Η ανεύρεση της χαμένης προτομής του Όθωνα




του Στέφανου Μίλεση

Πρόκειται για την προτομή του πρώτου Βασιλιά της σύγχρονης Ελλάδος, του Όθωνα. Τοποθετήθηκε στο κέντρο μιας πλατείας στο λιμάνι του Πειραιά που έφερε το όνομά του, Πλατεία Όθωνος και που σήμερα είναι γνωστή ως Πλατεία Καραϊσκάκη.

Από το 1851, βρισκόταν πάνω σε μια βάση που ήταν εκ παραλλήλου και δημόσια κρήνη (βρύση) καλύπτοντας τις ανάγκες του πληθυσμού σε προμήθεια νερού. Στα γεγονότα που έλαβαν χώρα στον Πειραιά την 11η Οκτωβρίου του 1862 με την έξωση του Όθωνα, αποκολλήθηκε βιαίως από την βάση της και ρίχθηκε στην θάλασσα από εξοργισμένους επαναστάτες κατά του Όθωνος.

Μετά από πολλά χρόνια η παρουσία της είχε ξεχασθεί, καθώς την θέση της στην Πλατεία, είχαν καταλάβει διαδοχικά η προτομή του αρχαίου θεού Απόλλωνα, ο ατυχής ανδριάντας ως προς την απεικόνιση του Καραϊσκάκη και τελικώς το σημερινό άγαλμα του Καραϊσκάκη.

1880 - Η πλατεία που αρχικώς ονομάζονταν Όθωνος, μετέπειτα Απόλλωνος και σήμερα Καραϊσκάκη. Διακρίνεται το οινοπνευματοποιείο του Καψαμπέλη

Κάποτε όταν γίνονταν εργασίες για την εκβάθυνση του λιμανιού του Πειραιά με την χρήση της λεγομένης "Βορβοροφάγου", μεταξύ των διαφόρων αρχαιοτήτων, κυρίως Ρωμαϊκής εποχής, που ανασύρονταν εκ του βυθού, ανελκύθηκε και η ξεχασμένη προτομή του Όθωνα. Εκ του προχείρου λοιπόν χαρακτηριζόμενη κι αυτή ως "Ρωμαϊκής εποχής" τέθηκε προς αποθήκευση στην ισόγειο αίθουσα του τότε "Γυμνασίου Πειραιώς" (μετέπειτα Ιωνιδείου) όπου φυλάσσονταν όλες οι Πειραϊκές αρχαιότητες.

Από τις εργασίες εκβάθυνσης του λιμένος Πειραιώς προς τα τέλη του 19ου αιώνα


Κάποια στιγμή ένας παλαιός μαθητής του συγκεκριμένου γυμνασίου, αναγνώρισε ότι επρόκειτο για τον Όθωνα, καθώς λάμβανε μέρος στις εκδηλώσεις που γίνονταν κάποτε στον Πειραιά προς τιμή του Βασιλιά Όθωνα, εκδηλώσεις που γίνονταν στην ομώνυμη τότε Πλατεία μπροστά στην προτομή. Μετά την αναγνώρισή της, απομακρύνθηκε από το Μουσείο καθώς δεν αποτελούσε αρχαιολογικό εύρημα και μεταφέρθηκε στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία Αθηνών όπου ευρίσκεται μέχρι και σήμερα.

Το ιστορικό της ανεύρεσης της χαμένης προτομής, το περιγράφει ο Ιωάννης Μελετόπουλος (Χρονικό του Πειραιώς) αναφέροντας δε πως ο μικρός μαθητής που αναγνώρισε την προτομή του Όθωνος ήταν ο πατέρας του Αλέξανδρος Μελετόπουλος. Ο Ιωάννης Μελετόπουλος διετέλεσε μάλιστα Γενικός Γραμματέας της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας και έφορος του Ιστορικού και Εθνικού Μουσείου, στο οποίο μεταφέρθηκε η προτομή, όταν αναγνωρίσθηκε από τον πατέρα του.  

 Σχετικές αναρτήσεις:

Έξωση του Όθωνα (τα επεισόδια στον Πειραιά)





Ημερολόγιο χολέρας του 1854

Γάλλοι στον Πειραιά 1854


Του Στέφανου Μίλεση


Ο Πειραιάς το 1854 έμελλε να πληρώσει ακριβά την απόπειρα των εθνικών διεκδικήσεων καθώς η Κατοχή που του επιβλήθηκε από τους Αγγλογάλλους, δεν επέφερε μόνο την ταπείνωση αλλά και την απαίσια χολέρα που αποδεκάτισε την πόλη σχεδόν ολοκληρωτικά!




Το μίασμα αποβιβάσθηκε στην πόλη μεταφερόμενο από τον Γαλλικό Στρατό της Κριμαίας που είχε καταφθάσει στον Πειραιά μέσω οπλιταγωγών πλοίων ως στρατός Κατοχής. Ο Όθωνας γράφει στο ημερολόγιό του: "η χολέρα μάστιζε τον γαλλικό στρατό εν Πειραιεί και οι αρχηγοί των είχον την ανοησίαν να το κρύπτουν επιμελώς σκάπτοντες δια νυκτός μέγαν λάκκον, όπου ερρίπτοντο οι νεκροί αφανώς". 
 
