Πειραιάς και Μασσαλία



Του Στέφανου Μίλεση

«Κτίσμα δ΄ εστί Φωκαέων η Μασσαλία»
(Στράβων Δ’ 179)

Με χαρά θυμάμαι, είχα κρατήσει στα χέρια μου τον Ιούλιο του 2013, ένα έντυπο που μόλις είχε κυκλοφορήσει και έφερε ως τίτλο «Marseille Piraeus» (Μασσαλία – Πειραιάς) «Η πόλη του Πειραιά στη Μασσαλία»

Έντυπο που είχε εκδοθεί λόγο του γεγονότος ότι το 2013 η Μασσαλία είχε ανακηρυχτεί «Πολιτιστική Πρωτεύουσα» της Ευρώπης. Θυμίζω ότι ο θεσμός της «Πολιτιστικής πρωτεύουσας» είχε γεννηθεί μετά από πρόταση της Μελίνας Μερκούρη το 1983. Ο Πειραιάς αδελφοποιημένη πόλη με τη Μασσαλία από το 1984, συμμετείχε τότε με πλούσια πολιτιστική αποστολή, το πρόγραμμα της οποίας εκτυπώθηκε στο προαναφερόμενο φυλλάδιο.  

Όταν όμως ανέτρεξα στις 30 πολυτελείς σελίδες του, διαπίστωσα με λύπη πως κανένα ιστορικό στοιχείο, που καθόριζε τις σχέσεις των δύο αυτών πόλεων, δεν περιλαμβανόταν στο ένθετο, το οποίο περιοριζόταν στην καταγραφή των εκδηλώσεων.
Χαιρετισμοί Δημάρχων, Αντιδημάρχων, παρουσίαση πολιτιστικών προγραμμάτων και εκδηλώσεων…. Ούτε ένα ιστορικό στοιχείο που να δικαιολογεί τόσο την αδελφοποίηση του 1984, όσο και την ίδια την έκδοση του εντύπου! Έτσι, αποφάσισα να εκθέσω εγώ μερικά στοιχεία για τις σχέσεις των δύο πόλεων του Πειραιά και της Μασσαλίας τα οποία φυσικά δεν εξαντλούν το θέμα, αλλά δίνουν κάποια στοιχεία μιας σχέσης ιστορικής, που όφειλε κατά τη γνώμη μου το έντυπο αυτό να περιλαμβάνει.

2013 Μασσαλία - Πειραιάς, Πολιτιστικές σχέσεις.
     

Τον 6ο αιώνα π.Χ. οι Έλληνες κάτοικοι της Φώκαιας, πόλης των παραλίων της Ιωνίας, εγκατέλειψαν την πόλη τους, συνεπεία των αναρίθμητων επιδρομών των Περσών. Κατέπλευσαν όλη τη Μεσόγειο, αντιμετωπίζοντας τον κίνδυνο που παραμόνευε από την άλλη της πλευρά, που ήταν οι Καρχηδόνιοι, οι Ετρούσκοι και οι Φοίνικες. Τους κατανίκησαν μάλιστα στη Ναυμαχία της Αλαλίας, που για τη Δυτική Μεσόγειο οι ιστορικοί δέχονται, πως ήταν τόσο σημαντική αυτή η νίκη, όσο και η ναυμαχία της Σαλαμίνας για το Αιγαίο.

Έτσι δημιούργησαν ακόμη μια ελληνική πόλη. Και λέω μια ακόμη, καθώς στη Δυτική Μεσόγειο δημιούργησαν πολλές άλλες, όπως τη κοινότητα του Μονοίκου λιμένος (γνωστό σήμερα ως Μονακό) ή το Ημεροσκοπείον στην Ιβηρική χερσόνησο, που επίσης από τους αρχαίους Έλληνες έλαβε την ονομασία αυτή επειδή οι κάτοικοί της είχαν συγκεντρωθεί γύρω από τον Ίβηρα ποταμό.

Η Μασσαλία την εποχή των Ελλήνων
(Πηγή:http://marseille.pytheas.free.fr από
 Musée d'histoire de marseille)


Ας επιστρέψουμε στη ελληνική Μασσαλία όμως,  η οποία άκμασε, φωτίζοντας με τον ελληνικό πολιτισμό που εξέπεμπε, δυνατά σχεδόν εκθαμβωτικά. Τόσο, που οι απολίτιστοι Γαλάτες από τη Μασσαλία έλαβαν τα πρώτα δείγματα πολιτισμού, έφτασαν δε στο σημείο να συντάσσουν έγγραφα στα ελληνικά, προκειμένου να καταδείξουν το έγκυρο ή το επίσημο μιας πράξης. Οι Έλληνες της Μασσαλίας δεν επαναπαύτηκαν όμως στις δάφνες των γραμμάτων και των τεχνών που μετέφεραν από τη μητέρα πατρίδα, αλλά φρόντισαν να επεκτείνουν τη γνώση την οποία παρέλαβαν.

Δύο αποστολές Ελλήνων έφυγαν από τη Μασσαλία, από τον Κόλπο του Λέοντα όπου ήταν χτισμένη, με σκοπό εξερευνητικό. Η μια αποστολή ήταν του Ευθυμένη ο οποίος πήγε προς τα κάτω, νότια, όπου επιδόθηκε στην εξερεύνηση των ακτών της Αφρικής. Η άλλη αποστολή ήταν του Πυθέα, που τράβηξε αντίθετα, βόρεια, φτάνοντας μέχρι τις παρυφές του Βόρειου Ατλαντικού ωκεανού. Ο Πυθέας μαθηματικός και αστρονόμος εξελίχθηκε σε τολμηρό θαλασσοπόρο. Το όνομά του έμεινε για πάντα στους αιώνες. Πυθέας ο Μασσαλιώτης για συντομία ή Πυθέας ο Έλληνας της Μασσαλίας θα ήταν το ορθότερο. Και όχι τυχαίως.

