ΟΙ ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΣΚΥΛΙΤΣΗΔΕΣ ΠΟΥ ΕΓΙΝΑΝ ΔΗΜΑΡΧΟΙ ΠΕΙΡΑΙΑ

 

Το μνήμα της οικογένειας Σκυλίτση στο κοιμητήριο "Ανάσταση".


του Στέφανου Μίλεση


Τέσσερις συνολικά Σκυλίτσηδες διετέλεσαν Δήμαρχοι του Πειραιά προερχόμενοι από την ίδια οικογένεια για αυτό και κάποια εποχή μιλούσαν για την Δυναστεία Σκυλίτση. Ο τελευταίος από τους τέσσερις Σκυλίτσηδες, ο Αριστείδης, δεν εκλέχθηκε από τους κατοίκους αλλά διορίστηκε από την Δικτατορία και υπήρξε ο πλέον αμφιλεγόμενος Δήμαρχος στην ιστορία της πόλης. 

Οι Σκυλίτσηδες διετέλεσαν Δήμαρχοι στον Πειραιά συνολικά επί 27 περίπου έτη



Πέτρος Ομηρίδης Σκυλίτσης 

(19.4.1841 - 10.8.1845 και 24.11.1848 - 16.1.1852)

Ο πρώτος των Σκυλίτσηδων που έγινε δήμαρχος στον Πειραιά ήταν ο δεύτερος στη σειρά δήμαρχος από τη σύσταση της πόλης! 

Γεννημένος στην Σμύρνη, γιος του Κωνσταντίνου Σκυλίτση με καταγωγή από την Χίο. Δημάρχευσε σε δύο θητείες συμπληρώνοντας σχεδόν δέκα χρόνια.  

Υπήρξε μέλος της Φιλικής Εταιρείας και συνεργάτης του Αδαμάντιου Κοραή. Ανέλαβε τη Διεύθυνση των Σπετσών και εστάλη ως πληρεξούσιός της στην Εθνική Συνέλευση της Επιδαύρου το 1821. Υπήρξε μέλος της Επιτροπής για τη Ρυμοτομία του Πειραιά και οι Πειραιώτες ευχαριστήθηκαν τόσο πολύ ώστε τον εξέλεξαν Δήμαρχο.  Όταν διατάχθηκε με την απόβαση των Αγγλο-Γαλλικών στρατευμάτων να παραδώσει τα κλειδιά των σχολείων της πόλης για να εγκατασταθούν σε αυτά στρατιώτες, υπέβαλλε την παραίτησή του.  

 Καθώς ήταν ο δεύτερος στη σειρά δήμαρχος της πόλης (μετά τον Υδραίο Κυριάκο Σερφιώτη) είχε μπροστά του να επιτελέσει μεγάλο έργο. Εκπροσώπησε στην εποχή του τη δεύτερη μεγαλύτερη πληθυσμιακή ομάδα του Πειραιά μετά τους Υδραίους που ήταν οι Χίοι. Πέτυχε την ίδρυση του Γυμνασίου Αρρένων Πειραιώς (μετέπειτα Ιωνιδείου), εξωράισε το κοιμητήριο του Αγίου Διονυσίου, έστησε τις προτομές του Απόλλωνος, του Ρήγα Φεραίου και του Θεμιστοκλέους, ανέγειρε τον Άγιο Νικόλαο (των Υδραίων αν και ο ίδιος Χιακής καταγωγής), ενώ άφησε φεύγοντας στο ταμείο του Δήμου περίσσευμα 19.000 δραχμών. 



Αριστείδης Σκυλίτσης ο Πρεσβύτερος

(1.10.1883 - 29.9.1887)

Δημάρχευσε σχεδόν τέσσερα χρόνια και υπήρξε ο παππούς του Αριστείδη Σκυλίτση του νεότερου (της Δικτατορίας) και ανιψιός του Πέτρου Ομηρίδη (δηλαδή του προαναφερόμενου). Γεννήθηκε στην Σμύρνη και έφτασε στον Πειραιά, καθώς τότε η πόλη βρισκόταν σε πρωτόγνωρη βιομηχανική ανάπτυξη, όπου ίδρυσε το πρώτο του εργοστάσιο υαλουργίας. Επί θητείας του περατώθηκε ο ναός του Αγίου Νικολάου, που είχε θεμελιώσει ο θείος του, ενώ συνέλαβε προχώρησε στην υλοποίηση του οράματος του Τρύφωνος Μουτζόπουλου για την δημιουργία ενός λαμπρού Δημοτικού Θεάτρου στην πόλη. Η θεμελίωσή του έγινε από τον ίδιο τον Απρίλιο του 1884 για αυτό και στην πρόσοψή του το Δημοτικό Θέατρο σήμερα φέρει το δικό του όνομα. 

Επίσης διέγνωσε την ανάγκη για ίδρυση μεγαλύτερου κοιμητηρίου στον Πειραιά και αγόρασε εκτάσεις στην Ευγένεια. Σημαντική απόφασή του υπήρξε και η εγκατάσταση της δημοτικής αρχής στο κτήριο του μέχρι τότε Χρηματιστηρίου στο γνωστό Ωρολόγιο. 



Δημοσθένης Ομηρίδης Σκυλίτσης

(1.10.1907 - 24.3.1914)

Παρέμεινε στον δημαρχιακό θώκο επί έξι χρόνια και πέντε μήνες. Ήταν ο δεύτερος γιος του Αριστείδη Σκυλίτση (του Πρεσβύτερου φυσικά) και θείος του μεταγενέστερου Αριστείδη Σκυλίτση (της Δικτατορίας). Γεννήθηκε το 1855 και ήταν ο πρώτος γεννημένος στον Πειραιά. 

Ήταν πρωτίστως στρατιωτικός με μεγάλη συμμετοχή στους Εθνικούς Αγώνες. Έλαβε μέρος σε νεαρά ηλικία στην κατάληψη της Θεσσαλίας το 1881 και σε μάχες διαμόρφωσης των συνόρων της το 1886. Σε εκείνες της μάχες βρέθηκε μάλιστα σε δυσχερέστατη θέση καθώς η πυροβολαρχία στην οποία υπηρετούσε βρέθηκε περικυκλωμένη και χάρη στην δική του ψυχραιμία κατάφερε να διασώσει τα πυροβόλα της. 

Στον πόλεμο του 1897 παρά το γεγονός ότι ήταν ήδη εκλεγμένος Βουλευτής Αττικοβοιωτίας ζήτησε και έλαβε μέρος στις μάχες ως διοικητής πυροβολαρχίας όπου τραυματίσθηκε βαριά στη Μάχη του Βελεστίνου.  Έφερε τότε τον βαθμό του Λοχαγού του Πυροβολικού όταν βόμβα εξερράγη κοντά του και τον πλήγωσε στα πόδια. Μεταφέρθηκε σε ένα χωριό για ιατρική βοήθεια μεταφερόμενος πάνω σε ένα μουλάρι. 