"η χολέρα μάστιζε τον γαλλικό στρατό εν Πειραιεί και οι αρχηγοί των είχον την ανοησίαν να το κρύπτουν επιμελώς σκάπτοντες δια νυκτός μέγαν λάκκον, όπου ερρίπτοντο οι νεκροί αφανώς"
(Βασ. Όθωνας - Περιοχή "Το Μνήμα του Γάλλου")

Τα πρώτα χολερικά συμπτώματα φάνηκαν στον Πειραιά στις 25 Ιουνίου 1854. Αμέσως σχηματίσθηκε ένα ιατροσυνέδριο με σκοπό την λήψη μέτρων, που εξέδωσε παραγγέλματα προς τις εφημερίδες. Όμως ουδείς τα έλαβε υπόψη καθώς τα κρούσματα ήταν περιορισμένα εντός του Γαλλικού αρχικά και αργότερα του Αγγλικού Νοσοκομείου που ομοίως είχε δημιουργηθεί. Μόνο όταν η επιδημία είχε εξαπλωθεί σε όλη την πόλη, διατάχθηκε ο αποκλεισμός του Πειραιά, με σχηματισμό στρατιωτικής ζώνης. Αντί αυτό όμως να ευχαριστήσει τους κατοίκους της Αθήνας, απεναντίας τους δυσαρέστησε τόσο που οι εφημερίδες γεμάτες από παράπονα διαμαρτύρονται για παρεμπόδιση συγκοινωνίας! 
- "Πέρα βρέχει!" έλεγαν οι Αθηναίοι αμέριμνοι μη γνωρίζοντας το μέγεθος του κινδύνου. Δυστυχώς γι΄ αυτούς η βροχή ήταν κοντά.


Όλα τα ιατροσυνέδρια που λάμβαναν χώρα για την αντιμετώπιση της χολέρας, δεν είχαν πλήρη αντίληψη της σοβαρότητας της κατάστασης όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό. 


Ο κόσμος τότε δεν είχε ακριβή γνώση της φρικτής χολέρας, ακόμα και η ονομασία της ήταν για πολλούς μπερδεμένη! Άλλοι την έλεγαν χολέρα, χόλερα, χολόρροια και χολεριά! Άλλοι την αποκαλούσαν "ξένη" καθώς την είχαν φέρει τα Γαλλικά στρατεύματα. Ο αποκλεισμός του Πειραιά δεν τηρήθηκε καθόλου! Την απαγόρευση δεν την κρατούσαν ούτε τα στρατεύματα κατοχής.

Ο Μπάμπης Άννινος καταγράφει με τον δικό του τρόπο την χολέρα του 1854, προσθέτοντας κι αυτός την μαρτυρία του δίπλα σε αυτήν του Εμμανουήλ Λυκούδη και αυτή του Δραγούμη. Η αξία όμως της συγκεκριμένης μαρτυρίας είναι μεγάλη καθώς καταγράφει τα περιστατικά με ημερομηνίες, δίνοντας μορφή ημερολογίου.

Άγγλος Αξιωματικός μπήκε σε εμπορικό κατάστημα στον Πειραιά να αγοράσει φανέλες. Ο έμπορος δεν είχε και γιαυτό ζητούσε να μεταβεί στην Αθήνα για να φέρει τις φανέλες που του ζητούσαν! Ο Άγγλος που λίγο πριν ήταν ο πελάτης, αποδείχθηκε ότι ήταν ο αρμόδιος για την χορήγηση των αδειών εξόδου! Έτσι συγκατατέθηκε προθύμως να παραβιάσει το υγειονομικό μέτρο του αποκλεισμού για χάρη των φανελών! 

Ως απολυμαντικό μέσο θεωρούσαν τότε τις φωτιές που άναβαν μέρα νύχτα στους δρόμους για τον καθαρισμό της ατμόσφαιρας. Τον Αύγουστο η χολέρα εξαπλώνεται και οι μολυσμένοι πεθαίνουν μέσα σε λίγες ώρες. Οι κάτοικοι του Πειραιά μεταναστεύουν σωρηδόν σε Αίγινα, Ύδρα, Σύρο. Στην έρημη πόλη μόνο 60 οικογένειες μένουν! Η επιδημία είναι πλέον φονικό όπλο. Από τους 20 μολυσμένους οι 18 πεθαίνουν. Στα τέλη του Αυγούστου οι θάνατοι αραιώνουν καθώς δεν υπάρχουν κάτοικοι στον Πειραιά για να πεθάνουν. Η πόλη είναι έρημη!

Ως απολυμαντικό μέσο θεωρούσαν τότε τις φωτιές που άναβαν μέρα νύχτα στους δρόμους για τον καθαρισμό της ατμόσφαιρας


Ο θάνατος δεν εξαιρεί βεβαίως τον στρατό Κατοχής και κυρίως τους Γάλλους. Οι απώλειές τους υπολογίζονται σε 800 στρατιώτες, καθώς τόσοι κατέφθασαν αργότερα από την Γαλλία για να αντικαταστήσουν τους πεθαμένους της χολέρας. Οι Γάλλοι νεκροί θάπτονταν στο Φάληρο, σε νεκροταφείο που ορίσθηκε αργότερα για τον σκοπό αυτό λίγο πιο μακριά από τον λοφίσκο που όπως ανέφερε και ο Όθωνας είχαν ανοίξει αρχικώς κρυφά τον τεράστιο λάκκο για να θάβουν τους πρώτους νεκρούς, πιστεύοντας κι αυτοί από άγνοια πως ένας μόνο λάκκος θα ήταν αρκετός! (Σχετικός ο νόμος του 1858 "Περί παραχωρήσεως εκτάσεως τινος γης εν Πειραιεί εις τας Κυβερνήσεις Αγγλίας και Γαλλίας")