Τα αγάλματα των Ελλήνων Πυθέα και Ευθυμένη δεσπόζουν στη Μασσαλία 
(πηγή: wikipedia)

Γλυπτό με διπλή προτομή του Πυθέα και του Ευθυμένη βρίσκεται σήμερα στη Μασσαλία.
(πηγή: 
http://www.tourisme-marseille.com)

Πριν αναχωρήσει για την επικίνδυνη αποστολή του, είχε υπολογίσει το στίγμα της Μασσαλίας! Αυτό συνέβη τον 4ο αιώνα π.Χ. Σήμερα ελάχιστα διαφέρει το γεωγραφικό πλάτος που υπολόγισε ο Πυθέας, από το πραγματικό, που δίνει η εξελιγμένη δορυφορική τεχνολογία. Και σα να μην έφτανε μόνο αυτό, βρήκε πολλά άλλα όπως ότι ο πολικός αστέρας δεν ταυτίζεται επακριβώς με τον Βόρειο Πόλο ή ότι οι παλίρροιες εξαρτώνται από τις περιόδους της Σελήνης. Έφτασε μέχρι τη μυθική Θούλη, μια άγνωστη γη που για άλλους ήταν η Νορβηγία, για άλλους η Σουηδία. Αν επρόκειτο όμως για χώρες που η προσέγγιση γινόταν και ηπειρωτικά (δηλαδή από ξηράς), η χώρα δεν θα αποκαλείτο «μυθική». Μάλλον επρόκειτο για τη μακρινή και απρόσιτη Ισλανδία. Ο Πυθέας επέστρεψε με ασφάλεια στη Μασσαλία, έγραψε βιβλία γεωγραφίας με παρατηρήσεις από τα ταξίδια του, που δυστυχώς δεν διασώθηκαν καθώς οι Άραβες τα έκαψαν το 641, μαζί με άλλο μισό εκατομμύριο ελληνικά συγγράμματα, που φυλάσσονταν στη βιβλιοθήκη της Αλεξανδρείας[1].

Η σχέση της Μασσαλίας με την Ελλάδα όμως, δεν βρίσκεται μόνο στη γέννησή της, στην αρχαιότητα, αλλά μέχρι και τη δημιουργία της σύγχρονης ανεξάρτητης Ελλάδας. Η ελληνική παροικία στη Μασσαλία υπήρξε ανέκαθεν μεγάλη, ενώ διέθετε χρήμα και δύναμη από την προεπαναστατική εποχή ακόμη.  

Πειραιάς και Μασσαλία στη σύγχρονη εποχή:

Αλλά και μεταεπαναστατικά πάλι με τη Μασσαλία επιτεύχθηκε η πρώτη τακτική ατμοπλοϊκή συγκοινωνία που απέκτησε η Ελλάδα με το εξωτερικό. Το 1837 ήταν το έτος που ξεκίνησε να λειτουργεί η γραμμή Μασσαλία – Κωνσταντινούπολη με ενδιάμεσο σταθμό στη Σύρο. Αυτή ήταν και η αρχή αποστολής ταχυδρομικής αλληλογραφίας της Ελλάδας με το εξωτερικό δηλαδή από τη Σύρο προς τη Μασσαλία. Τα πλοία που εκτελούσαν το δρομολόγιο Σύρο - Μασσαλία χρειάζονταν δεκαπέντε ημέρες! Ενδιάμεσα, έπιαναν και άλλα λιμάνια ελληνικά και ιταλικά. Πολύ γρήγορα οι γαλλικές αυτές γραμμές έπιαναν και Πειραιά. Μάλιστα έθεσαν και νέο δρομολόγιο Πειραιάς – Αλεξάνδρεια ενώνοντας δύο μεγάλες ελληνικές παροικίες, της Αλεξάνδρειας με αυτή Μασσαλίας. Επρόκειτο για πραγματικό άθλο, με πολλά απρόοπτα, καθώς στο λιμάνι της Νάπολης (στην Ιταλία) για παράδειγμα, το πλοίο έμενε μέχρι και 24 ώρες ώστε να φορτωθεί με τρόφιμα, με νερό, να αποβιβάσει ή να επιβιβάσει επιβάτες και εμπορεύματα.

Το 1867 σε αυτή τη γραμμή, προστέθηκαν και τα πλοία της Ατμοπλοΐας Σύρου και οι σχέσεις μεταξύ Μασσαλίας και Ελλάδας έγιναν πολύ στενές. Περίπου τότε ήταν που άρχισε ο Πειραιάς να αναπτύσσεται οικονομικά. Έτσι κάθε εμπορικό ή ναυτιλιακό γραφείο που βρισκόταν στην Ακτή Μιαούλη, άνοιγε και ένα υποκατάστημα στη Μασσαλία. Πολύ σύντομα, το λιμάνι του Πειραιά, έμοιαζε με εκείνο της Μασσαλίας (ή και το αντίθετο). Οι ίδιοι οι ναυτικοί παραδέχονταν, ότι πουθενά αλλού δεν ένοιωθαν τόσο οικεία στο εξωτερικό, όσο στη Μασσαλία, που όλη η πόλη αγκαλιάζει το λιμένα όπως συμβαίνει και στον Πειραιά. Ο Έλληνας ναυτικός ήταν απίθανο να βρεθεί στη Μασσαλία και να μην βρει άλλους Έλληνες, να μη μιλήσει ελληνικά, αφού τα ελληνικά πλοία έφταναν σε αριθμό τα 10, 15 ημερησίως.

Μασσαλία - Νάπολη - Πειραιάς - Κύπρος - Χάιφα


Μεγάλοι ελληνικοί εμπορικοί οίκοι αναπτύχθηκαν στη Μασσαλία όπως των Ροδοκανάκηδων, των Βαλλιάνων, των Σεβαστόπουλων κ.α. Άλλωστε μεταξύ των Προέδρων του Εμπορικού Επιμελητηρίου της Μασσαλίας συναντούμε και το όνομα του Έλληνα Θ. Ροδοκανάκη.

Κατάπληξη μεγάλη προκαλεί σε κάθε Έλληνα όταν επισκέπτεται τη Μασσαλία, όταν συναντά μια πλάκα που ο εκεί Δήμος τοποθέτησε κατά τη διάρκεια των εορτών από τη συμπλήρωση της 25ης εκατονταετηρίδας από την ίδρυση της πόλης από τους Φωκαείς. Στην πλάκα αυτή είναι χαραγμένο το εξής:

«Μικρόν μεν πρότερον τους βαρβάρους
Ανείτο και φιλέλληνας κατεσκεύαζε τους
Γαλάτας ώστε και τα συμβόλαια Ελληνιστί γράφειν
εν τω παρόντι και τους
γνωριμοτάτους των Ρωμαίων πέπεικεν
αντίς της εις Αθήνας αποδημίας εκείσε
φοιτάν φιλομαθείς όντας».

Βέβαια οι 25 αιώνες που πέρασαν, δεν άφησαν άλλα ελληνικά στοιχεία να διατηρηθούν σήμερα, εκτός ίσως από μια νοοτροπία που θυμίζει Πειραιά και θέλει τους Μαρσεγιέζους να τρώγονται με τους πρωτευουσιάνους Παριζιάνους. Κάποτε οι Παριζιάνοι γύρισαν και είπαν στους Μαρσεγιέζους, ότι τα βουλεβάρτα τους είναι σχεδόν διπλάσια από τα δικά τους. Και τότε εκείνοι απάντησαν πως τα βουλεβάρτα της Μασσαλίας φτάνουν μέχρι την Ιαπωνία, εννοώντας τους θαλάσσιους δρόμους[2].

