίδραση των Σπαρτιατών που δεν ήθελαν οι ανταγωνιστές τους Αθηναίοι να αποκτήσουν μια τέτοια υπερκατασκευή! Και αυτή η κατασκευή διήρκεσε δέκα επτά ολόκληρα χρόνια! 

Και με την ίδια φροντίδα κατασκεύασε όχι μόνο τα Μακρά τείχη, που συνέδεαν τον Πειραιά με την Αθήνα κατά μήκος της σημερινής Πειραιώς, αλλά και τα Τείχη του Πειραιά. Και ο Κίμων αργότερα συμπλήρωσε την οχύρωση αυτή,  όπως κι ο Περικλής και αργότερα ο Κόνων που θα τα στήσει ξανά όταν θα βρεθούν σωρός από ερείπια (θα μείνουν γνωστά σήμερα ως "Κονώνεια Τείχη"), όμως τίποτα δεν θα είχε γίνει, αν ο Θεμιστοκλής δεν είχε αναλάβει το αρχικό μεγαλόπνοο σχέδιο.


Κι όμως φτάνει μια εποχή (το 471 π.Χ.) που ο Θεμιστοκλής θα εξοριστεί στην Μαγνησία της Μικράς Ασίας ως προδότης! Εκεί θα πεθάνει μόνος και εγκαταλειμμένος από όλους! Η αξία του αναγνωρίζεται μόνο μετά τον θάνατό του και τότε είναι που τα οστά του μεταφέρονται στον Πειραιά και τοποθετούνται στην δεξιά είσοδο του Λιμένα! Και στη θέση αυτή ορθώνεται ένα μνημείο προς τιμή του. 





Δεν πρόκειται για τον τάφο του (αυτός βρισκόταν εκεί που τάφηκε αρχικά), αλλά για ένα μνημείο τιμής και προσκύνησης στον άνθρωπο εκείνο που η ιδιοφυΐα του δεν έφτιαξε οχυρωματικά έργα, αλλά και μηχανισμούς άμυνας, προέβλεψε την εκπαίδευση των πληρωμάτων των πλοίων, την κατασκευή νεωσοίκων, την ύπαρξη αλυσίδων ασφαλείας των τριών Πειραϊκών Λιμανιών, τους τρόπους επικοινωνίας και τόσα άλλα, που έκαναν την πόλη απόρθητη.

Αυτό το μνημείο που βρίσκεται δεξιά της εισόδου του Λιμανιού, ούτε έξω από αυτό, ούτε εκτός των πυλών των τειχών, ούτε βγαίνοντας δεξιά! Ένα μνημείο προς τιμή ενός ήρωα γίνεται εκεί όπου τιμάται από τον κόσμο και όχι μακριά σε σημείο απρόσιτο και απόκεντρο!


Και η οχύρωση του Πειραιά αποτέλεσε στοιχείο βασικό για την μετέπειτα λαμπρή ανάπτυξή του. Κι αν η Αθήνα την εποχή που ακολουθεί προκαλεί το μένος των Σπαρτιατών λόγω του δημοκρατικού πολιτεύματός της, τότε ο Πειραιάς προκαλεί και τον φθόνο τους, καθώς οι δημοκρατικές ιδέες εδώ είναι μπολιασμένες όχι μόνο με ιδεολογία όπως στην Αθήνα, αλλά και με το εμπόριο που είναι πόλος χρήματος! Πλοία φεύγουν από το λιμάνι του Πειραιά, οι επαφές ανοίγουν και οι Πειραιώτες έχουν το προνόμιο να βλέπουν και να συγκρίνουν την ζωή σε μέρη Τυραννίας και σε μέρη που οι Δημοκρατίες μεσουρανούν. 


Οι Πειραιώτες βλέπουν καθαρά την διαφορά μεταξύ ενός υπηκόου και ενός ελεύθερου πολίτη! Όσο όμως ο Πειραιάς αναπτύσσονταν τόσο τα λιμάνια της Κορίνθου, της Αίγινας και των Μεγάρων καταστρέφονταν και μαράζωναν οικονομικά. Και οι μαραζωμένοι έβρισκαν μια φιλόξενη Σπαρτιατική αγκαλιά, πάντα ανοικτή. Κάποτε οι Αθηναίοι προσπαθώντας να σταματήσουν την διαρροή, πέφτουν στο λάθος των αντιποίνων. Και απαγορεύουν την εισαγωγή στον Πειραιά, αγαθών από περιοχές που πρόσκεινται στην Σπάρτη. Και έτσι ξεκινά ένας πόλεμος που αν και ονομάσθηκε Πελοποννησιακός, μάλλον Αττικός ήταν, αφού Αθήνα και Πειραιάς βρίσκονται για μεγάλα χρονικά διαστήματα υπό πολιορκία και λοιμό! Είκοσι επτά χρόνια κρατά αυτός ο πόλεμος! Η Αθήνα το λίκνο του πολιτισμού και της Δημοκρατίας παρουσιάζει έναν στρατό 30.000 ανδρών. Ο Πειραιάς όμως που κάποιοι απαξιωτικά τον αποκαλούν απλά επίνειο, σαν να ήταν κάποιο ασήμαντο προάστιο, προσφέρει τόσους κι ακόμα περισσότερους, όχι απλούς στρατιώτες, αλλά με ναυτική εξειδίκευση στην τέχνη του πολέμου και της ναυσιπλοΐας.  

Σχετικά άρθρα: Ο Χάλκινος Ανδριάντας του Θεμιστοκλή      

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"