Το 1906 προβιβάστηκε σε Ταγματάρχη, ενώ του απονεμήθηκε και ο αργυρός σταυρός των Ιπποτών του Τάγματος του Σωτήρος.  Όμως αυτή η τελευταία προαγωγή του είχε να κάνει με την παραίτησή του και του είχε δοθεί τιμής ένεκεν. Διότι τότε ήταν που εκδόθηκε ο νόμος περί απαγόρευσης εκλογής των εν ενεργεία στρατιωτικών σε βουλευτικές ή δημαρχιακές θέσεις. Για αυτό και αποφάσισε να εγκαταλείψει το στράτευμα προαγόμενος σε Ταγματάρχη εν αποστρατεία. Υπήρξε ο πρώτος στρατιωτικός που έγινε δήμαρχος στον Πειραιά. 



Παρέλαβε τον Δήμο με το ταμείο του να παρουσιάζει έλλειμα 578.708 δραχμών αλλά κατάφερε με την απαράμιλλη τιμιότητα που τον χαρακτήριζε ως άνθρωπο να αποφύγει τη χρεοκοπία του Δήμου. Στη θητεία του μεσολάβησαν οι δύο βαλκανικοί πόλεμοι και η πόλη με τις εγκαταστάσεις της βρισκόταν σε επίταξη εξαιτίας του γεγονότος πως λόγω ελλείψεως δρόμων όλες οι μεταφορές προς και από το μέτωπο γίνονταν μέσω πλοίων. Παρόλα αυτά πέτυχε την επέκταση του ηλεκτροφωτισμού, την ηλεκτροκίνηση των Τραμ (τροχιοδρόμων), την ολοκλήρωση οικοδόμησης των ναών Αγίου Βασιλείου και Αγίου Ελευθερίου.  


Λειτούργησε τα Σφαγεία Πειραιώς, πέτυχε τη μεταφορά του κοιμητηρίου στις εκτάσεις που είχε αγοράσει ο πατέρας του Αριστείδης. Ίδρυσε εξωτερικά ιατρεία στο Τζάνειο Νοσοκομείο πείθοντας τον βιομήχανο Ευστάθιο Δηλαβέρη να αναλάβει το κόστος ανεγέρσεως αλλά και τη μεταφορά νερού από το Ρέντη για την τροφοδοσία της πόλης. 



Αριστείδης Σκυλίτσης ο νεότερος 

(6.8.1967 - 18.9.1974)


 Διορίστηκε δήμαρχος Πειραιά από την Δικτατορία των Συνταγματαρχών της 21ης Απριλίου στην ιδιαίτερη πατρίδα του τον Πειραιά. Έμεινε δήμαρχος για επτά χρόνια και έναν μήνα. Ήταν δισέγγονος του Πέτρου Ομηρίδη, εγγονός του Αριστείδη και ανιψιός του Δημοσθένη. Γεννημένος όπως είπαμε στον Πειραιά, τελείωσε στην Ελληνογαλλική Σχολή ΑΓΙΟΣ ΠΑΥΛΟΣ. Σπούδασε στην Μασσαλία και ασχολήθηκε με τις επιχειρήσεις. Διετέλεσε πρόεδρος της Α.Σ.Π.Α. και διευθυντής της δικής του επιχείρησης ΓΚΡΕΚΑ που θεωρήθηκε η μεγαλύτερη στην Ελλάδα διαφημιστική εταιρεία. 

Αναχώρηση παιδιών για τις παιδικές κατασκηνώσεις του Δήμου Πειραιώς. Ο Σκυλίτσης διανέμει διάφορα δώρα στα παιδιά που επιβιβάζονται στα λεωφορεία.

Τα πεπραγμένα του Αριστείδη Σκυλίτση στον Πειραιά είναι γνωστά όχι μόνο εντός πόλεως αλλά και πανελληνίως από την προβολή τους κατά την περίοδο της Χούντας. Ωστόσο ήταν για πολλούς Πειραιώτες έργα αμφιλεγόμενα, δηλαδή έργα προβολής και βιτρίνας όπως σιντριβάνια, ηλεκτρικά ρολόγια, λευκές στολές στους οδοκαθαριστές, λαμπιόνια τα Χριστούγεννα, πασαρέλες μόδας, διαγωνισμοί ομορφιάς και φυσικά το δελφίνι ο Φλίπερ. Όμως κατηγορήθηκε πως άλλαξε τη φυσιογνωμία της πόλης ρίχνοντας παντού τσιμένο, ορθώνοντας κολοσσιαία κτήρια και θάβοντας την ιστορία της πόλης η οποία φαίνεται πως τον ενοχλούσε ιδιαίτερα.    


Διαβάστε επίσης:


Πέτρος Ομηρίδης Σκυλίτσης. Η ζωή του και το έργο του


Δημοσθένης Ομηρίδης Σκυλίτσης. Ο στρατιώτης Δήμαρχος του Πειραιά


Το Λεύκωμα του Αριστείδη Σκυλίτση (1975)

ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΦΑΡΜΑΚΕΥΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΘΑΛΨΗΣ ΣΤΟΝ ΠΕΙΡΑΙΑ

Η Βασίλισσα Όλγα στο Ρωσικό Νοσοκομείο το 1904

 

του Στέφανου Μίλεση

Ο τολμηροί πρώτοι έποικοι του Πειραιά που έσπευσαν να εγκατασταθούν σε μια πόλη που υπήρχε μόνο στα πολεοδομικά σχέδια, έπρεπε να αντιμετωπίσουν μόνοι τους την καθημερινότητα. Ωστόσο οι δυσκολίες που αντιμετώπισαν δεν αποτέλεσαν ανασταλτικό εμπόδιο, αλλά τους όπλισαν με ακόμα μεγαλύτερη τόλμη για τη συνέχεια. Αυτό το καταδεικνύει η ταχεία ανάπτυξη του πειραϊκού πληθυσμού που από τους 1011 κατοίκους το 1835, έφτασε τους 4247 δέκα χρόνια αργότερα (1845), και τους 10936 το 1870! 

Ο Πειραιάς γρήγορα πέρασε από την ιστορική αφάνεια στο προσκήνιο και ταυτίστηκε με την πόλη των ευκαιριών αφού η ανάπτυξη του πληθυσμού του, συνοδοιπορούσε με την ανάπτυξη του εμπορίου, της ναυτιλίας και της βιομηχανίας. Όμως μέχρι την ίδρυση του πρώτου νοσοκομείου (του Τζανείου) ο πληθυσμός για τριάντα περίπου χρόνια, αγωνιζόταν μόνος για την επιβίωση και την ανάπτυξή του, χωρίς την κατάλληλη ιατροφαρμακευτική στήριξη. Ήδη κατά τις πρώτες συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου (τον Ιούνιο 1836) συναντούμε την παρατήρηση πως “...πάσα περίθαλψις άφευκτος μεν εις τους ζώντας, κηδείαι δε εις απαθανόντας ενδεείς πρέπει να γίνωνται...”.