Η Ελιά του 1900:

Το 1900 τρεις Έλληνες ο ιατρός Σ. Γεωργιάδης, ο Πρεσβευτής Δεληγιάννης και ο Καθηγητής Γεώργιος Καλησπέρης ήθελαν, εκπροσωπώντας την ελληνική πανεπιστημιακή κοινότητα, να μεταβούν στη Γαλλία προκειμένου να παραδώσουν στο Πανεπιστήμιο του Montpellier προτομή του Αδαμάντιου Κοραή, ο οποίος υπήρξε απόφοιτος του συγκεκριμένου πανεπιστημίου. Τα έξοδα για την ελληνική αποστολή όμως ήταν πολλά. Τότε με τη μεσολάβηση της πλούσιας ελληνικής παροικίας της Μασσαλίας, η οποία ανέλαβε όλα τα έξοδα του ταξιδιού, η αποστολή επιτεύχθηκε. 

Η προτομή του Αδαμάντιου Κοραή, φιλοτεχνημένη από το γλύπτη Σώχο, παρεδόθη στη πρυτανεία του Πανεπιστημίου του Montepellier όπου τοποθετήθηκε στη βιβλιοθήκη του Πανεπιστημίου. Στη συνέχεια, η ελληνική αποστολή μετέβη στην Μασσαλία, όπου η ελληνική παροικία είχε επιτύχει πενθήμερη αργία σε όλη την πόλη, προκειμένου να συμμετάσχουν όλοι στην υποδοχή της!

Εκεί ρίχθηκε η ιδέα η ελληνική αποστολή να φυτέψει μια ελιά ώστε να θυμίζει την σχέση της Μασσαλίας με την Ελλάδα. Τότε οι εκπρόσωποι του Δημοτικού Συμβουλίου της Μασσαλίας (Boissiere και Rolland) δέχθηκαν με χαρά την πρόταση αυτή και μάλιστα αντιπρότειναν η συγκεκριμένη ελιά να θεωρείται «ιερά» όπως η ελιά του Ερεχθείου.

Τότε η ελληνική αποστολή απέστειλε τηλεγράφημα προς τον Βασιλιά Γεώργιο Α’ που με αυτό του ανακοίνωναν πως «οι αντιπρόσωποι των σπουδαστών συναθροισμένοι στη Μασσαλία δια τας Πανεπιστημιακάς εορτάς της Προβηγκίας εκφράζουσι προς τον Βασιλέα των Ελλήνων, το βαθύτατο αυτών σέβας, ενθυμούνται ότι η Ελλάς υπήρξε το Πρυτανείον των γραμμάτων και των τεχνών».

Επίσης ένας από τους σπουδαίους Έλληνες που γεννήθηκαν στη Μασσαλία, υπήρξε και ο Μακεδονομάχος Παύλος Μελάς, ο οποίος αργότερα θα υπάρξει απόφοιτος της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων, όταν ακόμη αυτή έδρευε στον Πειραιά (Πολεμικόν Σχολείον). Ο Μελάς αποφοίτησε τη Σ.Σ.Ε. του Πειραιά το 1891, τρία χρόνια πριν τη μετεγκατάσταση της σχολής στην Αθήνα (έφυγε το 1894).

Υπάρχουν πολλά στοιχεία κοινά ακόμη μεταξύ των δύο πόλεων, τα οποία όμως δεν είναι δυνατόν να συμπεριληφθούν σε μια ανάρτηση. Ας ελπίσουμε στο μέλλον, όποιο έντυπο εκδίδεται με σκοπό επετειακό, ας συμπεριλαμβάνει και δύο στοιχεία για να ξέρει και ο Δημότης αυτής της πόλης, τι ακριβώς εορτάζεται. 

Στέφανος Μίλεσης



[1] Θεόδωρος Α. Κριεζής, «Πυθέας ο Μασσαλιώτης» από τα Μικρά ιστορικά μελετήματα.
[2] Ταξιδιωτικές εντυπώσεις «Μασσαλία» άρθρο του Γεωργίου Στρίγκου, στην πειραϊκή εφημερίδα «Σφαίρα», φ. 1ης Ιανουαρίου του 1932.

Τινάνειος Κήπος (Θεμιστόκλειος κήπος)


Του Στέφανου Μίλεση
Μια έκταση που απλωνόταν, σχεδόν αναξιοποίητη, μεταξύ της Αγίας Τριάδας και του Αγίου Σπυρίδωνα, μετέτρεψαν οι Γάλλοι και οι Άγγλοι σε κήπο, την εποχή που κατέλαβαν τον Πειραιά, το 1854, υπό την διοίκηση του Ναυάρχου Τινάν (Adelbert Le Barbier De Tinan).

Έκτοτε αυτός ο κήπος, έμεινε να ονομάζεται «Τινάνειος», θυμίζοντας διαχρονικά ότι οι σύμμαχοι Άγγλοι και Γάλλοι, επέβαλαν προληπτική τιμωρία τους Έλληνες. Διότι περί προληπτικής κατάληψης του Πειραιά επρόκειτο τότε, μήπως και οι μόνιμα ταραξίες Έλληνες, έκαναν το λάθος να βγουν στον πόλεμο επίσημα, στο πλευρό των Ρώσων, που εκείνη την εποχή πολεμούσαν τους Τούρκους. 

Και ο Τινάν, όπως έχουμε περιγράψει και παλαιότερα, έβαλε τους άνδρες του να φτιάχνουν κήπους, καθώς αυτοί επιζητούσαν «λιμανίσια» στέκια, που ο μικρός Πειραιάς ακόμη τότε δεν διέθετε, τουλάχιστον σε επίπεδο τέτοιο, ώστε να εξυπηρετήσει τους πάνω από 1.500 άνδρες που περιφέρονταν ασκόπως στην πόλη. Τα Βούρλα θα άνοιγαν είκοσι χρόνια μετά! 

 Έτσι, μέχρι να υπάρξει επίσημη κρατική παρέμβαση και μέριμνα, για την ικανοποίηση των ανδρών του Τινάν, φυτεύονταν πεύκα! Το περίεργο είναι, πως από την πρώτη κιόλας στιγμή, η έκταση αυτή χαρακτηρίστηκε «κήπος», αν και φαίνεται πως είχε μόνο πεύκα! Επρόκειτο στην ουσία για ένα πυκνοφυτεμένο άλσος, το οποίο μάλιστα ο Τινάν, διέταξε να το περιφράξουν με ξύλινα κιγκλιδώματα. 
Εντός του Τινάνειου Κήπου, με κατεύθυνση προς την Αγία Τριάδα. Στο κέντρο του κήπου διακρίνουμε Ταραντέλα. Δεξιά κι αριστερά τραπεζάκι κέντρου.