Η χολέρα μεταφέρθηκε από τους φυγάδες Πειραιώτες και στα νησιά όπου κατέφυγαν. Στην Σύρο η χολέρα σκότωσε 300! Βεβαίως η Ερμούπολη αριθμούσε τότε 25.000 άτομα πληθυσμό. Όμως επειδή φοβήθηκαν την περίπτωση του Πειραιά, το νησί εγκαταλήφθηκε από τους μισούς του κατοίκους. Πού μπορούσε όμως κάποιος να καταφύγει φεύγοντας από τον Πειραιά για να σωθεί;



Στην Αίγινα οι κάτοικοι λιθοβολούσαν τους φυγάδες. Δύο χιλιάδες Πειραιώτες έμεναν στις εξοχές της Αίγινας, καθώς δεν μπορούσαν να πλησιάσουν την πόλη. Η συρροή ήταν τέτοια που ακόμα και οι χειρότεροι στάβλοι νοικιάζονταν αντί αδράς αμοιβής.
Φυγάδες από την Σύρο μετέδωσαν το μίασμα στην Μύκονο! Μέσα σε λίγες μόλις ώρες, είχαν πεθάνει κι εκεί 29 άτομα!

Μέσα σε αυτό το κακό η Αθήνα είχε μείνει σχεδόν αλώβητος. Το μίασμα είχε φθάσει μόνο μέχρι την περιφέρειά της. Η πόλη φαίνεται ότι είχε σωθεί. Στον Πειραιά περί τα τέλη του Σεπτεμβρίου του 1855 δεν είχαν σημειωθεί άλλοι θάνατοι. Η Χολέρα φαίνεται ότι είχε σταματήσει. Τα μέτρα παραμελούνται, η ζώνη ατονεί. Οι κάτοικοι επιστρέφουν να συνεχίζουν την ζωή τους. Ασχολούνται πιο πολύ με την φωτιά που αποτέφρωσε το Βασιλικό Τυπογραφείο παρά με την χολέρα! 

Λέγεται ότι τότε, καταφθάνει από την Σύρο ένα κιβώτιο που περιέχει ρούχα ατόμου που πέθανε στο νησί από την χολέρα. Τα ρούχα παραλαμβάνονται από την οικογένεια του νεκρού που διαμένει στην Αθήνα. Η οικογένεια τα παραδίδει με την σειρά της προς καθαρισμό σε μια πλύστρα η οποία τα καθαρίζει μαζί με την βοήθεια μιας άλλης. Οι δύο αυτές γυναίκες είναι τα πρώτα θύματα, μιας χολέρας που μπαίνει στην Αθήνα να κατασπαράξει ότι δεν έκανε πρώτα! Η χολέρα επιστρέφει πιο ορμητική! Μεταξύ των κρουσμάτων αυτή την φορά συγκαταλέγεται και η αδελφή του Ιλάρχου Αγγελόπουλου γνωστός στους ιστορικούς του Πειραιά από τις περίφημες περιγραφές της πόλης.


Απερίγραπτος ο νέος τρόμος. Γενική φυγή πληθυσμού σε Αθήνα και Πειραιά! Η Αστυνομία μέσα σε τρεις ημέρες εκδίδει 12.000 διαβατήρια! Τα σπίτια εγκαταλείπονται με ανοιχτές τις πόρτες. Περιουσίες κατακλέβονται, ενώ όλοι τρέχουν στον δρόμο έντρομοι. Οι αμαξηλάτες βρίσκουν την ευκαιρία για πλουτισμό. Το δρομολόγιο Πειραιά - Αθήνα που κόστιζε 5 δραχμές, έφτασε τις 300! Οι Αθηναίοι κατασκήνωναν στον ελαιώνα που χώριζε τις δύο πόλεις! Η χολέρα χτυπά ξαφνικά Μαρούσι και Κηφισιά! Φήμες διαδίδονται για διάφορες πόλεις της Ελλάδας επίτηδες, ώστε οι χολεριασμένοι φυγάδες να μην καταφεύγουν σ΄ αυτές! Σε "καθαρά" μέρη συγκροτούνται από ένοπλους πολίτες αποσπάσματα που πυροβολούν τους φυγάδες να μην πλησιάσουν. 

Ακόμα και οι γιατροί αρνούνταν πλέον να εξετάσουν χολεριασμένους. Έλεγαν στους συγγενείς που πήγαιναν να τους ειδοποιήσουν 
- "Τρίψτε τον κι έφθασα". Εννοείται πως ο ασθενής πέθαινε κατά την διάρκεια των εντριβών προτού να φανεί ο γιατρός.

Όλες οι εκδόσεις των εφημερίδων σταμάτησαν. Αλλά και τους υγιείς φυγάδες δεν τους περιμένει καλύτερη τύχη. Λίγο έξω από την πόλη παραμονεύουν ληστρικές συμμορίες που ξέρουν πως οι κάτοικοι φεύγουν κουβαλώντας πολύτιμα αντικείμενα. Αφού τους ληστεύουν στην συνέχεια τους φονεύουν.


Η χολέρα εισβάλλει στα λιμάνια μεταφερόμενη από τα πλοία

Η χολέρα δεν εξαιρεί τους τρανούς και τους σπουδαίους. Τότε είναι που πεθαίνει και ο δάσκαλος του Γένους Γεννάδιος, ο ήρωας της Φιλικής Εταιρείας Αναγνωστόπουλος, ο πρώην βουλευτής Σκύρου Αντωνιάδης! Όταν φυσά νοτιάς η χολέρα οργιάζει


"Τρέμετε πάντες! ο νότος φυσά το κακό πλησιάζει"

Οι ιερείς διενεργούν λιτανείες στους δρόμους, οι υπάλληλοι δεν πηγαίνουν στις εργασίες τους, τα πάντα σταματούν. Αυτή την φορά οι ρόλοι αντιστρέφονται. Τα θύματα των Αθηνών είναι περισσότερα από τον Πειραιά. Άπειρος κόσμος συρρέει τώρα στον Πειραιά. Διατίθενται πολεμικά ατμόπλοια για να μεταφέρουν οικογένειες αλλού. Το ίδιο κάνει κι ο Γαλλικός στρατός κατοχής. Φεύγει από τον Πειραιά και πηγαίνει στις Κουκουβάουνες. Οι Πειραιώτες αρχικά νομίζουν πως οι Γάλλοι κάτι ξέρουν που καταφεύγουν εκεί τους ακολουθούν. Μετά όταν όμως βλέπουν ότι και εκεί η χολέρα μαστίζει λένε αναμεταξύ τους "Σιγά μην πάω στις Κουκουβάουνες", έκφραση που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα!