Martinus Christian Wesseltoft Rørbye, 1836


Κάποιοι Βαυαροί ιατροί και φαρμακοποιοί, σε ρόλο “πλανόδιου” επισκέπτονταν τις συνοικίες, ερχόμενοι από την Αθήνα, αλλά αδυνατούσαν να συνδιαλλαγούν με τους παροίκους ένεκα της γλώσσας. Οι μεν κάτοικοι αδυνατούσαν να περιγράψουν τα συμπτώματα της ασθενείας τους, οι δε Βαυαροί αδυνατούσαν να εξηγήσουν τους τρόπους θεραπείας. Η παρακολούθηση της πορείας της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των Πειραιωτών εκείνη την περίοδο μπορεί να γίνει μόνο μέσω των αποφάσεων των Δημοτικών Συμβουλίων, αφού τα δημοσιεύματα των εφημερίδων ήταν ελάχιστα και ανεπαρκή. Μέσα από αυτά πληροφορούμαστε πως το Δημοτικό Συμβούλιο Πειραιά στις 14 Απριλίου 1836 χορήγησε άδεια ιδρύσεως φαρμακείου στον Ερνέστο Ορλάνδο (υπ΄ αριθ. 171 έγγραφο του Δημάρχου Πειραιά Κυριάκου Σερφιώτη). Ακολουθεί λίγο αργότερα και ο διορισμός του πρώτου ιατρού στον Πειραιά που είναι ο Κλαύδιος Διαγουστίνης


Χριστιανού Χάνσεν Νησιώτης 1836


Οι επίσημοι διορισμοί φαρμακοποιού και ιατρού στον Πειραιά, γίνονται με “κύριο σκοπό με τον ένα και τον άλλον τρόπον να ελκύσωμεν τους ανθρώπους δια να κατοικήσουν εις την πόλιν μας”. Ο Ερνέστο Ορλάνδο είναι ο πρώτος επίσημα διορισμένος φαρμακοποιός στην πόλη. Ωστόσο στην πόλη είχε ήδη εγκατασταθεί καιρό πριν, ο επίσης Βαυαρός Αδόλφος Μανν, ο οποίος εμφανίζεται να έχει αγοράσει έκταση με προνομιακούς όρους στον Πειραιά. Δεν γνωρίζω για ποιο λόγο δεν διορίστηκε από το Δημοτικό Συμβούλιο ένας φαρμακοποιός που ήδη είχε ήδη εγκατασταθεί στον Πειραιά και προτιμήθηκε κάποιος άλλος!... 


1836 Πειραιάς από λόφο Μουνυχίας


Σε κάθε περίπτωση και οι δύο Βαυαροί φαρμακοποιοί του Πειραιά, χρειάζονταν χρόνο για να μάθουν τη γλώσσα και να ανακουφίσουν τους κατοίκους. Σχετική είναι για τον Ερνέστο Ορλάνδο η παρακάτω παρατήρηση δημοτικού συμβουλίου που αφορά στην διαμαρτυρία κατοίκων πως ο Ερνέστο Ορλάνδο αγνοεί “παντελώς την διάλεκτόν μας δια να συνδιαλεχθή μετά αυτού ο θέλων αγοράται φαρμάκια...”. Όσο για τον έτερο φαρμακοποιό, τον Αδόλφο Μανν, οι υπηρεσίες του αναγνωρίζονται ύστερα από πολλά χρόνια. 

Συγκεκριμένα επί δημαρχίας Ομηρίδου Σκυλίτση το 1841, πραγματοποιείται ψήφισμα με το οποίο απονέμεται ευαρέσκεια και έπαινος για την προφορά του. Το ψήφισμα έχει ως εξής: “Ο Αδόλφος Μανν, φαρμακοποιός, δημότης και κατοικοκτηματίας Πειραιώς, ο οποίος επροστάτευσεν εκάστοτε διαφόρους ασθενείς δημότας και κατοίκους,κ παρέχων εις αυτούς φάρμακα δωρεάν και τα παρόμοια...”.

Το 1839 από τα πρακτικά άλλου δημοτικού συμβουλίου πληροφορούμαστε για τον διορισμό κάποιου με τον επώνυμο Τρόνος ή καλύτερα για την αντικατάστασή του λόγω ακαταλληλότητας!... “Επειδή ο ιατρός Τρόνος δια την γεγηρακυΐαν του δεν δύναται να εξέρχεται προς επίσκεψιν των ασθενών και πολλαί οικογένειαι χάνουσι τους ανθρώπους των προτείνεται εις αντικατάστασίν του ο Μιχαήλ Ι. Σάγκας...”. 

Ludwig Köllnberger, 1837, το Τελωνείο στον Πειραιά

Από αυτή την καταχώρηση πληροφορούμαστε επίσης πως μέχρι το 1839 η ιατρική ασκείτο στον Πειραιά με επισκέψεις κατ΄ οίκον, δηλαδή δεν υπήρχε ακόμα κάποιος ειδικά διαμορφωμένος δημοτικός χώρος περίθαλψης. Όμως ο Μιχαήλ Σάγκας αρνήθηκε και στη θέση του εμφανίστηκε ο Βαυαρός Στάφερ. Ίσως όμως ο διορισμός ενός ακόμη Βαυαρού που δεν γνώριζε τη γλώσσα να μην ήταν αρεστός από τον κόσμο, για αυτό και ο διορισμός του δεν εγκρίθηκε και τελικά τη θέση κατέλαβε ο Γεώργιος Λέλης.

Το 1839 μαζί με τον ιατρό Γεώργιο Λέλη χορηγείται άδεια ίδρυσης φαρμακείου και σε έναν επίσης φαρμακοποιό τον Σταπ, το όνομα του οποίου θα γίνει περισσότερο γνωστό από μια δημόσια βρύση που κατασκευάστηκε με δική του δαπάνη ευρισκόμενη στη συμβολή των οδών Τσαμαδού και Γούναρη, γνωστή ως “βρύση Σταπ”.

Την δεκαετία του 1840 – '50 με τον πληθυσμό της πόλης να αυξάνεται διαρκώς η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη συνεχίζεται να προσφέρεται μέσω διορισμών ιατρών και φαρμακοποιών από τον Δήμο. Γνωστός ιατρός που αρχίζει να εμφανίζεται στο προσκήνιο από το 1848 είναι ο Θεόδωρος Αφεντούλης.

Το 1854 ακολουθεί η γαλλική κατοχή του Πειραιά, υπό τον Ναύαρχο Τινάν, που σημαδεύεται από την επιδημία χολέρας που εξαπλώθηκε και στην Αθήνα λόγω των ανεπαρκών μέτρων υγειονομικής αντιμετώπισής της. Στην χολερική περίοδο του Πειραιά εκτός από τον Αφεντούλη εμφανίζεται στο προσκήνιο και ο ιατρός Α. Γούδας. Τότε ήταν που λειτούργησαν στον Πειραιά δύο ξένα νοσοκομεία το “Γαλλικόν” και το “Αγγλικόν” αλλά είχαν παροδικό χαρακτήρα.