Και αφού το πευκόφυτο άλσος ολοκληρώθηκε, η μπάντα του Γαλλικού στόλου εμφανίστηκε, όπου έπαιζε μουσική σχεδόν καθημερινώς σε αυτό. Δύσκολο να φέρουμε στο μυαλό μας, την εικόνα της επίσημης Γαλλικής φιλαρμονικής, με τις κατακόκκινες στολές και τα λοφία της, να παιανίζει ένδοξα εμβατήρια, ανάμεσα σε δενδρύλλια,  προσφάτως φυτεμένα, το ύψος των οποίων δεν θα ξεπερνούσε φυσικά το ένα μέτρο! 

Οι Γάλλοι είχαν φτιάξει και μια ψευτοεπιγραφή (από λαμαρίνα) που πάνω της είχαν χαράξει άτεχνα «1854», το έτος δηλαδή της κατασκευής του «κήπου». Αυτή η λαμαρίνα, γράφει ο ιστορικός Δημήτριος Σπηλιωτόπουλος, τον Δεκέμβριο του 1933, ότι διατηρήθηκε για πάρα πολλά χρόνια άθικτη. Ωστόσο η ονομασία του κήπου δεν στηρίχθηκε μονάχα στην πινακίδα των Γάλλων, αλλά ύστερα από απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου που ελήφθη στις 18 Μαΐου 1855 (υπ΄ αριθμ. 625 απόφαση) και επίσημα ονομάσθηκε "Τινάνειος Κήπος". 

ΕξαΈτσι έμεινε ο κήπος, να λάβει το όνομα ενός δυνάστη, ενός καταληψία μιας πόλης, εφαρμοστή της λογικής «το δίκιο μου φτάνει, μέχρι εκεί που φτάνουν τα κανόνια μου». 

Η παράδοση των Γάλλων συνεχίστηκε και όταν αυτοί αποχώρησαν, αφού τη θέση της Γαλλικής φιλαρμονικής κατέλαβε Ελληνική μπάντα που παιάνιζε τα Σαββατοκύριακα. Το ίδιο έκαναν κάθε φορά και οι φιλαρμονικές των διαφόρων ξένων πολεμικών σκαφών, που ναυλοχούσαν στο λιμάνι. Επειδή ο Πειραιάς την εποχή εκείνη είχε μικρή έκταση ακόμα, πολλοί Πειραιώτες συγκεντρώνονταν στον Τινάνειο, ο οποίος έγινε σημείο κοινωνικής επαφής. Ο Τινάνειος άρχισε να χάνει τη δημοτικότητά του, όταν ο κόσμος ειδικά τα καλοκαίρια μετατοπίστηκε προς το Πασαλιμάνι και την Πλατεία Κανάρη. Την ίδια εποχή ήταν που κατέπεσε και η δημοτικότητα των κήπων της Τερψιθέας. Η παραλία με φόντο τη θάλασσα, είχε επικρατήσει του πράσινου. 


Αναμορφωτής του Τινάνειου Κήπου, υπήρξε ο Δήμαρχος Θεόδωρος Ρετσίνας, ο οποίος από το 1887 και μετά (μέχρι και το 1895), ανάμεσα στα πεύκα φύτεψε διάφορα είδη καλλωπιστικών φυτών και έτσι ο αποκαλούμενος μέχρι τότε «κήπος» έγινε πραγματικότητα. Τα ξύλινα κιγκλιδώματα αντικαταστάθηκαν με καινούργια σιδερένια. 

Την εποχή εκείνη, όπως μας πληροφορεί ο Δ. Σπηλιωτόπουλος, αποφασίστηκε να δοθεί άδεια για την ανέγερση δύο περιπτέρων στις δύο αντίθετες άκρες του κήπου. Το ένα περίπτερο ανεγέρθηκε προς τη πλευρά της οδού Σωτήρος Διός και ήταν καφενείο, ενώ το άλλο προς την πλευρά της Βασιλέως Γεωργίου Α’ και ήταν ζυθοπωλείο. Σε δύο γνωστούς επιχειρηματίες της εποχής λοιπόν, ανατέθηκε η αναγέννηση της μόδας, που ήθελε τον Τινάνειο Κήπο, κέντρο συνάντησης των Πειραιωτών. Αυτοί στους οποίους ανατέθηκε η δύσκολη αυτή αποστολή, ήταν οι Νικόλαος Κόκκορης, ιδιοκτήτης ξενοδοχείου στην Κηφισιά και ο Πειραιώτης Κωνσταντίνος Αυδής. Με συνεχής εκδηλώσεις, με μουσικές και τραγούδια και πυροτεχνήματα, επανέφεραν πάλι τη χαμένη αίγλη στον Τινάνειο Κήπο. Τότε ήταν που φτιάχτηκαν και οι ταραντέλες (και στον Πειραιά υπήρχαν Ταραντέλες) και όλοι οι Πειραιώτες έμαθαν να συχνάζουν τα βράδια εκεί. Και καθώς η κίνηση του Θεόδωρου Ρετσίνα να ενοικιάζει τον κήπο σε επιχειρηματίες απέδωσε, έγινε παράδοση ο Τινάνειος Κήπος, άλλοτε ολόκληρος, άλλοτε τμήμα του, να νοικιάζεται σε διάφορους «επιχειρηματίες».
Στον Τινάνειο φτιάχτηκαν μέχρι και ταραντέλες και όλοι οι Πειραιώτες έμαθαν να συχνάζουν τα βράδια εκεί.

Με τα χρόνια όμως η κατάσταση με τον Τινάνειο άρχισε να ξεφεύγει, καθώς οι επιχειρηματίες αναλάμβαναν από ότι φαίνεται, όλη την διαχείριση του κήπου, στο όνομα της ανάπτυξης της επιχείρησής τους. Και ο κήπος, σταδιακά άρχισε να χάνει τη δημοτικότητά του αλλά και τη κοινή χρήση του. Ειδικά επί Δημαρχίας Δημοσθένη Ομηρίδη Σκυλίτση (1907-1914) κάποιος ενοικιαστής, ο Π. Λάμπρου, έφτασε στο σημείο να κόψει πολλά από τα πεύκα του Τινάνειου για να εγκαταστήσει εξέδρα για παράσταση Καραγκιόζη. Ήταν η εποχή που οι Πειραιώτες έμπαιναν στον κήπο, μόνο εάν είχαν καταβάλλει εισιτήριο εισόδου! 