Η Αστυνομία σε όσους έχουν μείνει εντός πόλης, κάνει ανακοινώσεις δια τυμπανοκρουσίας. Όλες απαγορευτικές. Απαγορεύεται οι πολίτες να περπατούν στους δρόμους, απαγορεύεται τα καταστήματα να μένουν ανοικτά ενώ τα οινοπωλεία θα κλείνουν στις επτά το απόγευμα. Αυτό δημιουργεί κι άλλο πανικό καθώς κάποιοι πιστεύουν πως η χολέρα μεταδόθηκε από το κρασί! Τα μέτρα αυτά οδηγούν εκτός άλλου και τον λαό στην πείνα! Ο πλουτισμός από μαυραγορίτες κυριαρχεί! Το σύνθημα που κυριαρχεί από στόμα σε στόμα είναι "Σωζέτω έκαστος εαυτόν!".

Στις 14 Νοεμβρίου η επιδημία φθάνει στο ανώτατο σημείο της. Μετά αρχίζει η βαθμιαία ύφεση. Στο μεταξύ ουδείς μπορούσε με βεβαιότητα να απαριθμήσει τους νεκρούς, σε Αθήνα και Πειραιά, καθώς σπανίως γίνονταν κηδεία μεμονωμένη. Επρόκειτο για ομαδικές κηδείες σε λάκκους που μετά καλύπτονταν από ασβέστη. Αλλού οι πεθαμένοι στοιβάζονταν σε πυραμίδες 100 και 150 ατόμων, με πολλούς εξ αυτών να είναι ακόμα ζωντανοί. 
- "Και επειδή έπασχον από σπασμούς ολόκληρος η αποτρόπαιος εκείνη πυραμίδα, κλονίζονταν από το τίναγμα και το θέαμα σου πάγωνε το αίμα" γράφει ο Μπ. Άννινος. Κάποιοι Γάλλοι νοσοκόμοι που έμειναν στις θέσεις τους δέχονται δώρο από την Ελληνική Κυβέρνηση μετά την λήξη της επιδημίας, ένα χρυσό ρολόι!

Η 21η Νοεμβρίου 1855 θεωρείται ως η ημερομηνία που η χολέρα αρχίζει να λαμβάνει τέλος. Οι φυγάδες επανέρχονται σταδιακά και ενθουσιασμένοι από τον σωσμό τους το ρίχνουν στην μέθη. Στις 20 Δεκεμβρίου του 1855 ανακοινώνεται ο τελευταίος θάνατος από χολέρα.  

Οι ιστορίες από την εποχή εκείνη αμέτρητες, θα μπορούσαν να καταγραφούν σε τόμους ολόκληρους. Οικογένειες ολόκληρες χάθηκαν και τα κλειδιά των έρημων πια σπιτιών τους παραδίδονταν στην Αστυνομία. Ενώ άνθρωποι που έτυχε να βρίσκονται μεθυσμένοι στον δρόμο, θάφτηκαν ζωντανοί καθώς τους εξέλαβαν ως χολεριασμένους. Και καθώς οι μεθυσμένοι σκεπασμένοι σε πρόχειρο λάκκο σηκώνονται κάποια στιγμή, ο κόσμος νομίζει πως οι χολεριασμένοι δεν πεθαίνουν αλλά βρυκολακιάζουν.

Ηρωική μορφή η Μαρία Υψηλάντου το γένος Μουρούζη που μένει στην Αθήνα και ουδέποτε φεύγει για να φροντίσει 300 ορφανά συστήνοντας πρόχειρο ορφανοτροφείο που αργότερα η θα τεθεί υπό την προστασία της Βασίλισσας Αμαλίας και θα γίνει γνωστό ως Αμαλίειον Ορφανοτροφείο. 



 Πηγή: Ιστορικά Σημειώματα του Μπάμπη Άννινου, Εκδόσεις ΜΠΑΫΡΟΝ, 1884

Σχετικές αναρτήσεις:



Ο Κινηματογράφος "Ζέα" και η αναβίωση μιας εποχής.


Γράφει ο Στέφανος Μίλεσης

Στις 23 Οκτωβρίου 2014 προστέθηκε άλλη μια ευχάριστη έκπληξη για την πολιτιστική ζωή του Πειραιά. Επαναλειτούργησε ο κινηματογράφος ΖΕΑ που έχει ταυτιστεί τουλάχιστον με τα δικά μου εφηβικά χρόνια, της δεκαετίας του '80, σε μια πόλη που μόνο στο κέντρο της λειτουργούσαν πλήθος κινηματογραφικών αιθουσών. 