Σταδιακά κι όσο τα χρόνια περνούν πλήθος ονομάτων ιατρών και φαρμακοποιών γίνονται γνωστά όπως:

ο Ερρίκος Ράινχολδ, 

ο Όθων Σονιέρος, 

ο Παύλος Οριγώνης, 

ο Ι. Βραχνός, 

ο Π. Ζητουνάκης, 

ο Στίλπων Χοϊδάς 

ενώ από πλευράς φαρμακοποιών: 

ο Π. Βράτιμος, 

Δ. Καψάκης, 

Δ. Μάντζαρης, 

Α. Ραυτόπουλος, 

Χ. Ριζιώτης κ.α.

Από όλους τους ιατρούς και φαρμακοποιούς του Πειραιά μόνο δύο έφεραν τότε τον τίτλο του καθηγητού Πανεπιστημίου και αυτοί ήταν οι Παύλος Ιωάννου και Θεόδωρος Αφεντούλης

Ο Παύλος Ιωάννου με καταγωγή από την Καστοριά που διορίσθηκε έκτακτος καθηγητής της Χειρουργικής το 1863 και τακτικός το 1877. Ο Θεόδωρος Αφεντούλης με καταγωγή από τη Ζαγορά το 1849 ονομάστηκε υφηγητής και το 1852 έκτακτος καθηγητής της Φαρμακολογίας. 

Θα χρειαζόταν ξεχωριστό κεφάλαιο για να περιγράψουμε τη σπουδαία σταδιοδρομία του Θ. Αφεντούλη που εκτός από την ιατρική ασχολήθηκε και με την διδασκαλία της Βοτανικής και διετέλεσε μεταξύ άλλων και διευθυντής του Τζανείου Νοσοκομείου. Σπουδαιότερο όμως επίτευγμά του στην πόλη ήταν πως αγαπήθηκε διότι εκτός από “φαρμάκια” προσέφερε και εκείνη την ιατρική που μέχρι σήμερα ματαίως οι ασθενείς αναζητούν, δηλαδή την προφορά ψυχής, αγάπης προς τον άνθρωπο και στήριξη μέσω επίδειξης ανθρωπιάς και συμπαράστασης. Για αυτό και ο Θεόδωρος Αφεντούλης χαρακτηρίστηκε ιατροφιλόσοφος και ήταν τόσο πολύ αρεστός στον πειραϊκό πληθυσμό που οι δημοτικές αρχές τον καλούσαν να μιλήσει στα εγκαίνια διαφόρων δημοτικών μνημείων, σε εορτές και άλλες εκδηλώσεις. Το όνομά του σήμερα φέρει η οδός που οδηγεί στο Τζάνειο Νοσοκομείο (πρώην οδός Νοσοκομείου).

Κατόπιν αυτών είδαμε πως ο δρόμος για την οργανωμένη υποστήριξη ασθενών στον Πειραιά ήταν μακρύς, αφού πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι να επιτευχθεί ή ίδρυση του πρώτου νοσοκομείου στην πόλη (του Τζανείου). Σε όλη αυτή την περίοδο που εξετάσαμε, προσπάθειες για λειτουργία υγειονομικών μονάδων είχαν γίνει, αλλά είτε ήταν ειδικού σκοπού, είτε δεν τελεσφόρησαν. Λέγοντας ειδικού σκοπού εννοούμε για παράδειγμα τα λοιμοκαθαρτήρια που τα λιμάνια ήταν υποχρεωμένα να διαθέτουν. Στον Πειραιά το πρώτο λοιμοκαθαρτήριο ιδρύθηκε εκεί που σήμερα είναι το Τελωνείο Πειραιώς. 

Το 1855 όταν άρχισαν να εμφανίζονται σε μεγάλους αριθμούς οι χολεριασμένοι δημιουργήθηκε επιπρόσθετα και ένα προσωρινό λοιμοκαθαρτήριο που έγινε γνωστό ως “Λοιμοκαθαρτήριο Κανθάρου”. Αυτό το συντηρούσε ο Δήμος μέχρι το 1902 αλλά όταν τη λειτουργία του ανέλαβε το Κράτος το μετέφερε αρχικά στον Άγιο Γεώργιο Κερατσινίου και αργότερα στην Ψυττάλεια.

Το τρομερό λοιμοκαθαρτήριο Χολεριασμένων του Κάνθαρου ιδρύθηκε στον Πειραιά την περίοδο της γαλλικής κατοχής του Τινάν και παρέμεινε στην εποπτεία του Δήμου Πειραιά μέχρι το 1902 που το ανέλαβε το κράτος. 

1913 - Επιβίβαση στην λέμβο για αναχώρηση από το λοιμοκαθαρτήριο του Αγίου Γεωργίου

Ήδη από το 1902 ο Δήμος Πειραιά πιεζόμενος και από τη λειτουργία του λιμανιού άρχισε να σκέπτεται σοβαρά πλέον την ανέγερση νοσοκομείου. Μια έκταση στα “Άσπρα Χώματα” ήταν διαθέσιμη και κατά καιρούς κάποιες δωρεές ιδιωτών γίνονταν προς το σκοπό αυτό. Όμως χρειαζόταν να φτάσουμε στο έτος 1864 κατά το οποίο ο Κυθήριος Νικήτας Τζανής άφησε μεγάλο μέρος της περιουσίας του για την ίδρυση νοσοκομείου. Μαζί με το ποσό των 45 χιλιάδων δραχμών ο Τζανής είχε αφήσει και δύο ακίνητα για τη συντήρηση του υπό ίδρυση νοσοκομείου. Το μεν πρώτο ακίνητο μετατράπηκε στο ξενοδοχείο “ΑΝΑΤΟΛΗ”, ενώ το το άλλο στο ξενοδοχείο “ΚΟΝΤΙΝΕΝΤΑΛ”. 

Ο Ν. Τζανής πέθανε στις 14 Οκτωβρίου 1864, η διαθήκη δημοσιεύθηκε στις 16 Οκτωβρίου του ίδιου έτους και η οικοδόμηση του νοσοκομείου περατώθηκε το 1873. Ο πληθυσμός του Πειραιά από το 1835 μέχρι το 1873, επί 38 συνεχόμενα και δύσκολα έτη αντιμετώπισε μόνος του ασθένειες και κακουχίες, χολέρες και φθίσεις σε μια πόλη που φιλοδοξούσε να γίνει το πρώτο λιμάνι της χώρας, αλλά που δεν διέθετε νοσοκομείο!...