Ο Π. Λάμπρου αρνήθηκε στη συνέχεια να καταβάλλει στον Δήμο τα μισθώματα, με διάφορες δικαιολογίες όπως ότι ο Δήμος δεν παρακινούσε με εκδηλώσεις τον κόσμο να συγκεντρωθεί στον κήπο. Έφτασε δε στο σημείο, να εισέλθει με τα πρωτοπαλίκαρά του στο χώρο όπου συνεδρίαζε το δημοτικό συμβούλιο και με άγριες ματιές ή με παράξενες κινήσεις να αφήνει υπονοούμενα απειλής για τη ζωή των συμβούλων. 

Η Θέα από την οδό Φϊλωνος. Δεκαετία '50. Κάτω τα δένδρα του Τινάνειου Κήπου, αριστερά η πρώην οικία Μιαούλη που δέσποζε μπροστά από τον Άγιο Σπυρίδωνα. Στο βάθος το σιλό χωρίς όμως να φέρει το γιγαντιαίο ρολόι στην κορυφή του. 

Ο Λάμπρου, είχε μεταξύ άλλων και τη συμπαράταξη των εφημερίδων της αντιπολίτευσης, όπως συνήθως συμβαίνει με μας τους Έλληνες, που δεν ξέρουμε που σταματάει η πολιτική και που αρχίζει η λογική. Και όταν το Δημοτικό Συμβούλιο αποφάσισε σε εκείνη την κρίσιμη συνεδρίαση την κατεδάφιση των κατασκευών και την έξωση του ενοικιαστή από τον κήπο, η ομάδα του Λάμπρου έφραξε την θύρα της αίθουσας συνεδριάσεων και κράτησε τον Δήμαρχο και το συμβούλιο ομήρους, απαιτώντας να δεχθούν τα χρήματά του, τις οφειλές δηλαδή που είχε δημιουργήσει ο ίδιος και που αρνείτο μέχρι τότε να καταβάλλει.

Από το 1914, τα πάντα εντός του Τινάνειου Κήπου κατεδαφίστηκαν οι όποιες εγκαταστάσεις υπήρχαν, εκτός μιας ταραντέλας που έμεινε να απεικονίζεται σε πάρα πολλές καρτ-ποστάλ εποχής, δίπλα στον Άγιο Σπυρίδωνα. Δυστυχώς από τον Π. Λάμπρου και μετά, τα πολλά πεύκα είχαν εξαφανιστεί και ο κήπος «αραίωσε». 


Τη περίοδο της νέας Γαλλικής Κατοχής του Πειραιά (1916-17), η φιλαρμονική των γαλλικών πλοίων βρέθηκε εκ νέου να παιανίζει εκεί που κάποτε στεκόταν η γαλλική φιλαρμονική του Τινάν. Οι Γάλλοι αγνοώντας το παρελθόν του Τινάνειου Κήπου, τον αποκαλούσαν Τιτάνειο, πιστεύοντας ότι φέρει το όνομα "Τιτάν", εμπνευσμένο από την αρχαία ελληνική μυθολογία. 
1917 - Πλήθος συγκεντρώνεται στο Δημαρχείο Πειραιώς για να ακούσει τον Ελευθέριο Βενιζέλο που θα μιλήσει από τον εξώστη του Δημαρχείου. Αριστερά μόλις που διακρίνονται δένδρα του Τινάνειου Κήπου. Η Γαλλική κατοχή του Πειραιά οδεύει προς τον τερματισμό της.
Πολλές εκδηλώσεις τα έτη 1935 και 1936, επί Δημαρχίας Σωτήριου Στρατήγη, λάμβαναν χώρα εντός του Τινάνειου κήπου και πολλοί επώνυμοι παρέλασαν από αυτές.
1936 στον Τινάνειο Κήπο. Στην πρώτη σειρά δεσπόζει η κυρία Κοτζιά και στα δεξιά αυτής ο Δήμαρχος Πειραιά Σωτήριος Στρατήγης. Στην πίσω σειρά διακρίνεται η κυρία Δηλαβέρη.
1936 Εκδήλωση κυριών εντός του Τινάνειου Κήπου

Το 1939 ο Μιχάλης Μανούσκος καλλώπισε τον κήπο με ολλανδικά άνθη ο οποίος όμως ούτε σκιά δεν προσέφερε από την έλλειψη των δένδρων.  

Ο Τινάνειος επί Μανούσκου το 1939
Ο βομβαρδισμός της 6ης Απριλίου του 1941, άφησε το γνωστό "ενθύμιο πολέμου και κατοχής" εντός του Τινάνειου, το τεμάχιο σιδήρου από το πλοίο Κλάιν Φράιζερ που ανατινάχθηκε. Το σίδερο έμεινε για πολλά χρόνια σφηνωμένο σε δένδρο του Τινάνειου χωρίς να φέρει κάποια σχετική πληροφοριακή επιγραφή, που τελικώς μπήκε με ενέργειες της Φιλολογικής Στέγης Πειραιώς.


Σήμερα υπάρχει η βάση με την επιγραφή, αλλά απουσιάζει το ίδιο το σίδερο, καθώς το δένδρο κάποια στιγμή ολοκλήρωσε τον κύκλο της ζωής του και έπεσε. Tο σίδερο από την έκρηξη του Κλάν Φράιζερ βρίσκεται εντός προθήκης στη Δημοτική Πινακοθήκη του Πειραιά (παλαιό ταχυδρομείο). 
Ο Τινάνειος όπως φαίνεται μετά από την κατεδάφιση του Ρολογιού (παλαιού Δημαρχείου)

Ένας γυμνός έφηβος στη μέση του Τινάνειου:

Το 1949 η Ένωση Εφοπλιστών τοποθέτησε ένα άγαλμα, στη μέση ακριβώς του Τινάνειου, που αρχικώς έφερε την επιγραφή:
 "Εις τον συντελεστή της νίκης Έλληνα Ποντοπόρον 
Η Ένωσις Ελλήνων Εφοπλιστών - Ιούνιος 1949".
Πρόεδρος της Ένωσης Εφοπλιστών τότε ήταν ο Λουκάς Νομικός. Το άγαλμα έγινε γνωστό ως "Ποντοπόρος Έφηβος" (αν και πολλοί αποκαλούν "Γυμνός Έφηβος") και είναι του γλύπτη Κώστα Βαλσάμη, που το κατασκεύασε στα χρόνια της παραμονής του στο Παρίσι. Ο Βαλσάμης ήταν ανάμεσα σε εκείνους τους 154 πνευματικούς ανθρώπους, που στις διώξεις του εμφυλίου πολέμου, με τη βοήθεια του Γάλλου Οκτάβιου Μερλιέ, φυγαδεύθηκε στη Γαλλία, φεύγοντας από τον Πειραιά στις 22 Δεκεμβρίου του 1945 με το μεταγωγικό πλοίο "Ματαρόα".
  