Ο Κινηματογράφος ΖΕΑ άνοιξε το 1968 στην οδό Χαριλάου Τρικούπη 39, με πρωτοποριακά για την εποχή του οπτικά και ηχητικά συστήματα. Η πελατεία του ήταν συγκεκριμένη καθώς ο κινηματογράφος ανέβαζε ποιοτικές ταινίες και προσέφερε και ιδιαίτερα υψηλή άνεση για την εποχή του. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ως αίθουσα είχε επιλεχθεί από την Κινηματογραφική Λέσχη Πειραιώς, τα μέλη της οποίας τα Κυριακάτικα πρωινά απολάμβαναν ταινίες σινεφίλ και ευρωπαϊκές ή ανεξάρτητες παραγωγές.

Αναλλοίωτες μέχρι σήμερα παραμένουν ορισμένες εικόνες στο μυαλό μου, από το χρυσά χρόνια της λειτουργίας του. Ο οπτικός δίσκος που άρχιζε να περιστρέφεται στα διαλείμματα, ανακατεύοντας χρώματα στην οθόνη και μαγεύοντας κυρίως τους πιτσιρικάδες, η απρόσκοπτη ορατότητα της αίθουσας αλλά και του εξώστη, καθώς όπου κι αν καθόταν κάποιος απολάμβανε την πλήρη ορατότητα. Στα διαλείμματα όποιος κατέβαινε τις σκάλες για το "Μπαρ" με τα στρογγυλά τραπεζάκια, έβλεπε το εντοιχισμένο τεράστιο ενυδρείο που με εντυπωσίασε τόσο που αργότερα έσπευσα να κατασκευάσω και εγώ ένα όμοιο στο σπίτι μου.


Θυμάμαι ότι για να μάθουμε τις ταινίες που ανέβαζαν όλοι οι κεντρικοί κινηματογράφοι του Πειραιά θα έπρεπε είτε να περάσει κάποιος της παρέας μια βόλτα νωρίτερα από όλους είτε να μάθει τηλεφωνικά το έργο που έπαιζαν, καθώς η αγορά εφημερίδας από την οικογένεια δεν ήταν πάντα δεδομένη. Ανακάλεσα λοιπόν στη μνήμη μου το παλιό νούμερο του ΖΕΑ και το κάλεσα ξανά, με μόνη παραφωνία το 210 μπροστά και ξάφνου μια φωνή "Κινηματογράφος Ζέα, λέγεται παρακαλώ...."


Φυσικά δεν έχασα την ευκαιρία να τον επισκεφθώ αμέσως. Έξω από αυτόν συγκεντρωμένοι άνδρες και γυναίκες περίπου την ίδιας ηλικίας με την δική μου. Όλοι από κάτι είχαν να θυμηθούν από την χρυσή εποχή των αιθουσών. Η δεκαετία του '80 ήταν που σηματοδότησε μεγάλες τεχνολογικές εξελίξεις. Και καθώς ο εκσυγχρονισμός κάλπαζε, τα πάντα άρχισαν να ενοχλούν. Ενοχλούσε ο πίσω με τα θορυβώδη τσιπς ή τους πασατέμπους, ενοχλούσε η ουρά αναμονής στα ταμεία, το ακριβό εισιτήριο. Ενοχλούσαν χίλια δύο πράγματα αστεία, που οδήγησαν όμως τους κινηματογράφους στην εξαφάνιση. Και ο κόσμος για να μην ενοχλείται προτίμησε στο τέλος να βλέπει μόνος του ταινία, καθισμένος στον καναπέ του σπιτιού του, εξορίζοντας το δικαίωμα της κοινωνικής συναναστροφής, το δικαίωμα της ανεκτικότητας, της προσαρμοστικότητας, της αποδοχής και της αλληλεγγύης. Το κοινό εκπαιδεύονταν στους κινηματογράφους. Όλοι γελούσαν με τα ίδια αστεία, ενοχλούνταν με την κινηματογραφική κακία και το έγκλημα, ταυτίζονταν με τους "ήρωες" και την τελική επικράτηση του "καλού".

Συνεπώς η κατευθυνόμενη εξέλιξη προς την "οικιακή διασκέδαση" (ερημική καλύτερα) δεν έγινε τυχαία, αλλά ήταν προμελετημένη και σχεδιασμένη να γίνει. Ο άνθρωπος έπρεπε να αποκοπεί από την ομάδα, να απομονωθεί ώστε να ελέγχεται καλύτερα. Σήμερα άραγε θα είχαμε οδηγηθεί στην παρούσα κατάσταση εάν οι άνθρωποι δεν είχαν εκπαιδευθεί στην μοναξιά και αποτελούσαν μια δυνατή κοινωνία με κοινά πρότυπα; 

Στον Πειραιά της δεκαετίας του ΄80 εκτός από τον ΖΕΑ λειτουργούσαν παράλληλα, χαρακτηρισμένοι ως ΠΕΙΡΑΙΩΣ - Α΄ ΠΡΟΒΟΛΗΣ:
ο κινηματογράφος ΑΤΤΙΚΟΝ στην Αγίου Κωνσταντίνου (από το 1962), 
ο ΚΑΠΙΤΟΛ στο Πασαλιμάνι (πρώην ΟΛΥΜΠΙΑ με έναρξη λειτουργίας από το 1913 που μετονομάσθηκε σε ΚΑΠΙΤΟΛ το 1930), 
ο ΟΛΥΜΠΙΟΝ στην Σωτήρος Διός 9 (από το 1958), 
ο ΠΑΛΛΑΣ στο Πασαλιμάνι (από το 1935), 
το ΣΙΝΕΑΚ στον υπόγειο χώρο του Δημαρχείου (από το 1969),
ο κινηματογράφος ΣΠΕΝΤΙΤ κι αυτός στο Πασαλιμάνι (από το 1925) που κατεδαφίσθηκε το 1987 για να ανεγερθεί στην θέση του στο σημερινό Carefour. 
Επίσης την ίδια δεκαετία μεσουρανούσε ο ΤΕΡΨΙΘΕΑ επί της μικρής παρόδου Κ. Παλαιολόγου στην Τερψιθέα φυσικά (από το 1959) που έκλεισε σχετικά από τους πρώτους το 1983, 
ο ΧΑΪ ΛΑΙΦ επί της Πλατείας Κοραή στο γνωστό για τους πιο παλιούς Μέγαρο Παπακώστα (από το 1925) που σήμερα ανήκει στο ΚΚΕ. 
Στην δύση της εποχής των Κινηματογράφων είχε κάνει την παρουσία της η αίθουσα ΑΠΟΛΛΩΝ στο Πασαλιμάνι. 