Μνημείο στον προαύλιο χώρο του Τζανείου Νοσοκομείου

Η προτομή του Νικήτα Τζαννή δεσπόζει στον κεντρικό διάδρομο της εισόδου του Τζανείου Νοσοκομείου


Στη συνέχεια η πόλη θα αποκτήσει κι άλλες μονάδες ειδικού σκοπού. Το 1881 ιδρύθηκε από τον Όθωνα Σωνιέρο στην οικία Μαυροκορδάτου στη συνοικία Μανίνα το πρώτο ναυτικό νοσοκομείο. Τον Απρίλιο του 1897 θα ιδρυθεί νοσοκομείο ειδικά για τους τραυματίες του ατυχούς πολέμου εκείνου του έτους στην οικία Μελετόπουλου στο Πασαλιμάνι. Το νοσοκομείο αυτό θα λειτουργεί με Αγγλίδες νοσοκόμες και θα λάβει την επωνυμία "Νοσοκομείο Τραυματιών". 

Από τον Απρίλιο του 1897 λειτούργησε στην οικία Μελετόπουλου στο Πασαλιμάνι το "Νοσοκομείο Τραυματιών" στο οποίο περίθαλψη θα προσφέρουν Αγγλίδες νοσοκόμες.

"Μια γωνιά του Νοσοκομείου στον Πειραιά" καταγράφει η αγγλική εφημερίδα DAILY CHRONICLE με την Αγγλίδα νοσοκόμα να διακρίνεται στα αριστερά. 


Όταν ο πόλεμος τελειώσει το “νοσοκομείο τραυματιών” δεν θα έχει ρόλο να επιτελέσει και τότε στο ίδιο μέγαρο από το 1902 θα λειτουργήσει με δαπάνες της Βασίλισσας Όλγας το γνωστό “Ρωσικό Νοσοκομείο”. Θα πρέπει να γίνει γνωστό πως εκτός των χρημάτων της Β. Όλγας, το Ρωσικό νοσοκομείο λάμβανε συχνά δωρεές και από Ρώσους ευγενείς αλλά και το ρωσικό κράτος αφού είχε αναλάβει την περίθαλψη των αξιωματικών και ναυτών του πολεμικού και εμπορικού ναυτικού της Τσαρικής Ρωσίας. 


19 Φεβρουαρίου 1902 - Η ημερομηνία εγκαινίων του Ρωσικού Νοσοκομείου βρίσκεται χαραγμένη στην πρόσοψη του κεντρικού κτηρίου

Κτήριο του πρώην Ρωσικού Νοσοκομείου από το εσωτερικό προαύλιο

Την περίοδο 1917 – 1925 το Ρωσικό, θα εξελιχθεί σε πολιτικό νοσοκομείο Πειραιωτών έχοντας Ρώσους για προσωπικό, αλλά το 1925 θα παραληφθεί οριστικά από το Υπουργείο των Ναυτικών και θα μετατραπεί σε “Ναυτικό Νοσοκομείο” και οι Ρώσοι θα αποχωρήσουν. Κι άλλα ειδικού σκοπού νοσοκομεία εμφανίζονταν κατά περιόδους στον Πειραιά (ανάλογα με τις κοινωνικές καταστάσεις και τα πολεμικά μέτωπα). Ενδεικτικά αναφέρονται τα στρατιωτικά προσωρινά νοσοκομεία στο Νέο Φάληρο (εντός των ξενοδοχείων) ή το Χατζηκυριάκειο στρατιωτικό νοσοκομείο. 

Το εσωτερικό στρατιωτικού νοσοκομείου στον Πειραιά. Πιθανότατα πρόκειται για το Χατζηκυριάκειο ίδρυμα

Νοσοκόμοι στον Πειραιά 

Το τελευταίο άρχισε να λειτουργεί το 1912 και που το 1923 θα μετατραπεί σε προσφυγικό, που λειτουργούσε στον προαύλιο χώρο του ορφανοτροφείου θηλέων σε παραπήγματα. Το προσφυγικό Νοσοκομείο θα διακόψει τη λειτουργία του το 1938. Επίσης πρέπει να καταγραφεί και το ευρισκόμενο στη Νέα Κοκκινιά (Νίκαια) Νοσοκομείο των Αμερικανίδων Κυριών, που ιδρύθηκε μετά την καταστροφή του '22.


Το Νοσοκομείο Αμερικανίδων Κυριών


Το νοσοκομείο αυτό το 1936 μετατράπηκε σε κρατικό από την κυβέρνηση Ι. Μεταξά. Κατά τον πόλεμο του 1940 εγκαταστάθηκε στις καπναποθήκες Σαπόρτα και έμεινε να αποκαλείται ως νοσοκομείο Σαπόρτα. Παράλληλα με την δημοτική και δημόσια περίθαλψη υπήρξε και η ιδιωτική (κλινικές) για την οποία θα αναφερθούμε με άλλο άρθρο.


Διαβάστε επίσης:


Θεόδωρος Αφεντούλης. Ο Φιλόσοφος του Πειραιά






ΨΥΤΤΑΛΕΙΑ: ΔΕΚΑ ΑΝΑΦΟΡΕΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΙΚΡΟ ΝΗΣΙ

Η Ψυττάλεια όπως φαίνεται από το όρος Αιγάλεω, σε φωτογραφία του 1985 

του Στέφανου Μίλεση


Η Ψυττάλεια ή περισσότερο γνωστή στους παλαιότερους ως “Λειψοκουτάλα”, κρύβει πλούσια ιστορία που όμως δεν είναι στους περισσότερους γνωστή. Καθώς απέχει μόλις ενάμιση μίλι από το λιμάνι του Πειραιά, το μικρό αυτό νησάκι του Σαρωνικού καθίσταται υψηλής στρατηγικής σημασίας ήδη από τα ιστορικά χρόνια. Από τη μεγάλη ιστορία της Ψυττάλειας, ξεχωρίσαμε μόνο δέκα γεγονότα που αξίζει να καταγραφούν, πέρα από το γνωστό Κέντρο Επεξεργασίας Λυμάτων που από το 1994 άρχισε να λειτουργεί στο νησί.