Τι παράξενες αντιθέσεις δημιουργεί η ιστορία; Στο μέσο ενός κήπου ενός Γάλλου Δυνάστη του Τινάν, υψώνεται σήμερα η ευχαριστία ενός καλλιτέχνη του Κώστα Βαλσάμη, που βοηθούμενος από έναν άλλο Γάλλο, τον Οκτάβιο Μερλιέ, διασώθηκε τη δύσκολη εποχή του εμφυλίου πολέμου. 

Αλλά και ο "Ποντοπόρος Έφηβος" είχε τις δικές του περιπέτειες, καθώς στις 22 Ιουλίου του 1994, εκτοπίστηκε από το κέντρο του Τινάνειου, για να τοποθετηθεί στη θέση του το μνημείο της "Εθνικής Αντίστασης" έργο του Απόστολου Φανακίδη που στους Πειραιώτες δεν άρεσε καθώς ήταν μια τεράστια μάζα από μπετόν και σίδερα. 

Tο μνημείο της "Εθνικής Αντίστασης" έργο του Απόστολου Φανακίδη 


Η απόπειρα να μπει το έργο "Εθνική Αντίσταση" στο κέντρο απέτυχε καθώς ήταν κολοσσιαίων διαστάσεων! Έτσι ο "Ποντοπόρος Έφηβος" επανήλθε στο κέντρο του Τινάνειου, χάνοντας όμως τη βάση του, καθώς αυτή έσπασε κατά τη μεταφορά. Από το 1994 μέχρι και σήμερα, ο "Ποντοπόρος νέος" στέκει επί τσιμεντένιας βάσης. Έτσι η καταπληκτική ιστορία του "Ματαρόα" που έγινε βιβλίο και ταινία, παραμένει άγνωστη, καθώς οι διερχόμενοι αγνοούν τι ακριβώς παριστάνει ένας γυμνός στη μέση ενός πάρκου.
Από το 1994 μέχρι και σήμερα, ο "Ποντοπόρος νέος" στέκει επί τσιμεντένιας βάσης. Έτσι η καταπληκτική ιστορία του "Ματαρόα" που έγινε βιβλίο και ταινία, παραμένει άγνωστη.

Όσο για τη τσιμεντοκατασκευή "Εθνική Αντίσταση" τοποθετήθηκε προς την πλευρά της Αγίας Τριάδας, όπου σηματοδοτεί την αρχή μιας Λεωφόρου που φέρει το ίδιο όνομα, "Λεωφόρος Εθνικής Αντίστασης". 

Ο κήπος στις 25 Απριλίου του 1950 μετονομάστηκε σε Θεμιστόκλειος με την υπ΄ αριθμ. 108 απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου επί Δημαρχίας του υπηρεσιακού Δημάρχου Γεωργίου Χαραλαμπόπουλου (οι πρώτοι μεταπολεμικοί Δήμαρχοι έως το 1951 ήταν διορισμένοι). Έτσι ύστερα από 95 χρόνια ο Γάλλος επικεφαλής της κατοχικής δύναμης του Πειραιά, έπαψε να μνημονεύεται. Δυστυχώς όμως οι Παλαιοί Πειραιώτες σπανίως χρησιμοποιούσαν τη νέα ονομασία του κήπου και έτσι δόθηκε λανθασμένα η εντύπωση ότι ο κήπος συνεχίζει να καλείται "Τινάνειος".    


Διαβάστε επίσης:

Ο "Οίκος γυναικών" των Γάλλων του 1854


Η καταβύθιση του CLAN FRASER στο λιμάνι του Πειραιά



       

       

Δευκαλίων Ρεδιάδης (1882-1955), ο σκοπευτής δικηγόρος του Πειραιά






Του Στέφανου Μίλεση

Ο Δευκαλίων Ρεδιάδης γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου του 1882 στη Σύρο. Πατέρας του ήταν ο Δημήτριος Γ. Ρεδιάδης όπου υπηρετούσε εκεί ως Τελώνης. Παρέμεινε εκεί μέχρι το 1887, έτος που ο πατέρας του έλαβε μετάθεση για το Τελωνείο Πειραιώς. Μητέρα του η Ασπασία Βερνάρδου. Η οικογένεια Ρεδιάδη  πολύ γρήγορα στη νέα της εγκατάσταση κατάφερε να αναδειχθεί σε μια από τις επιφανείς οικογένειες του Πειραιά. 

Ο Δευκαλίων Ρεδιάδης αφού τελείωσε το Γυμνάσιο Πειραιώς, εισήλθε στη Νομική Σχολή Αθηνών και συνεργάστηκε μαζί με τον αδελφό του Γεώργιο Ρεδιάδη (1868-1921), που ήταν επίσης δικηγόρος στο γραφείο τους στον Πειραιά. Μετά το θάνατο του αδελφού του Γεωργίου, ανέλαβε μόνος τη λειτουργία του γραφείου, που σημειωτέον ήταν τότε το μοναδικό Ναυτικό Δικηγορικό Γραφείο παρέχοντας υπηρεσίες στα πολλά εφοπλιστικά γραφεία που είχαν ως έδρα τους τον Πειραιά.


Ο Δευκαλίωνας Ρεδιάδης παράλληλα από μικρή ηλικία είχε δραστηριοποιηθεί με επιτυχία στα αθλήματα της Σκοποβολής και της ξιφασκίας. 
Συμμετείχε στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Λονδίνου το καλοκαίρι του 1908, εκπροσωπώντας την Ελλάδα στο αγώνισμα της Σκοποβολής. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες του Λονδίνου είχαν ξεκινήσει στις 13 Ιουλίου και είχαν διαρκέσει όλο το καλοκαίρι. Σε εκείνους τους αγώνες είναι γεγονός πως ο Ρεδιάδης δεν έπιασε την πραγματική του απόδοση. Στους αγώνες του Λονδίνου συμμετείχε τότε ένας ακόμη αθλητής από τον Πειραϊκό Σύνδεσμο ο Αναστάσιος Μεταξάς που αγωνιζόταν σε ηλικία 46 ετών, αποτελώντας τον μεγαλύτερο αθλητή της ελληνικής ολυμπιακής αποστολής και που ο Δευκαλίων Ρεδιάδης τον είχε ως πρότυπο αθλητή και μέλους του Πειραϊκού Συνδέσμου.  