Κι αυτές οι αίθουσες, αποτελούν μια απλή αναφορά στους Κεντρικούς κινηματογράφους, αφού παράλληλα λειτουργούσαν και άλλοι χαρακτηρισμένοι ως ΗΜΙΚΕΝΤΡΙΚΟΙ όπως η τριάδα ΑΡΜΟΝΙΑ, ΔΕΛΦΟΙ, ΑΒΑ στην Καλλίπολη κ.ο.κ. 

Τέλος αριθμός κινηματογράφων μεσουρανούσαν εκτός κέντρου Πειραιά, χαρακτηρισμένοι ως ΣΥΝΟΙΚΙΑΚΟΙ, ενώ δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι άλλοι ήταν θερινοί, άλλοι χειμερινοί και άλλοι "παντός καιρού και εποχής". Όλες αυτές οι αίθουσες ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του '80 άρχιζαν να κλείνουν, αφήνοντας χώρο στην τρέλα της βιντεοκασέτας και της ατομικής κατ΄οίκον προβολής.

Ραμόνα, η μοιραία Πειραιώτισσα (1929)

Γυναίκες σαν την Ραμόνα, θα συναντήσετε σε καφωδεία
 και εις τα αριστοκρατικάς λουτροπόλεις!
Του Στέφανου Μίλεση

Μια "αρτίστρια" που έφερε το καλλιτεχνικό ψευδώνυμο Ραμόνα, εργαζόταν σε ένα Καμπαρέ της Τρούμπας, το "Ιντερνάσιοναλ". 

Οι προκλητικές εμφανίσεις της στα τέλη της δεκαετίας του '20, αλλά και η εντυπωσιακή της εμφάνιση, έκαναν πλήθος ανδρών στην κυριολεξία να σέρνονται στα πόδια της. Από τις δέκα το βράδυ και μετά, το Ιντερνάσιοναλ ήταν ασφυκτικά γεμάτο από άνδρες διαφορετικής ηλικίας αλλά και οικονομικής επιφάνειας που ήλπιζαν για την συντροφιά της. Όταν το Καμπαρέ έκλεινε, ο "τυχερός" της βραδιάς, την συνόδευε μέχρι το σπίτι της, σε μια βόλτα που άφηνε πολλά να εννοηθούν. Άλλοι τα κατάφερναν κι άλλοι όχι. Η αποχώρηση όμως από το Καμπαρέ ως συνοδός της Ραμόνα, ήταν αρκετή για να κερδίσεις τον θαυμασμό των υπολοίπων. 



Όμως πολλές νύχτες στην σειρά, η  Ραμόνα επέλεγε την συνοδεία ενός νέου με μεγάλη οικονομική επιφάνεια καταγόμενου από καλή οικογένεια του Σωτήριου Καλογερόπουλου, προκαλώντας την αντίδραση του Αργύριου Τζώρτζη, γνωστού μάγκα στους κύκλους του Πειραιά. Αποκαλείτο "μορτάκιας", λεμβούχος στο επάγγελμα και γνωστός χαρτοπαίκτης των λεσχών. Ο Μορτάκιας έπιασε τον ευγενή νέο και τον απείλησε να διακόψει τις νυχτερινές συνοδείες. Ο Καλογερόπουλος όμως δεν έδινε σημασία και συνέχιζε τις καθημερινές διαδρομές. Η περιφρόνηση που έδειχνε προς τον "Μορτάκια" τρέλαινε τον λεμβούχο που πίστευε ότι μείωνε την "φήμη" του στους κύκλους της Τρούμπας.

Έτσι ο "Μορτάκιας" το βράδυ της 18 Οκτωβρίου του 1929 περίμενε τον Σωτήρη στο Καφενείο που σύχναζε, στην διασταύρωση των οδών Γεωργίου Α΄ και Ελ. Βενιζέλου (Καφενείο του Κοκοράκη) και τον εξετέλεσε, πυροβολώντας τον με περίστροφο στο στήθος και στο πρόσωπο. 

Μετά τον φόνο ο "Μορτάκιας" εξαφανίσθηκε προκαλώντας αγανάκτηση στην Πειραϊκή κοινωνία, καθώς το θύμα ήταν ένας ευγενικός νέος, που θεωρήθηκε ότι μπλέχτηκε στα δίχτυα της Ραμόνα!! Η κοινωνία στράφηκε ακόμα περισσότερο εναντίον της, όταν η ίδια κατέθεσε στην αστυνομία: "Διασκεδάζαμε και εγώ επέταξα φλούδες ροδακίνου εις τον Καλογερόπουλον. Εκείνος μου πέταξε ένα πιάτο που έσπασε κι ένα κομμάτι του κτύπησε τον Τζώρτζη".