1) Το 480 π.Χ. στη Ναυμαχία της Σαλαμίνας συναντούμε την Ψυττάλεια να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στα γεγονότα. Τόσο ο Αισχύλος στο έργο “Πέρσες”, όσο και ο Ηρόδοτος, μας πληροφορούν πως οι Πέρσες είχαν φροντίσει να καταλάβουν την Ψυττάλεια και να εγκαταστήσουν στρατό πιστεύοντας πως αφενός από εκεί θα τόξευαν τα πληρώματα του ελληνικού στόλου, αφετέρου θα φόνευαν τους Έλληνες ναυαγούς που θα έβγαιναν στις ακτές της. Τα σχέδιά τους όμως δεν τελεσφόρησαν καθώς όταν οι Πέρσες, μετά την ήττα τους, τράπηκαν σε φυγή, εγκατέλειψαν τους στρατιώτες τους εκεί. Τα υπολείμματα του περσικού στρατού στην Ψυττάλεια καθάρισε ο Αριστείδης ο Δίκαιος. Η νίκη κατά των Περσών θεωρήθηκε από πολλούς Αθηναίους της εποχής πως υπήρξε αποτέλεσμα του Πανός που έσπειρε πανικό στα στρατεύματά τους. Πολλοί διηγήθηκαν πως τον αντίκρυσαν κατά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας να κυνηγά τους εχθρούς πάνω στην Ψυττάλεια και να μάχεται στο πλευρό των Αθηναίων. Εξαιτίας αυτών των μαρτυριών για την δράση του Πανός στην Ψυττάλεια, του αφιέρωσαν ένα Σπήλαιο που άλλοτε λατρευόταν ο Απόλλωνας, στη βορεινή πλευρά της Ακρόπολης. Προς τιμή του έστησαν στο Σπήλαιο ένα άγαλμά του από παριανό μάρμαρο. Έκτοτε καθιερώθηκε η Σπηλιά να αποκαλείται "Σπηλιά του Πανός" και η ύπαρξή της έχει άμεση σχέση με την Ψυττάλεια. 


2) Την εποχή της Τουρκοκρατίας, όπως μας διαβεβαιώνουν οι ξένοι περιηγητές (Άγγλος Γεώργιος Ουέλερ, Γάλλος ιατρός Ιάκωβος Σπον κ.α.) που το επισκέφθηκαν, ήταν έρημο και η εγκατάλειψή του στάθηκε αιτία να γεμίσει από λαγούς που δεν τους πείραζε κανείς. Ωστόσο πολλές φορές κατέφευγαν στην Ψυττάλεια οι Αθηναίοι κατά τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, όταν πιθανολογούσαν ότι θα αντιμετωπίσουν τη σκληρότητα των Τούρκων. Κατέβαιναν αρχικά για προστασία στη Μονή του Αγίου Σπυρίδωνα και από εκεί αναζητούσαν πλωτά να διαφύγουν για τη Σαλαμίνα ή ακόμα καλύτερα για την Αίγινα. Όταν όμως αυτά δεν αρκούσαν, εκτελούσαν διαδρομές αποβιβάζοντας τους κατοίκους στην Ψυττάλεια μέχρι να τους περάσουν στη συνέχεια απέναντι. 

Ο Γεώργιος Ψυλλάς βρέθηκε σε μια τέτοια κατάσταση (την περιγράφει στα "Απομνημονεύματά του") όταν το 1821 κατέφυγε στην Αίγινα όπως και άλλοι Αθηναίοι φοβούμενος τον Ομέρ Βρυώνη που απειλούσε να κάψει την πόλη. Εκεί ημέρες αργότερα συνάντησε την αδελφή του η οποία είχε αρχικά μεταφερθεί στην Ψυττάλεια και είχε παραμείνει με άλλους Αθηναίους χωρίς τροφή και νερό. Οι Τούρκοι έβλεπαν τους Αθηναίους πάνω στην Ψυττάλεια, αλλά δεν ενδιαφέρονταν να τους πλησιάσουν. Η Ψυττάλεια ξανά λίγα χρόνια αργότερα, το 1827, θα στεκόταν και πάλι σανίδα σωτηρίας για τους Έλληνες, όταν μετά την ήττα του Ανάλατου υποχωρούσαν πανικόβλητοι υπό την απειλή σφαγής. Καθώς δεν διέθεταν παρά λιγοστά πλωτά μέσα, μετέβαιναν προσωρινά στην Ψυττάλεια. 


3) Κατά την διάρκεια της Οθωνικής περιόδου η Ψυττάλεια είχε καθοριστεί ως τόπος ταφής των πεθαμένων εξαιτίας της χολέρας ή άλλων μεταδοτικών νοσημάτων πληρωμάτων ή επιβατών που άφηναν την τελευταία τους πνοή πάνω στα πλοία. Καθώς πίστευαν πως και οι πεθαμένοι είναι φορείς των ασθενειών είχε αποφασιστεί να ενταφιάζονται στην Ψυττάλεια. Για το λόγο αυτό συναντούμε μέχρι και σήμερα διάφορα μαρμάρινα και πέτρινα ταφικά μνημεία αλλοδαπών αλλά και Ελλήνων με γνωστότερο όλων τον τάφο της κόρης του Αντιβασιλέα Άρμανσμπεργκ! Για το λόγο αυτό έμεινε γνωστή και ως “Κόμισσα της Ψυττάλειας”.

Η Ψυττάλεια χρησιμοποιήθηκε και ως Λοιμοκαθαρτήριο. Συγκεκριμένα το πρώτο Λοιμοκαθαρτήριο Πειραιά είχε ιδρυθεί το 1845 στον Κάνθαρο (όπου σήμερα το Τελωνείο Πειραιά) και για αυτό ονομάστηκε Λοιμοκαθαρτήριο Κανθάρου. Υπεύθυνος για τη λειτουργία του ήταν ο Δήμος Πειραιά. Το 1902 όμως η λειτουργία του πέρασε στο Κράτος και το Λοιμοκαθαρτήριο μεταφέρθηκε πρώτα στον Άγιο Γεώργιο Κερατσινίου και στη συνέχεια στην Ψυττάλεια. 


Ο τάφος της Λουίζας Άρμανσπεργκ όπως είχε
φωτογραφηθεί παλαιότερα από την Λίζα Μιχελή

4) Το 1856 ανεγέρθηκε στην Ψυττάλεια ο πρώτος σταθερός διοπτρικός φάρος, που διατηρήθηκε μέχρι το 1865. Αντικαταστάθηκε με περιστροφικό, ενώ το 1914 τοποθέτησαν φάρο λευκού σταθερού φωτός. Ο τελευταίος ακτινοβολεί σε απόσταση 23 μιλίων και εναλλάσσεται σε τριάδα εκλάμψεων λευκών κάθε 24 δευτερόλεπτα. Στους πρώτους άνδρες που κλήθηκαν να υπηρετήσουν στον Φάρο της Ψυττάλειας, λέγεται πως συνέβη το εξής περιστατικό. Καθώς η απόσταση από τις ακτές ήταν κοντινή και πραγματοποιούταν ακόμα και με βάρκα, ο Φάρος ήταν δύσκολο να αποκλειστεί και έτσι διατηρούσε μικρά αποθέματα προμηθειών. Συνέβη όμως να πιάσει άσχημος καιρός για ημέρες και τότε οι άνδρες του Φάρου αναγκάστηκαν να κυνηγήσουν τους λαγούς που βρίσκονταν στο νησί για να τραφούν. Τότε όλοι πέθαναν από χολέρα! Λέγεται πως οι λαγοί είχαν έρθει σε αναπαραγωγή με ποντικούς μολυσμένους από τη χολέρα, πιθανόν από τους χολεριασμένους τάφους, που με τη σειρά τους μετέδωσαν στον άνδρες που τους έφαγαν.