Στους Βαλκανικούς Πολέμους του 1919 -13, έλαβε μέρος στην πρώτη γραμμή όπου τραυματίσθηκε σοβαρά, έμεινε για αρκετό διάστημα τραυματίας στο πεδίο της μάχης και μετά τη διάσωσή του προήχθη σε Επιλοχία. Τιμήθηκε και με το παράσημο του Ταξιάρχη του Φοίνικος.   

Μετά το πέρας των πολεμικών περιπετειών του Έθνους, αναθέρμανε τη σχέση του με τον Πειραϊκό Σύνδεσμο, που ήταν σχέση λατρείας, καθώς θα αφοσιωθεί πλήρως στην ανάπτυξη αυτού του ιστορικού πειραϊκού σωματείου. Το 1924 αναλαμβάνει την Προεδρία του Πειραϊκού Συνδέσμου και θα παραμείνει στο τιμόνι του επί 29 ολόκληρα χρόνια.

Στις 10 Μαΐου του 1930 ο Δευκαλίων Ρεδιάδης είναι αυτός που τοποθετεί τον θεμέλιο λίθο του νέου μεγάρου του Πειραϊκού Συνδέσμου (του κτηρίου που υπάρχει μέχρι σήμερα) στη συμβολή των οδών Καραΐσκου και Ρέπουλη. Έτσι η ημερομηνία αυτή συγκαταλέγεται ανάμεσα στις έξι κυριότερες της ιστορίας του Πειραϊκού Συνδέσμου που εν συντομία είναι:
1894 ίδρυση το Συνδέσμου
1896 ίδρυση πρώτου Γυμναστηρίου στον Πειραιά
1899 άνοιγμα στην εκπαίδευση της νεολαίας
1903 ίδρυση του Ωδείου του Συνδέσμου
1929 Μπενάκειο βραβείο Ακαδημίας Αθηνών και
1930 θεμέλιος λίθος από τον Πρόεδρο του Πειραϊκού Συνδέσμου Δευκαλίωνα Ρεδιάδη.

Ο Δευκαλιών Ρεδιάδης υπήρξε επίσης ο πρώτος Υφυπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας το 1936. Ανέλαβε τα καθήκοντά του στις 23 Μαρτίου του 1936 και ήταν το πρώτο και αποφασιστικό βήμα για την σύσταση Υπουργείου Εμπορικής Ναυτιλίας. Ο Πειραϊκός Σύνδεσμος του απένειμε σχετικό αναμνηστικό "τιμής ένεκεν" τρεις ημέρες μετά την εκλογή του.



Στην κυβέρνηση του Μεταξά ανέλαβε καθήκοντα Υφυπουργού Οικονομικών στις 5 Αυγούστου, με προσωρινό Υπουργό Οικονομικών τον ίδιο τον Μεταξά, ενώ στις 22 Ιανουαρίου του 1937 γίνεται ο ίδιος Υπουργός Οικονομικών. 

Δευκαλίων Ρεδιάδης, διακεκριμένος δικηγόρος Πειραιώς που γίνεται πρώτος Υφυπουργός Εμπορικής ναυτιλίας 1936 - 1938
(Φωτογραφία από Greek Shipping Miracle)

Εκτός του Πειραϊκού Συνδέσμου ο Δευκαλίων Ρεδιάδης υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του Οδοιπορικού Συλλόγου Πειραιώς, όταν στις 18 Απριλίου του 1928, δεκατέσσερις φυσιολάτρες του Πειραιά συγκεντρώθηκαν στο Καφενείο "Εθνικόν" όπου αποφάσισαν την ίδρυση του Φυσιολατρικού Σωματείου. Μεταξύ των τόσων πολλών συμμετοχών του στη κοινωνική ζωή του Πειραιά, να αναφερθεί πως υπήρξε στα νεανικά του χρόνια και δημοσιογράφος, αρθρογραφώντας στην πειραϊκή εφημερίδα "Χρονογράφος". 

Ο Δευκαλίων Ρεδιάδης πέθανε Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 1955 και η νεκρώσιμη ακολουθία έγινε στον Άγιο Σπυρίδωνα Πειραιώς τη 1 Φεβρουαρίου 1955.

   

Οικογένεια Μαράκη. Από τη Σκλαβοπούλα της Κρήτης στον Πειραιά.



Του Στέφανου Μίλεση

Βρισκόμαστε προς τα τέλη του 19ου αιώνα σε ένα ορεινό χωριό της Κρήτης, το "Σκλαβοπούλα" (Αρχαία Βιένα). Το μικρό αυτό χωριό εδράζει στο Νότιο τμήμα του νησιού και περιβρέχεται από το Λιβυκό πέλαγος. Παρά το γεγονός ότι την εποχή εκείνη ο Κρητικός λαός βρίσκεται σε μια διαρκή επανάσταση, με συνεχόμενες εξεγέρσεις εναντίον των Οθωμανών, το νησί συνεχίζει να βρίσκεται υπό τη σκληρά κατοχή τους.

Από τα νερά της "Σκλαβοπούλας", του Λιβυκού δηλαδή πελάγους καταπλέει στον Πειραιά, ο Ιωάννης Μαράκης, προκειμένου να βρεθεί στην ελεύθερη Ελλάδα. Φθάνοντας στον Πειραιά φιλοξενείται από συγγενείς του και εργάζεται ως υπάλληλος σε κατάστημα εφαπλωματοποιείας του θείου του, μαθαίνοντας συγχρόνως και τη τέχνη αυτή. Δεν αργεί να ανοίξει δικό του μαγαζί στον οδό Τσαμαδού.

Σε νεότατη ηλικία νυμφεύεται τη Μαρία Πέπλου, πρώτη θυγατέρα οικογενείας από τη συνοικία της Καστέλλας, γνωστής στον Πειραιά ως "Κρητικά", καθώς εκεί βρίσκονται συγκεντρωμένοι πολλοί Κρητικοί λόγω των όσων συμβαίνουν στο νησί. 

Άνθρωπος της αρετής και της εργασίας ο Ιωάννης Μαράκης δεν άργησε να γίνει σωστός οικογενειάρχης αλλά και επιτυχημένος επαγγελματίας και γρήγορα να ξεχωρίσει για την καλοσύνη του. Αυτά τα στοιχεία μεταλαμπάδευσε σε όλα τα παιδιά της οικογένειας, όπου ξεχώρισαν με την προσωπικότητα τους. 

Ο μεγαλύτερος γιος του ήταν ο πολύ γνωστός στον Πειραιά, δημοσιογράφος και συγγραφέας, Νικόλαος Μαράκης. Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1904 και έγινε γνωστός από την αρθρογραφία του σε πλήθος εφημερίδων της εποχής, τροφοδοτώντας διαρκώς τους αναγνώστες με θέματα πειραϊκής ειδησεογραφίας και ιστορίας. 