Η Ραμόνα που θεωρήθηκε ως η αιτία αλλά και η αφορμή του φόνου, αποτέλεσε αντικείμενο κοινωνιολογικής έρευνας, καθώς θεωρήθηκε πως γυναίκες σαν εκείνη, ήταν υπεύθυνες για τον ξεπεσμό της κοινωνίας, καθώς έπαιζαν με τους άνδρες, αδιαφορώντας για τις συνέπειες των πράξεών τους. Έτσι περισσότερο και από τον δολοφόνο, όλη η δημοσιότητα στράφηκε στο πρόσωπο της Ραμόνα. Οι τίτλοι των εφημερίδων είναι ενδεικτικοί: "Η ανεύθυνος ολέθρια επίδρασή της" - "Κλυταιμνήστρα" - "Μεγάλαι ιστορικαί συμφοραί προήλθον από την μοιραίαν γυναίκαν".

Αρθρογράφος αναρωτιέται: "Πόσαι Ραμόναι γυρίζουν περί ημάς; Τας βλέπουμε εις τον δρόμον, εις τα κέντρα συναθροίσεων, εις συναναστροφάς. Καταστρέφουν οικογενείας, γαμήλιον βίον, συζύγους, παιδιά, συγγενείς.


Κυρίως όμως η έκφραση "μοιραία γυναίκα"  ταυτίστηκε έκτοτε με κάθε φόνο που λάμβανε χώρα με αφορμή μια γυναίκα. Η έκφραση "μοιραία γυναίκα" που πρωτοχρησιμοποιήθηκε στην περίπτωση της Ραμόνας, βρίσκεται σε χρήση μέχρι τις μέρες μας. Δεν είναι λίγες οι φορές που διαβάζουμε σε τίτλους "μοιραία γυναίκα".

Τελικώς ο δράστης Τζώρτζης (ο Μορτάκιας) συλλαμβάνεται στην Αίγυπτο, όπου είχε καταφύγει, δύο χρόνια μετά τον φόνο. Τον Σεπτέμβριο του 1931 παραδίδεται από την Αιγυπτιακή Αστυνομία στην Αστυνομική Διεύθυνση Πειραιά όπου και κρατήθηκε μέχρι την εκδίκασή του στον Παλαιό Στρατώνα του Πειραιά.


Η Πλατεία Μανίνα Πειραιώς (πρώην Συνοικία Μανίνα).



Του Στέφανου Μίλεση

Από τα μέσα του 19ου αιώνα το όνομα "Μανίνα" ήταν γνωστό καθώς ονομάτιζε συγκεκριμένη συνοικία της περιοχής γνωστής ως "Καρβουνιάρικα". Επρόκειτο δηλαδή για μια συγκεκριμένη περιοχή που καταλάμβανε την έκταση από την οδό Ιάσωνος έως την οδό Φλέσσα και με πρόσοψη προς την παραλία στην συμβολή της σημερινής Ακτή Μιαούλη με την Ξαβερίου. 

Λόγω της παραλιακής της θέσης κάποιες φορές αναφέρονταν και ως "Παραλία Μανίνα" ή "Σκάλα Μανίνα" καθώς πολλές προβλήτες παλαιότερα έφεραν την γενική ονομασία "Σκάλα". 


Το όνομα προέρχεται από τον παλιό Ατμόμυλο του Μανίνα που ήταν γνωστός σε όλο τον Πειραιά, ως "Φάμπρικα του Μανίνα". Ο Ατμόμυλος λοιπόν αυτός, δέσποζε σε όλη την γύρω περιοχή κατά μήκος της Ακτής καταλαμβάνοντας όλη την παράλια έκταση Ιάσωνος - Κανάρη - Μπότσαρη μέχρι την οδό Φλέσσα. Λίγο πιο πίσω από την επιχείρηση του Μανίνα, υπήρχε και το σπίτι του, που ζούσε με την σύζυγό του και την κόρη του. Η οικία του ήταν η πιο πλούσια στην περιοχή. Ο Ατμόμυλος του Μανίνα είχε υποστεί στις αρχές του 20ου αιώνα καταστροφή από φωτιά και έκτοτε υπολειτουργούσε. 

Από Ατμόμυλος σε Πέτρινη Αποθήκη:

Το 1909 ο Μανίνας το μετέτρεψε σε τεράστια πέτρινη αποθήκη, την οποία πώλησε στην συνέχεια στους αδελφούς Λούμου. Από τότε το κτήριο χρησιμοποιείτο ως Αποθήκη, νοικιασμένο από την Εταιρεία Γενικών Αποθηκών Ελλάδος. Εκεί φυλάσσονταν είδη των Τελωνείων Πειραιώς. Γιαυτό και οι αποθήκες αυτές ήταν γνωστές και ως "Αποθήκες των Τελωνείων". 

Στο μεταξύ όλα αυτά τα χρόνια, η εμπορία του Κάρβουνου, που έκανε γνωστή όλη την γύρω περιοχή ως "Καρβουνιάρικα", προσέλκυσε πλήθος κι άλλων αποθηκών γαιανθράκων (καρβουναποθηκών). Σταδιακά όλοι οι μεγάλοι χώροι μετατράπηκαν σε αποθήκες κάρβουνου. Όμως με την σταδιακή εξάπλωση της Υδραϊκής Συνοικίας και το πλήθος σπιτιών που εμφανίσθηκαν, οι κάτοικοι διαμαρτύρονταν για τη σκόνη κάρβουνου (ασβόλη) που ρύπαινε τόσο τον αέρα, όσο και την περιοχή. 

Όταν κατασκευάσθηκε η Πλατεία Μανίνα ήταν παραλιακή καθώς την χώριζε μόνο ο δρόμος από την θάλασσα.