5) Το 1882 – 83 (εποχή του Χαρίλαου Τρικούπη) η θέση της Ψυττάλειας κρίθηκε ως ιδιαίτερα σημαντική για την ασφάλεια και προστασία του λιμανιού, για αυτό και κατασκευάστηκαν μόνιμα οχυρωματικά έργα (θέσεις πυροβολείων) που έμειναν για πολλά χρόνια. Η Ψυττάλεια είχε αναλάβει τη σπουδαία αποστολή να ελέγχει την είσοδο των πλοίων προς το εμπορικό λιμένα του Πειραιά αλλά και προς το Ναύσταθμο.



6) Την περίοδο 1916 - 1917, όταν οι Αγγλογάλλοι κατέλαβαν τον Πειραιά κατασκεύασαν ανθυποβρυχιακά φράγματα για να ελέγχουν το λιμάνι αλλά και τον διαύλο. Αυτά ξεκινούσαν από τον κυματοθραύστη του Θεμιστοκλή και έφταναν στην Ψυττάλεια στο ύψος του Φάρου που προαναφέρθηκε. Είχαν αφήσει μονάχα ελεύθερο ένα πέρασμα για το λιμάνι του Πειραιά που έλεγχαν σχολαστικά οι ίδιοι ενώ τον δικό τους στόλο τον είχαν τοποθετήσει πίσω από τα φράγματα.


7) Το 1924 καθιεριώθηκε να τελείται στην Ψυττάλεια ετήσιο μνημόσυνο για τα θύματα του ναυαγίου σκάφους “Αλέξανδρου Ζ”. Το επίτακτο ρυμουλκό "Αλέξανδρος Ζ" της εταιρείας Αλέξανδρου ΖΑΛΟΚΩΣΤΑ, που εκτελούσε υπηρεσία "ευκαιρίας" από τον Ναύσταθμο Σαλαμίνας μεταφέροντας εξοδούχους, ανατράπηκε στις 10 Μαρτίου 1923 λόγω ταραγμένης θάλασσας και υπερφόρτωσης. Από το ναυάγιο ξεκληρίστηκε όλη η φιλαρμονική του Πολεμικού Ναυτικού. Πνίγηκαν 36 μουσικοί της ενώ απέμειναν μόνο 8 που δεν επιβιβάστηκαν λόγω βάρδιας. Το ναυάγιο του “Αλέξανδρου Ζ.” έμεινε στην ιστορία γνωστό ως το “ναυάγιο του Σαρωνικού”. Προς ανάμνηση του συγκεκριμένου ναυαγίου ανεγέρθηκε μικρή εκκλησία με την ονομασία “Άγιος Αλέξανδρος”.

1924 - Επιμνημόσυνη δέηση για τα θύματα του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Ζ στη νήσο Ψυττάλεια. Διακρίνονται ακόμα τα έργα ανέλκυσης του τραγικού ναυαγίου. (Αρχείο ΕΡΤ)


8) Το 1928 είχε συσταθεί μια Επιτροπή ονοματοθεσιών που άλλαζε ή έδινε ονομασίες σε τόπους που διατηρούσαν ονόματα εποχής τουρκοκρατίας ή που ήταν ανώνυμες. Η Επιτροπή αυτή ονομάτισε την Νοτιοανατολική άκρη της Ψυττάλειας σε “Αμεινίου άκρα”. Ο Αμεινίας ήταν αδελφός του Αισχύλου και κυβερνήτης Τριήρους που βραβεύθηκε στην Σαλαμίνα για τον ηρωισμό του. Η ονομασία αυτή φυσικά δεν επικράτησε αφού δεν βρίσκεται σήμερα σε χρήση.

Βόλτα με λάντζα έξω από την Ψυττάλεια

9) Το 1930 ο Δήμος Πειραιά ύστερα από πρωτοβουλία του δημοτικού Συμβούλου και λογοτέχνη Πέτρου Αποστολίδη (Παύλου Νιρβάνα) ανέλαβε την πραγματοποίηση ετήσιας τίμησης των ναυτικών του εμπορικού μας ναυτικού, που χάθηκαν σε όλες τις θάλασσες του κόσμου. Από το 1924, όπως είδαμε, πραγματοποιείτο ήδη η επιμνημόσυνη δέηση για τους χαμένους ναυτικούς του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Ζ. Ο Δήμος Πειραιά ύστερα από πρόταση του Δημάρχου Τάκη Παναγιωτόπουλου μετέτρεψε την δέηση του ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Ζ στην Ψυττάλεια υπέρ όλων των Ελλήνων απολεσθέντων ναυτικών, πολεμικής και ειρηνικής περιόδου.  



Η Ψυττάλεια επιλέχθηκε από τον Δήμο Πειραιά να φιλοξενήσει για πρώτη φορά στη ναυτική ιστορία της χώρας το μνημείο “Αφανούς Ναύτου”. Ο θεμέλιος λίθος του πρώτου μνημείου που θα αναγειρόταν τοποθετήθηκε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο στις 6 Νοεμβρίου 1930. Η εκδήλωση είχε πανηγυρικό χαρακτήρα στον Πειραιά με στεφάνωση του τάφου του Μιαούλη που τότε βρισκόταν κοντά στο Βασιλικό Περίπτερο. Ακολούθησε ομαδική έξοδος εννέα ατμόπλοιων της ακτοπλοΐας από το λιμάνι του Πειραιά εν πομπή στην οποία μετείχαν τα πλοία ΑΝΔΡΟΣ, ΜΑΙΡΗ, ΗΡΑ, ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ, ΑΘΗΝΑΙ, ΑΡΚΑΔΙΑ, ΙΘΑΚΗ, ΑΛΜΠΕΡΤΑ, ΣΕΡΙΦΟΣ, ενώ ηγείτο της πομπής το αντιτορπιλικό ΙΕΡΑΞ

Από τα εγκαίνια θεμελίωσης του Μνημείου

Εγκαίνια μνημείου Αφανούς Ναύτου στην Ψυττάλεια από τον Ελευθέριο Βενιζέλο (Νοέμβριος 1930)





Το 1937 επιλέχθηκε ως καλύτερο σχέδιο εκείνο του μηχανικού Ι. Ζολώτα που έφερε την ονομασία ΝΑΥΤΙΛΟΣ. Όμως το μεγαλοπρεπές μνημείο, λόγω του 2ου Π.Π. που ακολούθησε δεν έγινε ποτέ και στην Ψυττάλεια παρέμεινε το αρχικό που είχε εγκαινιάσει ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Το 1956 ο ιστιοπλόος Σάββας Γεωργίου που με την σύζυγό του Σούζαν είχαν επιτύχει τον διάπλου του Ατλαντικού ωκεανού με το μικρό τους σκάφος ΧΑΡΑ, επιστρέφοντας στον Πειραιά ύστερα από ένα ταξίδι τριών μηνών, στο ύψος της Ψυττάλειας ανέκοψε τον πλου του, προκειμένου να ρίξει στη θάλασσα στεφάνι εκ δάφνης στη μνήμη του αγνώστου ναύτη που λίγο πριν είχε προμηθευτεί από τα Περιστέρια της Σαλαμίνας. 