Ήταν από τους πρώτους μαθητές της Ιωνιδείου Προτύπου Σχολής, ενώ στη συνέχεια φοίτησε στην Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών. Στην ηλικία των μόλις δεκατεσσάρων χρονών συνεργάστηκε με τον Κλεόβουλο Κλώνη όπου από κοινού εξέδωσαν το περιοδικό "Μποέμ". 

Ο συγγραφέας και αρθρογράφος Νίκος Μαράκης
Ο Νικόλαος Μαράκης σε μεγαλύτερη ηλικία
(Συλλογή ΕΣΗΕΑ)

                                          
Άνθρωπος των γραμμάτων, ο Νίκος Μαράκης, έγινε ιδιαίτερα αγαπητός για τα αστυνομικά του μυθιστορήματα, αλλά και τις πολυπληθείς αρθρογραφίες του με οποίες προέβαλε τον Πειραιά, σε όλες τις γνωστές εφημερίδες της τότε εποχής που δύσκολα έβγαζαν πειραϊκά θέματα.

Υπήρξε βασικός αρθρογράφος των πειραϊκών εφημερίδων "Θάρρος", "Σημαία", "Χρονογράφος", "Νέοι Καιροί" κ.α.

Το 1925 συνεργάστηκε με το Χρήστο Λεβάντα όπου εξέδωσαν στο Πειραιά το περιοδικό "Νέα Σκέψη". 

Δούλεψε στα περιοδικά "Ταχυδρόμος", "Ρομάντζο", "Θεατής", καθώς επίσης ήταν ο εμπνευστής και εκδότης του περιοδικού "Μάσκα". Εργάστηκε στις εφημερίδες "Αθηναϊκή", "Απογευματινή", "Πατρίς" και "Νέα". Σε όλα δεν έγραφε απλές πειραϊκές ειδήσεις, αλλά παρουσίαζε θέματα που αφορούσαν στη φιλολογική και καλλιτεχνική κίνηση του Πειραιά, βγάζοντάς τον από την φιλολογική αφάνεια λόγω εγγύτητας με την Αθήνα.  

Πειραιώτες δημοσιογράφοι σε εκδρομή στο Μπογιάτι την άνοιξη του 1938. Διακρίνονται απ΄ αριστερά όρθιοι οι Ν. Γεωργάκαλος, Τ. Τζουνάκος, Χρ. Λεβάντας, Δημ. Νικολαΐδης και Ν. Μαράκης. 
Καθιστοί οι Γιάννης Κομνηνός, ιδιαίτερος του τότε Δημάρχου Πειραιώς Μιχάλη Μανούσκου, η Λ. Τζουνάκου, ο Σπ. Γεωργόπουλος διευθυντής τότε της πειραϊκής εφημερίδας "Σφαίρας" και Πρόεδρος του Συνδέσμου Δημοσιογράφων Πειραιώς. 

Διετέλεσε διευθυντής του αστυνομικού ρεπορτάζ στην εφημερίδα "Βήμα" στον εκδοτικό οίκο Χ. Λαμπράκη.

Ασχολήθηκε με την συγγραφή λογοτεχνικών βιβλίων και αστυνομικών διηγημάτων για τα οποία έγινε γνωστός ώστε το όνομά του να ταυτίζεται με το αστυνομικό μυθιστόρημα. Πολλά από τα δικά του μυθιστορήματα έχουν ως βάση πραγματικές ιστορίες που έλαβαν χώρα στον Πειραιά, τις οποίες ο Μαράκης τροποποιούσε εν μέρει, είτε ως προς τα ονόματα, είτε ως προς τη πλοκή, ώστε να της κάνει περισσότερο ελκτικές στην ανάγνωση. Γνωστά ήταν τα μυθιστορήματα "Έλληνες Κουρσάροι στον Ειρηνικό", ο "Παρλαμάς", ο "Μάρκο Πόλο" κ.α.

Το 1935 με καυστική αρθρογραφία του στην "Νέοι Καιροί" με αφορμή το μνημόσυνο του Λάμπρου Πορφύρα που είχε γίνει σε μια ταβέρνα του Πειραιά, πίεζε για τη κατασκευή προτομής του ποιητή, ενώ στάθηκε πρωτεργάτης της ιδέας να συσταθεί ερανική επιτροπή ώστε να συγκεντρωθεί χρηματικό ποσό για την κατασκευή της. 

Ο μικρότερος γιος της οικογένειας  ήταν ο Αντώνης Μαράκης. Γεννήθηκε στον Πειραιά, στην Καστέλλα, στις 24 Ιουνίου 1909. Ήταν το τέταρτο παιδί της οικογενείας του Ιωάννη Μαράκη και της Μαρίας Πίπλου.

Άνθρωπος του εμπορίου κατάφερε να κρατήσει μαζί με τον πατέρα του ζωντανή την επιχείρηση ακόμα και στα δύσκολα χρόνια του πολέμου.

Ο Ιωάννης Μαράκης φθάνοντας από την Κρήτη στον Πειραιά φιλοξενείται από συγγενείς του και εργάζεται ως υπάλληλος σε κατάστημα εφαπλωματοποιείας του θείου του. 
Στη συνέχεια ανοίγει δικό του μαγαζί στην οδό Τσαμαδού απ΄ όπου και η φωτογραφία.


Εφαπλωματοποιείον του Αντώνιου Μαράκη.
Κατάστημα συνοικίας Βρυώνη, στη συμβολή των Λεωφ. Σαχτούρη και Χατζηκυριακού.



Σήμερα πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του όλος ο Πειραιάς έχει να πει μόνο καλά λόγια περιγράφοντάς τον ως ένα λεβέντη Πειραιώτη, "κιμπάρη", πάντα χαμογελαστό και αγαπητό σε όλη την Πειραϊκή κοινωνία. 

Εγγονός του Αντώνη Μαράκη είναι ο Αντώνης Μοραντζής (φέρει το όνομα του παππού του), γνωστός στον Πειραιά από τις Δημοτικές Εκλογές του 2010, στις οποίες εξελέγη Διαμερισματικός Σύμβουλος στο Α΄ Δημοτικό Διαμέρισμα και ήταν ο νεότερος σε ηλικία εκλεγμένος σύμβουλος Πειραιά από συστάσεώς του. Είναι γιος του Γεωργίου Μοραντζή (Αντιναύαρχου (Ο) Π.Ν. ε.α.) και της Μαρίας Μαράκη. Κατάγεται από την κοιτά της Λακωνικής Μάνης και από τα Χανιά της Κρήτης. 
                                                                                                                                          

"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"