Ήδη από το Νοέμβριο του 1895 δημοσιεύονται υπομνήματα προς στο Υπουργείο Ναυτικών, ζητώντας την απομάκρυνση των γαιανθραποθηκών. Στο αιτιολογικό υπόμνημα απομάκρυνσης αναφέρονταν "ότι οι γαιανθραποθήκες κατέστησαν ομολογουμένως μάστιξ των κατοίκων, μη δυναμένων ν΄ ανοίξωσι τα παράθυρα των οικιών των, διότι αυταί αμέσως γεμίζουν από ασβολήν".


Η Συνοικία Μανίνα κατά την περίοδο της Γαλλικής Κατοχής του Πειραιά (1917) ήταν μια από τις έξι συνοικίες που διανέμονταν συσσίτια υπό την επίβλεψη των Γάλλων στρατιωτών. Πίσω από τον Γάλλο στρατιώτη το κτήριο της "Εταιρείας Γενικών Αποθηκών Ελλάδος", που βρισκόταν στην θέση της σημερινής Πλατείας

  
Η φωτιά του 1929:

Όπως είδαμε από το 1909 το κτήριο του πρώην Ατμόμηλου του Μανίνα λειτουργούσε ως Κεντρική Αποθήκη των Τελωνείων Πειραιώς. Πίσω από αυτό υπήρχε σειρά από συναφή κτήρια, όπως πριονιστήρια, ξυλουργικά και ξυλεμπορικά εργαστήρια, αποθήκες και γενικώς οτιδήποτε είχε σχέση με το ξύλο και το κάρβουνο. 


Το κτήριο των Γενικών Αποθηκών των Τελωνείων Πειραιώς, την επόμενη ημέρα της φωτιάς, αποτεφρωμένο και κατεστραμμένο εξ ολοκλήρου, καθώς και τα γειτονικά με αυτό κτήρια

Το απόγευμα της 14ης Αυγούστου του 1929 ξέσπασε φωτιά στις ξυλαποθήκες των Αδελφών Ζούμπερη που βρίσκονταν ακριβώς πίσω από τις αποθήκες του Τελωνείου, στο τέλος της οδού Κανάρη με την σημερινή Ακτή Μιαούλη. Η φωτιά έγινε αντιληπτή από χιλιάδες κόσμου που είχε κατακλύσει το λιμάνι προκειμένου να επιβιβαστεί στα πλοία για Τήνο, για τον εορτασμό του Δεκαπενταύγουστου. Για την κατάσβεση έσπευσαν από θαλάσσης τα ρυμουλκά Μάτσα τα οποία ήταν εφοδιασμένα με πανίσχυρα εκτοξευτικά μηχανήματα. Η φωτιά κατασβέστηκε αλλά όλα τα κτήρια πέριξ των ξυλαποθηκών αποτεφρώθηκαν, μεταξύ αυτών και το κτήριο των Γενικών Αποθηκών των Τελωνείων.

Αριστερά η οδός Ιάσωνος που κατεβαίνει και δεξιά οι αποθήκες των Τελωνείων που καταλαμβάνουν τον χώρο που βρίσκεται σήμερα η μικρή Πλατεία που κάποτε ήταν γνωστή με το όνομα "Πλατεία Μανίνα" . Δεξιά η παραλία συνεχίζει προς την Ακτή Ξαβερίου.


Τελικώς από την καταστροφή του 1929 το κτήριο κατεδαφίσθηκε και η παραλιακή έκταση που καταλάμβανε, αποδόθηκε στον Δήμο Πειραιά όπου στην θέση του κατασκευάσθηκε μια πλατεία, που έφερε το όνομα "ΠΛΑΤΕΙΑ ΜΑΝΙΝΑ".

Η Πλατεία Μανίνα υπάρχει ίδια ως προς το μήκος που καταλαμβάνει μέχρι σήμερα, αν και το όνομα αυτό έχει παρέλθει και δεν χρησιμοποιείται πλέον. 

Στην σημερινή Πλατεία δεσπόζει το άγαλμα του Ποσειδώνα που αποτελεί αντικείμενο φωτογράφισης των ξένων τουριστών που καταφθάνουν με τα κρουαζιερόπλοια. Κατασκευάσθηκε το 1994 και είναι έργο του γλύπτη Σ. Γογγάκη. Επιλέχθηκε ο Ποσειδώνας καθώς την εποχή εκείνη στον έναντι χώρο της πλατείας, διεξάγονταν επί σειρά ετών οι Εκθέσεις "Ποσειδώνια". 




Για την κατασκευή του αγάλματος όσο και την διαμόρφωση της Πλατείας υπήρξαν χορηγίες εκτός φυσικά από τον Δήμο Πειραιώς και τον Ο.Λ.Π. και από την Ένωση Εφοπλιστών Επιβατηγών πλοίων, την άλλοτε ακμάζουσα Ηπειρωτική Ατμοπλοία "Γ. Ποταμιάνος", την διοίκηση της Έκθεσης "Ποσειδώνια" την εποχή ο θεσμός αυτός γίνονταν στον Πειραιά, καθώς και τις εταιρείες Tsakos Foundation Montevideo Uruguay, World Marine και την Τράπεζα Citibank


Η περίπτωση της Πλατείας Μανίνα, θεωρείται μοναδική καθώς η έκταση που καταλαμβάνεται μεταξύ των δύο ρευμάτων του δρόμου (ανόδου - καθόδου), δεν αποτελεί απλώς ένα διακοσμητικό κηπάριο, αλλά μια Πλατεία που όπως βλέπουμε και από τα αναρτημένα πολεοδομικά σχέδια της δεκαετίας του '70, συνεχίζεται να καταγράφεται επίσημα ως "Πλατεία Μανίνα".
    




Σχετικές αναρτήσεις:

Στα Καρβουνιάρικα του Πειραιά



"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"