Κατά τις αρχές της δεκαετίας του 1960, η ιδέα τίμησης “Αφανούς Ναύτου” στην Ψυττάλεια εγκαταλείφθηκε, καθώς πολλοί υποστήριξαν πως ήταν δύσκολο να μεταβεί εκεί κόσμος. Στη θέση της Ψυττάλειας προτάθηκε το νησάκι της Σταλίδας στην Καστέλλα (Κουμουνδούρου). Κάποιες χρονιές το μνημόσυνο τελείτο στην Πλατεία Αλεξάνδρας, ενώ όλοι θυμόμαστε τα ετήσια μνημόσυνα την περίοδο της Δικτατορίας στο μνημείο “Αφανούς Ναύτου” στην Πειραϊκή στο γνωστό Σταυρό.

1937 - Το σχέδιο του μνημείου του Αφανούς Ναύτου του πολιτικού μηχανικού Ι. Ζολώτα στην Ψυττάλεια που έφερε την ονομασία "ΝΑΥΤΙΛΟΣ". Ο Ι. Ζολώτας ήταν ο σχεδιαστής του Μεγάρου του Πειραϊκού Συνδέσμου. Το μνημείο κατά τη θέληση του σχεδιαστή θα ήταν μια άγκυρα που θα σχημάτιζε Σταυρό, από όποια πλευρά κι αν το κοιτούσε ο παρατηρητής.



10) Το 1934 εγκαταστάθηκε στην Ψυττάλεια βάση αντιαεροπορικής αμύνης που θεωρούταν η καλύτερη στην απόκρουση αεροπορικής επιδρομής όχι μόνο για τον Ναύσταθμο αλλά και την πόλη του Πειραιά. Ήταν εκείνη που σήκωσε το βάρος των αεροπορικών επιδρομών των Ιταλών αλλά και των Γερμανών που ακολούθησαν (μαζί με τον λόφο της Καστέλλας, του Βώκου και του όρους Αιγάλεω). Οι άνδρες της αντιαεροπορικής βάσης μετέβαιναν στην Ψυττάλεια με το βοηθητικό σκάφος του Π.Ν. “Πάραλος”. Ακολουθούσε ανοδική πεζοπορία ανάμεσα από θάμνους που οδηγούσε στην ανατολική πλευρά του μικρού νησιού. Εκεί σε ένα ισοπεδωμένο ύψωμα ήταν εγκατεστημένη η βάση της αντιαεροπορικής αμύνης αποτελούμενη από 4 πυροβόλα και 6 πολυβόλα. 


Οι πρώτες μεγάλες αντιαεροπορικές ασκήσεις πραγματοποιήθηκαν στην Ψυττάλεια τον Σεπτέμβριο του 1934. Η Ψυττάλεια έκτοτε ανέλαβε και την αποστολή αντιαεροπορικής προστασίας του Πειραιά και του Ναυστάθμου, επιπρόσθετα με τα επάκτια πυροβολεία που μέχρι τότε διατηρούσε. 

 Για το προσωπικό της βάσης κατασκευάστηκαν σε δύο οικήματα (τα μοναδικά στο νησί εκτός του Φάρου). Επρόκειτο για θαλάμους φιλοξενίας 40 ναυτών και υπαξιωματικών που αποτελούσαν τη μόνιμη δύναμη της βάσης. Υπήρχαν ακόμα γραφεία διοίκησης, εστιατόριο, αποθήκη πυρομαχικών και τέλος ο θάλαμος ασυρμάτου. Η Βάση Αντιαεροπορικής Αμύνης της Ψυττάλειας εγκαινιάστηκε το 1934 από τον Υπουργό των Ναυτικών Χατζηκυριάκο. 

Αντιαεροπορικά πυροβόλα επί της Ψυττάλειας

Αμέσως μετά τον πόλεμο οι εγκαταστάσεις της αντιαεροπορικής αμύνης μετατράπηκαν σε ανοικτό στρατόπεδο κράτησης πολιτικών κρατουμένων. Κατά την διάρκεια του εμφυλίου, οι συλλαμβανόμενοι κομμουνιστές μεταφέρονταν από τα αστυνομικά τμήματα στον προαύλιο χώρο της Σχολής Ναυτικών Δοκίμων. Στη συνέχεια δια αποβατικών σκαφών μεταφέρονταν στην Ψυττάλεια. Ο αριθμός τους κυμαινόταν μεταξύ 700 και 2800 κρατουμένων και είναι πραγματικά άξιο πώς μπορούσαν να χωρέσει τόσο κόσμος στο μικρό νησί. Παρέμεναν στην Ψυττάλεια για περιορισμένο χρονικό διάστημα αφού στη συνέχεια παραλαμβάνονταν προς μεταφορά στο νησί της Ικαρίας και σε άλλα νησιά. Η Ψυττάλεια κατά κάποιο τρόπο εκείνη την περίοδο λειτούργησε ως νήσος μεταγωγών των πολιτικών κρατουμένων. Υπολογίστηκε πως τουλάχιστον 30.000 πολιτικοί κρατούμενοι πέρασαν από την Ψυττάλεια μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του '40. 

Στη συνέχεια οι εγκαταστάσεις μετατράπηκαν στις Ναυτικές Φυλακές Βασιλικού Ναυτικού "ΑΡΗΣ"  (ΝΦ ΑΡΗΣ) στις οποίες κρατούνταν άνδρες του Β.Ν. που είχαν καταδικαστεί για ποινικά αδικήματα.  




Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 υπήρξαν πολλά σχέδια για τη μελλοντική εκμετάλλευση της Ψυττάλειας. Ο Ο.Λ.Π. ζητούσε από το Πολεμικό Ναυτικό να την αγοράσει προκειμένου να την αξιοποιήσει προς όφελός του. Μια από τις προτάσεις που υποβλήθηκαν ήταν να ενωθεί με γέφυρα με το ακρωτήριο Κυνόσουρα. Άλλη πρόταση ήταν να μεταφερθούν εκεί όλες οι ναυπηγοεπισκευαστικές επιχειρήσεις της Σαλαμίνας. Ο Δήμος Πειραιά την ίδια περίοδο ενδιαφερόταν για το νησί προκειμένου να το αξιοποιήσει τουριστικά. Το 1971 ο Δήμαρχος Αριστείδης Σκυλίτσης σχεδίαζε να οικοδομήσει ξενοδοχείο και να αξιοποιήσει την εγγύτητά του με το λιμάνι του Πειραιά. Στα μέσα της ίδιας δεκαετίας υποβλήθηκε πρόταση για εγκατάσταση αφαλάτωσης νερού. 


ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:

Ο τάφος της Λουΐζας  Άρμανσπεργκ στην Ψυττάλεια



"Πειραϊκές ιστορίες του Μεσοπολέμου"